GRID_STYLE

NONE

ΡΟΗ:

latest

Αγίων τάχα, «κατορθώματα»!...

Toυ π. Αμφιλοχίου Σαμοΐλη «Τω Ενί και Τριαδικώ Θεώ, τω επαναπαυομένω στους αγίους Του, δόξα, τιμή και κράτος». «Τον μεν πρώτον λόγον ε...

Toυ π. Αμφιλοχίου Σαμοΐλη
«Τω Ενί και Τριαδικώ Θεώ, τω επαναπαυομένω στους αγίους Του, δόξα, τιμή και κράτος».
«Τον μεν πρώτον λόγον εποιησάμην περί πάντων, ω Θεόφιλε, ων ήρξατο ο Ιησούς ποιείν τε και διδάσκειν, άχρι ης ημέρας εντειλάμενος τοις αποστόλοις δια Πνεύματος Αγίου ους εξελέξατο ανελήφθη·…».
«Έγραψε» όντως, δια Πνεύματος Αγίου, αγαπητοί «φίλοι», ο άγιος ένδοξος Απόστολος και ευαγγελιστής Λουκάς, όχι μόνο τη Δογματική και εν προκειμένω τη Χριστολογική, περί του Θεανθρώπου αλήθεια, στην Εκκλησία, όπου και την ιερά της Παρθένου «Εικόνα», ως όλως ξεχωριστή «ιστορία», στο ιερό Ευαγγέλιο του μας παρέδωσε, αλλά και τις Πράξεις, τα των αγίων Αποστόλων κατορθώματα.
Ασφαλώς, εδώ οφείλουμε να παρατηρήσουμε πως είναι όλως άλλη η «Εικόνα» που ο Απόστολος μας παρέδωσε, απ’ αυτήν που εμείς, ως και να επρόκειτο περί έργου τέχνης ανθρωπίνων χειρών, «πουλήσαμε», καθώς την ευτελίσαμε, κι έτσι τώρα πού θα Τη βρούμε;
Δυστυχώς, διάφορες «παναγίες» τάχα, κτίσαμε, ξένο προς την Ορθόδοξη Παράδοση πράγμα, και, κατά συνέπεια, ανορθόδοξα αφού πορευθήκαμε, μείναμε-μένουμε μακριά από το όντως «θαύμα»(αγιασμό-θέωση). Πετύχαμε, με τον τρόπο αυτό, να...
 κατατρέψουμε το «σώζον», ως αειπάρθενο, πρόσωπό Της. Αυτό που Μόνο, μετά τον Κύριο, βεβαίως, και σώζει.
Αλίμονο, τα διάφορα ανθρώπινα διανθίσματα-επιθήματα-«τάματα» που, ως ταφικά της ειδωλολατρίας «κτερίσματα», κακώς και ανεπίτρεπτα στην «Παναγία» προσφέρονται, γίνονται αυτά τα οποία, ως τη θαυματουργή, μάλιστα, εικόνα Της, πλέον, προσκυνάμε. Χάθηκε έτσι η αληθινή θεοσέβεια και έχει απομείνει ως «Τιμή», δυστυχώς, η τάχα λαϊκή ευσέβεια. Το μαύρο, δηλαδή, πνευματικό σκοτάδι, που γεννά η απελπισία μας και η παράνοιά μας, κι όχι ασφαλώς η σώζουσα χαροποιός πίστη μας.
Δυστυχώς, καθώς όλα αυτά, πάνω, από τη Μία και Μόνη όντως «Εικόνα» του Κυρίου, της Παναγίας, αλλά και των αληθινών αγίων, τα βάλαμε, από «μαρτύρια» που είναι δηλαδή και υπάρχουν μόνον εις «πίστωσιν»-βεβαίωση αναντιρρήτως, όπως και οι ειδωλολάτρες, τα κάναμε τόπο- τόπους Αγίους, δήθεν, στους οποίους και προσκυνάμε.
Καιρός, λοιπόν, να σοβαρευτούμε. Αλήθεια, δεν βεβαιωθήκαμε από τον «Άγγελο» της Αναστάσεως, που, με αυστηρό τότε τρόπο, στις δικαιολογημένες, κάπως, (δεν είχε ακόμη βεβαιωθεί η Ανάστασις) Μυροφόρες γυναίκες, αλλά και πάντα, όπου υπάρχει διαστροφή, όπου υπάρχει αλλοίωση, λέγει: «Τι ζητείτε τον ζώντα μετά των νεκρών; Τι θρηνείτε τον άφθαρτον ως εν φθορά; Απελθούσαι κηρύξατε τοις αυτού μαθηταίς»!
Τι αθεοβοβία, λοιπόν, τι αλλοκοτιά, οποία τύφλωση. Αντί να αναγνωρίζουμε τους εαυτούς μας ως υπευθύνους και υπολόγους εσχάτης προδοσίας και απίστευτης πλάνης, τι κάνουμε; Δια της προβολής του ενοχικού μας συναισθήματός, καθώς δεν έχουμε τον ανδρισμό, δεν έχουμε τη γενναιότητα που οφείλουμε, αντί να παραδεχθούμε το λάθος μας και συγχώρηση να ζητήσουμε, όλως αντιθέτως, προκειμένου μάλιστα, όπως νομίζουμε, από τις πλάτες μας το έγκλημα της εσχάτης προδοσίας, «άρον άρον», να ξεφορτωθούμε, το μεταθέτουμε επιπόλαια στις πλάτες των άλλων.
Έτσι, ως άνθρωποι, του μακρινού «χθες» πορεύομεθα. Άνθρωποι, δυστυχώς, ακόμη των «τράγων», που στην Παλαιά Διαθήκη, για να ευχαριστήσουν, τάχα, τον Θεό, εθυσίαζαν ή στην εξωβιβλική παράδοση ανθρώπους στην κυριολεξία, ως «άγια», δήθεν, σφάγια, προσέφεραν, και τους, τάχα, θεούς τους μ’ αυτούς εξευμένιζαν.
Καιρός, λοιπόν, αντί ως όποιας άλλης θρησκείας πιστοί να πηγαινωερχόμεθα-συμπεριφερόμεθα, σύμφωνα με τη δική μας Πίστη να «λειτουργηθούμε». Είναι γεγονός πως, για τετρακόσια χρόνια, την βαρβαρότητα αυτή την υποστήκαμε, αλλά και πατρογονικά, σε παρόμοια μ’ αυτήν βρεθήκαμε, καθώς, κατά το απώτερο παρελθόν μας, σ’ αυτήν γεννηθήκαμε, κι έτσι την δεχθήκαμε.
«Σήμερα» όμως, που ο Θεός επέτρεψε απ’ αυτήν την αβάστακτη υποδούλωση να γλυτώσουμε, ας μην κρατούμε ως «θησαυρούς, τάχα, τους άνθρακες», που αυτές οι «παρα-δόσεις», «πνευματικά», μας κληροδότησαν, αλλά ως κάρβουνα που μας μαυρίζουν, μας μουτζουρώνουν όχι απλώς τα χέρια μας αλλά το είναι μας, από τον τρόπο τους, ωσεί τάχιστα, να απαλλαγούμε.
Τότε μόνον θα μπορέσουμε σε όσους εμείς, ελεεινά, ως τάχα αθέους, τους υβρίζουμε, και από την εκκλησία, ως το «μαγαζί» μας, δυστυχώς, τους απομακρύναμε, τον ζώντα Θεό να γνωρίσουμε. Τον Θεό εκείνο, που, ως άνθρωπος, ακόμη και το μαστίγιο μέσα στον ναό του Σολομώντος έπιασε, προκειμένου απ’ αυτόν τους «ασεβείς εμπόρους» να βγάλει.
Συγγνώμη και συγχώρηση, εδαφιαίως, από τους, τάχα, αθέους, ως «έθνη», να ζητήσουμε, κι όχι από τους «αιρετικούς», που προσποιούμενοι πως την πίστη, τάχα, σε σωζομένους ευαγγελιζόμεθα, κυριολεκτικά με «χοίρους» συναγελαζόμεθα, και έτσι αναπόδραστα στον ίδιο βούρκο, με αυτούς, κυλιόμεθα.
Τους «αιρετικούς», που πούλησαν την πίστη, με «παρρησία» οφείλουμε να ελέγχουμε. Αλλά και κατά τον Θείον Παύλον, όπως και σύνολη την Ιερά Παράδοση, οφείλουμε, ως «λύμην», απ’ αυτούς να απομακρυνόμεθα, έτσι, ώστε από την θανατηφόρα αρρώστια τους να μην προσβαλλόμαστε.
Αλήθεια, για πέστε μου, τον Ευαγγελιστή της «Αγάπης», τόσο καλά τον καταλάβατε; Ή επειδή εναντίον του «ειδώλου», ως θεού τάχα, στράφηκε, τον κάνατε γελοίο; Ναι, γελοίο κάνατε τον Ευαγγελιστή και Απόστολο, καθώς μαζί με τις «καφετζούδες» και τους όποιους άλλους «δεισιδαίμονες», με τα, τάχα, «δύσκολά» του, τον κόσμο προσπαθείτε να φοβίσετε, αντί να αναδείξετε την «Αποκάλυψη», ως έχουσα αληθινό μεγαλείο.
Ο Θείος Ιωάννης έγραψε, όντως, την Αποκάλυψη, κι όχι κάποιος άλλος δήθεν, όπως θέλει η παραπειστική- ακαδημαϊκή «τάξε», θεολογία, να λέγει. Και το έκανε αυτό ο ιερός Ευαγγελιστής, προκειμένου να κάνει τους ανθρώπους ελεύθερους-ανδρείους κι όχι ψοφοδεείς, που χωρίς την παραμικρή γενναιότητα φθάνουν να προσκυνούν ήδη, από το φόβο τους, το «φάντασμα», το οποίο, ως «είδωλο», που είναι, το σφικταγκαλιάζουν, κι έτσι νομίζουν πως έχουν γλυτώσει από το αληθινό «θηρίο».
Γίνεται δε αυτό τελείως αντίθετα προς το θέλημα του Θεού, που διαρκώς και καθαρώς διαβεβαιώνει και παραγγέλλει: «Μη φοβηθείτε από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι…» και «Ουκ έστιν υμίν η πάλη προς αίμα και σάρκα….»
Γι’ αυτό, ας μου επιτραπεί να κάνω εκ νέου την έκκληση, όπως και στο προηγούμενο δημοσίευμα, την παράκληση ικετευτικά να υποβάλω: Δεν υπάρχει αντίχριστος, λοιπόν, για όσους λένε ότι πιστεύουν, όταν η Εκκλησία-η Πίστη διώκεται, αλλά τότε που η πίστη προδίδεται, ανόμως παραδίδεται. Και δεν διαλύεται το κράτος ακόμη και αν οι νόμοι είναι άδικοι, παρά μόνον τότε που εμείς, ως προδότες της ευθύνης μας, επιλήσμονες του χρέους μας, δεν επιδιώκουμε, οι πολλοί με την ψήφο μας και, οι εκλεκτοί με τις αποφάσεις τους, η δικαιοσύνη να καλυτερεύσει, το δίκαιο, εν τέλει, να αποδοθεί.
Καλούμεθα, με άλλα λόγια, οι πάντες να κατεβάσουμε τα «μπαϊράκια» μας, τις όποιες δηλαδή «πλαστικές σημαίες» μας, ως των μικροσυμφερόντων μας ενδεικτικές. Και αφού ο εχθρός δεν είναι, πλέον, απ’ έξω, αλλά, μέσα, καθώς εμείς του ανοίξαμε την «πόρτα», και ως ευγενή, τάχα, τον φιλοξενούμε, ας αναλάβουμε την ευθύνη μας, είτε ως Έθνος προασπίζοντας την «ενότητά» μας είτε ως Εκκλησία φρουρούντες το Σταυρό μας, δηλαδή, από την μια τη γνήσια αναφορά μας στο Θεό και από την άλλη την άδολη αγάπη μας για τον άνθρωπο, ώστε στην αληθινή Ανάσταση να πορευθούμε.
Ευλογείτε, λοιπόν, τώρα οι εκ βαπτίσματος, πολλώ δε μάλλον οι εκ χειροτονίας άγιοι, καθώς ο λόγος του ευαγγελιστού Λουκά στον καθένα από μας, ως μέλος Χριστού, αναφέρεται, κι όχι στον κάποιο σπουδαίο Θεόφιλο του «πανεπιστημιακού παραμυθιού».
Δεν είχαν, αδελφοί, οι άγιοι την αρρώστια μας, κι έτσι δημόσιες σχέσεις, δεν ήθελαν να κάνουν. Οι άγιοι, τα άγια τα πρόσεχαν. Δεν τα πέταγαν στους «σκύλους» απρόσεκτα, ως σάπια κρέατα.
Μα ούτε και φθηνά, σε όποιον άλλον της «αγοράς, τάχα, επιτήδειο», τα πουλούσαν. Θυμηθείτε, αν θέλετε, τον Σίμωνα των Πράξεων που απερίφραστα άκουσε: «Το αργύριον σου συν σοι εις απώλειαν», κι έστω τώρα συνειδητοποιείστε τι μεγάλο κακό κάνατε. Μπορείτε, λοιπόν, να τρέξετε, και, αφού προηγουμένως, πικρά, ως ο Πέτρος, κλαύσετε, αληθινά- «ανδρικά», στην «Εκκλησία» κι’ όχι στην «τρύπα» να εξομολογηθείτε.
Καθώς, λοιπόν, στην «Εκκλησία», ως το σώμα του Χριστού, όλοι εκείνοι έγραψαν, σε «ψυχές, υπέρ ων Χριστός απέθανε», απευθύνονταν. Γι’ αυτό, και μόνο για το Χριστό σ’ αυτές μιλούσαν, καθώς κι αυτές γι’ Αυτόν διψούσαν, αφού γνώριζαν πως μόνον απ’ Αυτόν σώζονταν.
Κανονικά, βέβαια, επιστολή, εκ νέου, δεν θα έπρεπε να γράψω σήμερα, αλλά καθώς οι τα πρώτα έχοντες αδιανοήτως επιμένετε και κάνετε πως δεν καταλαβαίνετε, δημόσια πλέον αυτά που κατ’ επανάληψιν ευλαβικά, ως αγωνία μου πνευματική σας κατέθεσα, για άλλη μια φορά, δημόσια, τώρα, θα υπογράψω.
Προκειμένου κι εγώ, όχι βεβαίως, όπως ο θείος Λουκάς, που, «Εκκλησιολογία», άπαξ για την Εκκλησία, έγραψε και σ’ Αυτήν όχι μόνον των όντως αγίων αδελφών, τα κατορθώματα προς σωτηρίας μίμηση εξυμνούσε, αλλά και τις δολιότητες των ψευδαδέλφων παραχώρησε και μ’ αυτές μακρά από τον αρχέκακο διάβολο συνιστούσε. Επιτρέψτε μου, λοιπόν, τις δεύτερες να σας διηγηθώ, με ειλικρίνεια, ώστε το ελεεινό παραμύθι του διαβόλου εις βάρος της Αλήθειας, με τη χάρη του Θεού, από τις καρδιές των σωζομένων να εκλείψει.
Τη μεταπτυχιακή εργασία μου, λοιπόν, ως «αγιοπνευματικό κείμενο», («Βίος και Θεολογία του Αγίου Αμφιλοχίου»), με σεβασμό στην Εκκλησία, αλλά και, τον μεταξύ ίσων, Πρώτον Της, ως Θεσμόν το όλον, και μετά από σχετική ευλογία, βέβαια, τότε, αφιέρωσα.
Ως αγιοπνευματικό, δηλαδή, δώρο στην «Εκκλησία» το προσέφερα και όχι στον πνευματικό μου πατέρα, μακαριστό της Κρήτης Αρχιεπίσκοπο κυρό Τιμόθεο, τον οποίον ενδεχομένως, ως άνθρωπο, με τη στάση μου αυτή και να επίκρανα. Το προσέφερα δε χωρίς να ζητώ ή και να προσδοκώ, από κάποιον, κάτι. Και παρακαλώ να αφήσουν, όσοι πιστεύουν και ισχυρίζονται τυχόν αντίθετα, τα φληναφήματα και ως «γυναικάρια», κατά τον Άγιο Αμφιλόχιο, με τρόπο που τους χαρακτηρίζει, δυστυχώς, να λένε πισώπλατα διάφορα. Ας αντιπαρατεθούν με ευθύτητα, κι αν έχουν το σθένος ας μιλήσουν, επιτέλους, δημόσια.
Ενώ, λοιπόν, με πίστη και αφοσίωση στο Χριστό και την Εκκλησία Του αυτό έκανα, ακούστε τώρα το αδιανόητο, αλλά και όλως ανεπίτρεπτο.
Ατυχώς, η «Εκκλησία», καθώς αλλιώς κατάλαβε- νόμισε, διαφορετικά δηλαδή είδε το πράγμα, και τούτο βεβαίως, «εξ ιδίων, καθώς φαίνεται, έκρινε τα αλλότρια», πίστευσε πώς, με δολιότητα ο π. Αμφιλόχιος ενήργησε, προκειμένου να την ελέγξει, τάχα. Γι’ αυτό και, από άνθρωπό της, τότε, στην Ιερά Αρχιεπισκοπή διακονούντα, σήμερα δε σε Μητρόπολη της τοπικής Εκκλησίας, «αξιοχρέως», τοποθετηθέντα, προσπάθησε να μάθει αν όντως έτσι έχει το πράγμα.
Με ευθύτητα λοιπόν εγώ και πάλιν, όπως και τότε, που, εν πλω, από την Πόλη στη Χάλκη «προσκυνηματικώς» πηγαίναμε και επιστολή του Σεβασμίου της εν Ηρακλείω Στοάς, αντί Ευαγγελίου από τον Πρώτον της Εκκλησίας μου επεδόθη, προκειμένου, τάχα, να αποφανθώ, χωρίς, λέγω, τα απαράδεκτα, για μένα, μισόλογα και τις ανέντιμες διπλωματικές περιστροφές είπα: Τι κρίμα, άγιε Πρωτοσύγκελλε! Πάντως, μιας και το ρωτάτε, πρέπει να γνωρίζετε ότι ο όποιος έλεγχος ασκείται στη διατριβή αυτή, δεν ασκείται από εμένα τον ανόητο, αλλά από τον άγιο Αμφιλόχιο, επίσκοπο Ικονίου, που, ως «πνευματικός, κρίνει τα πάντα υπ’ ουδενός κρινόμενος», κατά το ιερό Ευαγγέλιο.
Στο σημείο αυτό οφείλω, όχι απλώς, να παρατηρήσω, αλλά και ειλικρινά να εξομολογηθώ: Με εξέπληξε οδυνηρά το πράγμα, καθώς αρκετό καιρό νωρίτερα, τότε που τη διατριβή αυτή στο Πανεπιστήμιο του Ντάραμ της Αγγλίας ετοίμαζα, όπου για τις μεταπτυχιακές μου σπουδές φοίτησα, είχα αντιμετωπίσει μια εκ διαμέτρου αντίθετη έκπληξη, που με έκανε τότε να «θαυμάσω» και μάλιστα, κατά τρόπο, αγιογραφικό: «Ουδέ εν τω ισραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον».
Με εξέπληξε, δηλαδή, τότε, το γεγονός, καθώς τα πράγματα εκ των υστέρων έδειξαν-απέδειξαν πως εγώ, από πνευματική ανωριμότητα, άδικα φοβήθηκα τους εκεί. Φοβήθηκα δηλαδή μήπως εκείνοι, από κομπλεξική διάθεση, ως εξ ορισμού ανορθόδοξοι, έβλεπαν προσβλητική την τοποθέτησή μου γι’ αυτούς. Γι’ αυτόν, λοιπόν, τον λόγο προς το τέλος του Ακαδημαϊκού έτους, είπα στον καθηγητή και «φίλο» μου, π. Γεώργιο Δράγα: «Δάσκαλε, εγώ δεν μπορώ να γράψω διατριβή, καθώς στο εδώ Πανεπιστήμιο δεν είναι δυνατό να γίνει δεκτή, δεν πρόκειται δηλαδή να περάσει». Εκείνος θέλοντας, πρωτίστως, να δικαιολογήσει στο Πανεπιστήμιο την επικείμενη εγκατάλειψη των σπουδών μου, αλλά και να διασκεδάσει, ενδεχομένως, την ανησυχία μου, ζήτησε από τον Πρόεδρο του Θεολογικού Τμήματος να μας δει.
Τι ευλογία αλήθεια! Τι απίστευτη έκπληξη! Τον υπέροχο αυτόν άνθρωπο, Χάρντι το όνομά του, εύχομαι ο Θεός που, δια της καθόδου Του στον «Άδη», φροντίζει για αυτούς που στη παρούσα ζωή δεν τον γνώρισαν, καθώς με άλλη πίστη γεννήθηκαν, να τον «αναπαύει». Όταν λοιπόν εγώ του είπα με «αναίδεια», τάχα, για «κομψευόμενους», κατά Αμφιλόχιο τον Ικονίου: «Κύριε Πρόεδρε, πώς είναι δυνατόν να γράψω στη διατριβή μου, ότι είστε αιρετικοί και η διατριβή μου να γίνει δεκτή από το Πανεπιστήμιο σας»; Ο απίστευτος αυτός άνθρωπος με γενναιότητα αγαθής ψυχής μου απήντησε: «Εάν αυτό πάτερ το λέγει ο Άγιος, προκύπτει δηλαδή από τα κείμενα, να το πείτε και να μην σας απασχολεί».
Κάτω από τόσο «δύσκολες συνθήκες» (βλέπε και προλογικό σημείωμα π. Γεωργίου Δράγα) γράφηκε αυτό το αγιοπνευματικό πόνημα και, με πολύ σεβασμό στην Εκκλησία, ως η ζωή και η διδασκαλία ενός Αγίου Της, όπως προείπα, το κατατέθηκε- το αφιέρωσα.
Ίσως, για κάποιους, να αποτελεί πρόβλημα το ότι εγώ θεολογικά μίλησα, κι όχι, όπως τον τελευταίο καιρό συνηθίζεται, «πολιτικά», δηλαδή, επιδιώκοντας-στοχεύοντας και προς τούτο χαϊδολογώντας-κολακεύοντας, προκειμένου σε ανθρώπους να αρέσω. Προτίμησα-προτιμώ, σας λέγω, με το χάλι που έχω να αρέσω στον Θεό.
Έχει λοιπόν, αλήθεια, η Εκκλησία του Χριστού πρόβλημα Όχι, αυτό δεν μπορεί να είναι αληθινό; Ο όποιος άλλος ενδεχομένως μπορεί να ενοχλείται από μια τέτοια κατάθεση, όχι όμως το, αγιοπνευματικό, της Εκκλησίας σώμα.
Στη συνέχεια, λοιπόν, της «ιστορίας» αυτής, καθώς εγώ διαπίστωνα πως, από τη «διοικούσα Εκκλησία» -μη γένοιτο! η Εκκλησία ποιμαίνει, δεν διοικεί- όλο και προς το χειρότερο οδηγούντο τα πράγματα, έκανα- έγραψα την ανοικτή του 2002 στην Εκκλησία επιστολή.
Χωρίς δε να θίγω πρόσωπα, αλλά διαγωγές αναντίστοιχες-ανακόλουθες, τη μικρή αυτή Εργασία- Επιστολή, στην «Εκκλησία», και πάλι, ως τον αγιοπνευματικό Οργανισμό-Μητέρα, παρέδωσα.
Τότε, το πράγμα στην κυριολεξία έγινε ανυπόφορο. Αλήθεια, τι δεν υπέστην εγώ και, ως εκ των υστέρων φαίνεται- καταδεικνύεται, ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος, κυρός Τιμόθεος.
Απαίτησαν, κατ’ αρχήν, οι «κρατούντες» να ανακαλέσω το δημοσίευμα, και καθώς εγώ με ευθύνη, αλλά και ευθύτητα αρνήθηκα, πιέσεις ανηπόφορες στον μακαριστό ασκήθηκαν. Εκείνος όμως, με την αληθινή αγάπη του, στο υιϊκό, για Κείνον, πρόσωπό μου, με όση δύναμη ψυχής διέθετε, αντιστάθηκε. Έτσι η των φοβερών απειλών οδός διακόπηκε.
Τότε όμως, δυστυχώς, ανέλαβε ρόλο «άχαρο», για το αξίωμά και τους όποιους, νομίζει, «πνευματικούς» αγώνες του, επίσκοπος της τοπικής Εκκλησίας, ο οποίος, την ώρα της αγωνίας μου, προσποιήθηκε άνθρωπο του Θεού, που συμφωνεί μαζί μου, δέχεται τις απόψεις μου. Εγώ, ατυχώς, εκ του απατηλού του φαίνεσθαι, τον εμπιστεύθηκα.
Έτσι, καθώς, από τη μια, είχα τον «πατέρα μου», που, παρά την ανημποριά του, ασφυκτικά πιεζόταν, και από την άλλη «επίσκοπο», που συμμεριζόταν την αγωνία μου, επειδή και παρακλήθηκα, το ξανασκέφθηκα. Δεν έδωσα, δηλαδή, τότε συνέχεια. Παρεκλήθην λοιπόν, και με τη διαβεβαίωση του «επισκόπου» πως τα «θεριά» της Αποκαλύψεως, δεν είναι «θεριά», δυστυχώς σταμάτησα.
Επειδή, λοιπόν, τότε προσέφερα στον ως άνω «άγιο» επίσκοπο μαζί με την Επιστολή και τα υπόλοιπα, σε σχέση μ’ αυτήν, δημοσιεύματά μου, προκειμένου να τα μελετήσει και να μου υποδείξει τυχόν λάθη μου, για να κατανοήσω το τάχα «έγκλημά μου, περίμενα μια απαντηση. Αυτό, ασφαλώς, από τότε έως και σήμερα, παρά τις όποιες επανειλημμένες ερωτήσεις μου, ποτέ δεν έγινε. Έτσι, σιγά –σιγά, άρχισα να αμφιβάλλω για το ειλικρινές των προθέσεών του.
Έχουν μεσολαβήσει και άλλα πολλά, τα οποία επί του παρόντος δεν αναφέρω. Γι’ αυτό, λοιπόν, καθώς εκ των διαφόρων γεγονότων και ουχί, βεβαίως, των «κενών»- ψευδών λόγων του, όλο και περισσότερο για την ειλικρίνειά του αμφέβαλα, έφθασα στο απίστευτο σημείο να του πω: «Σεβασμιώτατε, ψεύδεστε, και θα μαλώσουμε οι δυο μας, έτσι που δεν έχουν μαλώσει άνθρωποι πάνω στη γη». Παρά ταύτα όμως, εκείνος με τον πασίδηλο πλέον δόλιο τρόπο του «αντιστεκόταν», κι έκανε λες και δεν είχε ακούσει την απειλή.
Το πράγμα όμως, ως προσβολή της Πίστης, υποτίμησής Της δηλαδή, παράγινε, καθώς το κέντρο βάρους του περί «μετανοίας κηρύγματος» έχει μετατοπισθεί σε διάφορες άλλες δραστηριότητες.
Αυτές ναι μεν, ως κατ’ ουσίαν κοσμικές, δείχνουν έναν εκκλησιαστικό, τάχα, άνθρωπο, που βρίσκεται κοντά στον πονεμένο άνθρωπο και τις αγωνίες του, δηλαδή, δείχνουν με άλλα λόγια κοινωνική για τα βλέμματα του «σαλονιού» ευαισθησία, είναι όμως πολύ μακριά από το ενδιαφέρον που έχει ο Θεός για τον άνθρωπο και τη δημιουργία.
Σας λέγω ειλικρινά πως αν είχα να κάνω μ’ έναν από τους πολλούς τέτοιους «τύπους» του κόσμου, θα έλεγα: «Ε, τον παλιάνθρωπο, πως, ξεγελά τους ανθρώπους»· και θα σταμάταγα. Επειδή όμως έχω να κάνω με επίσκοπο-επισκόπους της Εκκλησίας, δεν μου επιτρέπεται να κρύβομαι και, σαν τις πολλές «κατίνες»-«γυναικάρια», πίσω να τους κατηγορώ και να λέω πως διαφωνώ τάχα, και στο πρόσωπο με πρόσωπό να προσποιούμαι και δουλικά «αργυρώνητους» να προσκυνώ.
Έτσι οδηγήθηκα, μετά από εννέα χαμένα για μένα και την Εκκλησία χρόνια, (κοιμόμουν καθώς εμπιστευόμουν τον «άγγελο»), στην απόφαση να προχωρήσω και χωρίς άλλη καθυστέρηση την αποκάλυψη που τότε ξεκίνησα, σήμερα να συνεχίσω.
Είμαι καυστικός, λοιπόν, λέτε. Σας πληροφορώ, εν τοιαύτη περιπτώσει, πως αυτό δεν είναι τίποτε, καθώς στη συνέχεια, εάν αμετανόητοι εξακολουθείτε να παραμένετε και προς την ιεροσύνη μου δήθεν, εγκληματικά στραφείτε, τότε θα δείτε να γίνονται σημεία και τέρατα, καθώς ήδη, ως «πεπαρρησιασμένους», αλλά και καταδικασμένους αιρετικούς από την Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο, σας κατήγγειλα. Έτσι δεν έχετε πλέον άλλη δυνατότητα, παρά το αληθινό πλέον Φως να δείτε. Να το δείτε όχι, βεβαίως, έτσι που εσείς στους «ανοήτους», ως μωροπίστους, το προσφέρετε. Αλλά απ’ αλλού να βγαίνει, μήπως και εν τέλει, ως οι αλλόπιστοι- παραδόπιστοι, τότε, φοβηθείτε.
Την ιεροσύνη μου, λοιπόν, «ως θεία χάρη», είστε αναρμόδιοι πλέον να ελέγξετε, γι’ αυτό προς το συμφέρον σας απ’ αυτήν απομακρυνθείτε. Δεν είναι του «μετοχιού» σας ευεργέτημα. Αυτά σ’ άλλους όμοιους σας να τα ψάξετε, εκεί θα τα βρείτε. Εγώ, αυτό που πιεσμένοι, από την ανάγκη σας, κάποτε, μου δώσατε, με την κατάθεση της Επιστολής μου, σας το επέστρεψα. Δεν σας οφείλω, λοιπόν, σε σχέση με τις «ευλογίες σας», «πράμα».
Τη θεία χάρη την έχω από τα χέρια εκείνου που, για να τον μειώσετε, με τα «μίσθαρνα όργανά σας», και φονιά φθάσατε ακόμη να τον αποκαλέσετε, γιατί, ως αληθινός άνθρωπος του Θεού, δεν συμβιβαζόταν με τα άθλια θελήματά σας. Αυτό λοιπόν είναι το ύψος σας, άνανδροι, τέτοιο και τόσο είναι το πνευματικό ανάστημά σας.
Δεν ακούσατε, βλέπετε, πως ακόμα και εκείνος που πράγματι «άδικα έπραξε», από το Θεό, ως «αμαρτωλός», στην Εκκλησία, δια της μετανοίας, «συγχωρείται». Σεις λοιπόν σαν «πνευματικοί»-μυστικοί του κοσμικού συστήματος πράκτορες, ακόμη και στην κόπρο του Αυγείου ψάξατε. Υλικό κατάλληλο για τα παιγνίδια σας πιστεύατε πως σ΄αυτήν θα βρείτε. Δύστυχώς, μόνο από τέτοια, εκεί που φθάσατε, μπορείτε, να ωφεληθείτε.
Στην Τεχεράνη, τιμητικά τάχα, θελήσατε, «αλητήριοι», να με στείλετε, για να ξεμπερδέψετε, μια και καλή, «αθόρυθα», από τον «διάβολό» σας. Θα μπορούσατε, έτσι, να κάνετε ανενόχλητοι τα αισχρά και άνομα εγκλήματα, ως κατορθώματά σας. Δόξα, σε τούτο βέβαια, να έχει ο Θεός, που, για μια φορά ακόμη με προστάτευσε από τα ραδιούργα σχέδιά σας.
Αλλά, εάν πάλι, για μια ακόμα φορά, με την «απόνοια» που σας δέρνει, με τα Θεία, πρόστυχα, θέλετε να παίξετε, ακούστε, λοιπόν, τώρα για να μάθει κι ο κόσμος την αλήθεια, που, έντεχνα, του αποκρύβετε: Δεν μπορείτε να με απειλείτε με καθαίρεση ή ακοινωνησία και τα όποια όμοια, καθώς αυτά είναι για την Εκκλησία «επιτίμια», φάρμακα δηλαδή και όχι φονικά όργανα. Αλλά και το κυριότερο: Δεν σώζει το σώμα και το αίμα του Χριστού κάτω από τις όποιες συνθήκες, αλλά, καθώς, μοναδικά, από μετάνοια συνοδεύεται. Τρέξτε, λοιπόν, πριν ξαναλειτουργήσετε, Ορθόδοξα να «εξομολογηθείτε» κι όχι την ιεροσύνη ή τη ζωή να μου στερήσετε.
Προφυλαχθείτε, λοιπόν, γιατί, κατά τον θείον Πρόδρομον, η ημέρα του αντίχριστου πέρασε, η δε του Χριστού όχι απλώς επίκειται, αλλά στην κυριολεξία ήλθε: «Αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού και φυγέτωσαν από προσώπου Αυτού οι μισούντες Αυτόν». Και τα υπόλοιπα που αυτό ακολουθούν, τα οποία ασφαλώς και γνωρίζετε, αλλά καθώς πεισματικά, αλλιώς τα ερμηνεύετε και προς δόλιους σκοπούς τα χρησιμοποιείτε, κάνετε πως δεν τα καταλαβαίνετε.
Εμείς αυτό το Πάσχα, με τη χάρη του Θεού, «Πάσχα» αληθινό γιορτάσαμε, γιατί από το σκοτάδι της αιχμαλωσίας που μας βάλατε στο Φως του Χριστού περάσαμε, κι έτσι, αντί να μοιρολογούμεθα, εκκλησιαστικά ψάλλουμε στον Θεόν, δηλαδή, ακόμη και με τον τρόπο αυτό, τον δοξολογούμε.
Εσείς, τώρα, μαζί με τον αρχισυνάγωγο, ψάξτε ακόμη για το έγκλημα, που «Σάββατο» έγινε, κι αν σας μείνει χρόνος, ξαναδείτε το. Εμείς, όσο χρόνο ο Θεός θέλει, θα περιμένουμε. Δεν πρόκειται από αστειότητες να φοβηθούμε.
Αυτά προς το παρόν και όποιος τυχόν κατάλαβε, από την πνευματική αγωνία μου, ως στάση Ορθοδόξου μαρτυρίας, να μην ενοχλείται. Επειδή δε, ως τώρα, «εκόντες άκοντες», οι πάντες συνεργήσατε, χωρίς άλλη καθυστέρηση, δημόσια και καθαρά διαφοροποιηθείτε.
Τον διάβολο, ως τον εξ έργων, επί του παρόντος, πατέρα σας, να καταδικάσετε και όχι την «επιστολή», ως ανορθόδοξη τάχα, να αποκηρύσσετε και τον «μάρτυρα» ξεδιάνδρωπα να «ποδοπατείτε».
Όσοι ακόμη χάρη Θεού έχετε, για το οξύ του πράγματος συγχωρέστε με, αλλά μιας και σεις δεν μπήκατε μπροστά όπως οφείλατε, πρέπει και να ευλογείτε.

5 σχόλια

  1. Άϊ μασκαρεμένε ελληνόφωνα ιουδαιοχριστινέ που ζείς ακόμα στον μεσαίωνα!!Δεν βαρέθηκες την εβραϊκή ιστοριογραφία και παραμυθολογία;;;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Μεγαλο το βασανο σας, π. Αμφιλοχιε Σαμοϊλη,
    καθως και η αγωνια σας.
    Ομως, συμφωνα με το ιερο Ευαγγελιο, οι θελοντες να ζουνε ευσεβως θα διωχθουν (Β' προς Τιμοθεο επιστολη κεφ. Γ'. εδαφιο 12 και 13)
    Δεν μας λετε κατι νεο! ΔΥΣΤΥΧΩΣ! Η διαφθορα εχει κυριεψει ολους μας, ακομα και την εκκλησια!
    Προπαντων αυτην! Ο νικημενος δια του Αναστημενου Χριστου εχθρος, ξερει την "δουλεια" του: Πρωτα να αλλαξει ροτα η ΠΛΩΡΗ, ωστε να ακολουθησει μετα και το υπολοιπο ΠΛΟΙΟ!

    Υπαρχουν ΠΟΛΛΟΙ σαν εσας που ΕΦΥΓΑΝ απο αυτο το εκκλησιαστικο δικτατορικο συστημα, για να κηρυξουν ελευθερα το ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ της ΣΩΤΗΡΙΑΣ στον λαο.
    Μηπως πρεπει να κανετε κι εσεις το ιδιο;!
    ....
    Βλεπετε οι εις την Ρωμην επισκοποι, αγιοποιησαν τον πρωην πολωνο παπα! Δηλαδη εκαναν το εργο που δικαιωματικα ανηκει ΜΟΝΟ ΣΤΟΝ ΘΕΟ! Eκεi εφτασαν! ...
    .......
    Δεν πιστευω οτι θα εχετε καποια λυση συμβιβαστικη, γιατι η εκκλησια αποτελειται απο ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ-ΑΡΓΟΣΧΟΛΟΥΣ- ΜΙΣΘΩΤΟΥΣ- ΜΟΝΙΜΟΥΣ, χωρις τον "κινδυνο" της απολυσεως κιολας και οι ΠΙΣΤΟΙ με φοβο ΘΕΟΥ, οι ΣΕΣΩΣΜΕΝΟΙ, ειναι ΕΛΑΧΙΣΤΟΙ . . .
    Εαν κι εσεις εισαστε στην κατηγορια αυτη των ΑΝΑΓΕΝΝΗΜΕΝΩΝ-ΣΕΣΩΣΜΕΝΩΝ απο τωρα ΠΙΣΤΩΝ,
    εαν ζειτε απο ΤΩΡΑ στην Βασιλεια του Κυριου, τοτε θα καταλαβετε καλα τα γραφομενα.
    Προσευχεσθε, ο Κυριος να δωσει ιεροπρεπη λυση.
    Ο Αναστας Κυριος μεθ' υμων

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Αδελφέ, δεν κατάλαβα, τι λές ;
    Που αδικήθηκες; Πέστα πιό απλά, δεν είμαστε Θεολόγοι, πραγματικά κάπου νοιώθεις αδικημένος, δείχνεις την πικρία σου, αλλά με δύο λόγια, πέτσα πιό απλά !
    Και μην ξεχνάς : Ολοι βαδίζουμε με μοναδικό στχο την σωτηρίας της ψυχής μας, οπο΄τε δεν μετράενε ούτε τα εδω ..γαλόνια και τα οφίκια, ούτε η γνώμη αυτών που μας κατακρίνουν !
    Αλλά ευλογημένε, τι θέλεις και μπλέχεις με αυτούς ; Βρές μια απλή εκκλησία σε μια μικρή επαρχία και διακόνησε εκεί, εν προσευχή και νηστεία......
    Κανε καμμια βόλτα στο Αγιον όρος, βρές ασκητές που καμερινα το παλαύουν και συζητησέ το, ματαιότης τα πάντα στον κόσμο αυτόν....
    ¨Μόνος μονω τω Θεώ ¨ .....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ενα ακομα θυμα της πολιτικης ΠαΣοΚ:
    ---------------------------

    Εικόνες φρίκης αντίκρισε ένα ανήλικο αγόρι

    Σοκ στην κοινωνία του Ηρακλείου από την είδηση μίας ακόμη αυτοκτονίας. Ένας άνδρας 50-55 ετών βρέθηκε κρεμασμένος στο σπίτι του πριν από λίγο, σύμφωνα με πληροφορίες κατοίκων στην περιοχή των Καμινίων.

    Ο άνδρας κρεμάστηκε από το πατάρι του σπιτιού του με καλώδιο, ενώ τον αυτόχειρα βρήκε το ίδιο του το παιδί, ένα ανήλικο αγοράκι το οποίο βγήκε στο δρόμο ουρλιάζοντας. Οι γείτονες κάλεσαν την αστυνομία, άνδρες της οποίας βρήκαν τον άνδρα ήδη νεκρό.

    Αυτή την ώρα ο άνδρας διακομίζεται στο νοσοκομείο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Μεγαλο το βασανο σας, π. Αμφιλοχιε Σαμοϊλη,καθώς και η παντελης έλλειψη κοινής λογικής.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση