GRID_STYLE

NONE

ΡΟΗ:

latest

"Η Τρόικα απαίτησε, η Κυβέρνηση συμφώνησε..."

Από την Αριστερή Πρωτοβουλία ΠΑΣΟΚ.  Η  Τρόικα απαίτησε,  η Κυβέρνηση συμφώνησε.   Η προσπάθεια δημιουργίας τεχνητού και επίπλαστο...

Από την Αριστερή Πρωτοβουλία ΠΑΣΟΚ. 

Η  Τρόικα απαίτησε,  η Κυβέρνηση συμφώνησε. 
Η προσπάθεια δημιουργίας τεχνητού και επίπλαστου κλίματος αισιοδοξίας αναφορικά με την τελευταία διαπραγμάτευση με τους εκπροσώπους των δανειστών δεν μπορεί να κρύψει τη νέα υποχώρηση των Κυβερνώντων στο θέμα των απολύσεων στο Δημόσιο.
Οι επίορκοι (άγνωστος ο αριθμός, πάντως πολύ μικρότερος των αρχικών υπολογισμών τους), που θα έπρεπε ήδη να έχουν απομακρυνθεί από τις θέσεις τους, θα ακολουθηθούν στην έξοδο από χιλιάδες ακόμη εργαζομένους, που με μοναδική αξιολόγηση, αυτή των προσωπικών τους φακέλων, θα προστεθούν μαζί με τις οικογένειες τους, στον τεράστιο αριθμό των ανέργων.
Οι δηλώσεις περί μη ένταξης του μέτρου σε δημοσιονομικούς στόχους, μόνο θυμηδία μπορούν να προκαλέσουν. Καθώς ο καθένας αντιλαμβάνεται, ότι ακόμη και αν ισχύσει η αντικατάστασή τους από «νέους» και «άφθαρτους», αυτοί θα εισέλθουν με πολύ πιο μικρούς μισθούς στο Δημόσιο, θα είναι δηλαδή φτηνοί και αναλώσιμοι, στο έλεος των αποφάσεων για μετακινήσεις και χωρίς ελπίδα για διασφαλίσεις και συνταξιοδοτικές παροχές.
Η απαίτηση της Τρόικα για απολύσεις στο Δημόσιο, είναι η απαίτηση του ισχυρού να υλοποιηθεί άλλη μια μεγάλη αντιμεταρρύθμιση.
Η επιβολή μειώσεων, συντάξεων και απολύσεων, η κατάργηση κάθε μορφής εργασιακών σχέσεων είναι η απαίτηση  της επιβολής του πιο σκληρού νεοφιλελευθερισμού σε μια χώρα και σε ένα λαό. 
Άλλωστε οι περιχαρείς δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών ότι «η μικρολεπτομέρεια της συνταγματικής πρόβλεψης για μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων επιτέλους παρακάμπτεται», λέει τα πάντα. Η «διασταλτική» ερμηνεία του Συντάγματος, οδηγεί στην κατάργησή του και τον θρίαμβο ακραίων και ανιστόρητων λογικών.
Το ερώτημα που μένει αναπάντητο και πρέπει να απαντηθεί, είναι ποιοι λόγοι οδήγησαν στη διαγραφή ενός ακόμη άρθρου της προγραμματικής συμφωνίας των τριών κομμάτων; Θυμίζουμε απλά για την ιστορία:         «Σημείο 9 : Όχι απολύσεις στο δημόσιο.»
Οι λογικές που αναπτύσσονται από μερίδα στελεχών της ηγετικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ για το θέμα των απολύσεων και που δυστυχώς ταυτίζονται απόλυτα με αυτές της ΝΔ, προκαλούν θλίψη και οργή σε κάθε δημοκρατικό και προοδευτικό πολίτη αυτού του τόπου.
Επιχειρήματα και συγκρίσεις ανάμεσα στις απολύσεις του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, λες και είναι αξιολογήσιμη η διαβάθμιση της ανθρώπινης τραγωδίας, η συκοφάντηση των εργαζομένων και της εργασίας τους και η αποδοχή της λογικής του «μικρότερου κακού», τους οδηγούν σε ρόλο θλιβερών συνοδοιπόρων της νεοσυντήρησης.
Η ίδια η αντίληψη της πρόσληψης μέσω της απόλυσης άλλου, είναι αντίληψη διχαστική, επικίνδυνη  και σε κάθε περίπτωση βαθιά συντηρητική.
Φαίνεται ότι οι οπαδοί της συντηρητικής μετάλλαξης του ΠΑΣΟΚ δεν καταλαβαίνουν απολύτως τίποτα από την δημοσκοπική του καθίζηση σε μονοψήφιους αριθμούς, ούτε από τη συνεχιζόμενη εχθρική στάση του συνόλου της κοινωνίας απέναντί τους.
Με ενέσεις αβάσιμης αισιοδοξίας και πολιτικούς βερμπαλισμούς δεν αντιμετωπίζονται τα τεράστια ηθικά, κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα, που δημιουργεί η διαχείριση της κρίσης, με τους κανόνες, τις διαταγές και τις επιλογές των εκπροσώπων των δανειστών.
Τελικά ας μην χρεωθεί εξαιτίας αυτών των πολιτικών η Δημοκρατική Παράταξη τις νέες «Πλατείες Κλαυθμώνος»!!!
Έλεος…!

1 σχόλιο

  1. Αυτοπυρπολήθηκε. Μπροστά στο πάρκο που πηγαίνω τους γιους μου για ποδήλατο. Στο σημείο που στεκόμουν λίγες ώρες νωρίτερα αλλά και ώρες αργότερα. Στη γειτονιά μου.

    “Μα γιατί γράφεις συνέχεια θλιβερά πράγματα; Γράψε και κάτι διαφορετικό.” Αυτή τη φράση, που είχα ακούσει από φίλους αλλά και από ανθρώπους που δεν ξέρω καν προσωπικά, σκεφτόμουν, ακριβώς τη στιγμή που χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν μια φίλη μου, μητέρα ενός μικρού αγοριού. “Μην έρθεις στο πάρκο,” μου είπε. “Φεύγουμε και εμείς. ‘Εγινε κάτι τρομερό.” Άκουσα τη σειρήνα του ασθενοφόρου.

    Ο 50χρονος άντρας, που ήταν άνεργος τα τελευταία τρία χρόνια, καθώς η επιχείρηση που εργαζόταν, λόγω κρίσης, έβαλε λουκέτο, ακόμη και μέσα στο ασθενοφόρο έλεγε ξανά και ξανά “αφήστε με να πεθάνω.” Από τον περασμένο Σεπτέμβριο όταν έκλεισε η μικρή βιοτεχνία που προσπάθησε να φτιάξει και δεν έβρισκε ούτε σκόρπια μεροκάματα, η υγεία του είχε κλονιστεί.

    Ήταν πρωί. Μου είπαν πως τον έβλεπαν για αρκετή ώρα να προχωράει από το πάρκο όπου τα παιδιά έκαναν βόλτες με τα ποδήλατα και τα σκέιντμπορντ, μέχρι το τέλος του δρόμου, που είναι το σούπερ μάρκετ, όπου επίσης υπήρχε κόσμος. Πέρασε μπροστά από μια στάση λεωφορείου, όπου περίμενε κόσμος. Από ένα μικρό καφέ… και εκεί είχε κόσμο. Άνθρωποι παντού. Άνθρωποι τον είδαν, όμως άνθρωπος δεν του μίλησε.

    Όταν ξαφνικά έριξε πάνω του το μπιτόνι με τη βενζίνη, πάγωσαν. Κρατούσε σφιχτά τον αναπτήρα. ‘Ολα έγιναν σε δευτερόλεπτα. Ένας νεαρός που περνούσε με το μηχανάκι του σταμάτησε και με τα ρούχα του προσπάθησε να σβήσει τη φωτιά. Να σώσει τον άντρα που είχε τυλιχθεί στις φλόγες. Άντεξε για μια μέρα στο νοσοκομείο με καθολικά εγκαύματα.

    Όλοι τον είδαν πριν. Τον κοιτούσαν για τουλάχιστον ένα τέταρτο πριν αυτοπυρποληθεί. Σκέφτομαι συνέχεια από εκείνη τη μέρα ότι τον είδαν τόσοι άνθρωποι. Γείτονές μου. Κάποιοι σίγουρα αναγνώρισαν στο βλέμμα του την απελπισία. Κάποιοι ίσως διαισθάνθηκαν την αγωνία του. Όμως κανείς δεν του μίλησε, γιατί κανείς δεν ήξερε. Μάθαμε τελικά, όσα ξέρουμε να είναι μόνo όσα λέγονται. Να καταλαβαίνουμε πως μας έχουν ανάγκη, μόνο όταν σχηματίζονται λέξεις. Δεν ακούμε πια τις σιωπές των άλλων. Ούτε καν τις δικές μας. Είμαστε τόσο χαμένοι ο καθένας στην δική του ανατροπή ζωής, ή ακόμη χειρότερα τα άδεια βλέμματα στους ανθρώπους γύρω μας, έχουν γίνει πια γνώριμα; Μοιάζει η απόγνωση οικεία πια;

    Δεν μιλάμε. Ίσως γιατί δεν υπάρχουν πια κουράγια. Ίσως γιατί δεν υπάρχει πίστη. Πίστη στον εαυτό μας οτι μπορούμε να βοηθήσουμε, πίστη στους άλλους ότι μπορούν να βοηθηθούν. Ίσως πολλά μοιάζουν βουβά γιατί αλλιώς θα ήταν μοναχά κραυγές.

    Κάποτε στην άκρη ενός πεζουλιού, όταν ξέσπασα σε λυγμούς γιατί είχα χάσει έναν δικό μου άνθρωπο, μια άγνωστη γυναίκα κάθισε δίπλα μου και μου μίλησε. “Πάντα υπάρχουν άνθρωποι,” μου είπε. “Σήμερα εγώ που δεν σε ξέρω και δεν με ξέρεις, αύριο εσύ για κάποιον που δεν τον ξέρεις και δεν σε ξέρει…”

    Απομονωθήκαμε. Κλειστήκαμε. Οχυρωθήκαμε. Απέναντι, όχι μόνο στον δικό μας πόνο, αλλά απέναντι και στον πόνο των άλλων. Όσων ξέρουμε και όσων δεν ξέρουμε. Προσπεράσαμε ανθρώπους σε οριακές στιγμές τους. Τους κοιτάξαμε, αλλά δεν τους είδαμε ποτέ. Σε πόσα, άραγε, αδιέξοδα έφτανε μια κουβέντα, όπως αυτή της άγνωστης γυναίκας; Δεν θα το μάθουμε ποτέ, γιατί απλά ποτέ δεν ειπώθηκαν τα λόγια. Δεν σου μίλησα…

    Ήθελα, πραγματικά, αυτή τη φορά να γράψω κάτι διαφορετικό. Ήθελα, πραγματικά, να ήταν όλα αλλιώς και να γίνονταν διαφορετικά. Ήθελα να μιλάμε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση