GRID_STYLE

NONE

ΡΟΗ:

latest

Συντάξεις τέλος!

Αυτές τις μέρες προβάλλεται στους κινηματογράφους μια ταινία με τον τίτλο «Συγχαρητήρια στους αισιόδοξους». Φαντάζομαι πως είναι οι μόνοι...

Αυτές τις μέρες προβάλλεται στους κινηματογράφους μια ταινία με τον τίτλο «Συγχαρητήρια στους αισιόδοξους». Φαντάζομαι πως είναι οι μόνοι που ευελπιστούν πως κάποια στιγμή στη ζωή τους θα πάρουν σύνταξη. Αλλά οι αισιόδοξοι όλο και λιγοστεύουν, αφού το πράγμα φαίνεται ξεκάθαρα προς τα πού πηγαίνει.
Η στρατηγική ήττα που υπέστη η κυβέρνηση Σαμαρά στο ζήτημα του “γάμου” Εθνικής και Eurobank οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στον αφελληνισμό του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και την Εθνική Τράπεζα στα χέρια της Deutsche Bank, όπως... H συνέχεια στο http://rizopoulospost.com/syntakseis-telos/#ixzz2QTj9tF6N

3 σχόλια

  1. «Οι επαναστάσεις, μεσιέ, δεν γίνονται με μοιρογνωμόνιο, γίνονται με όνειρα, με την εκρηκτική απελευθέρωση του έρωτα και την αποδιοργάνωση της τάξης.

    Είναι ένα προσωπικό μονοπάτι απεξάρτησης.

    Πουθενά δεν υπάρχει τάξη στο σύμπαν, γιατί τάξη σημαίνει ορισμένο μέγεθος, χώρο και χρόνο, στασιμότητα, έννοιες ανύπαρκτες για το σύμπαν...»

    Από το βιβλίο:Το κλειδί είναι κάτω από το γεράνι... Χρόνης Μίσσιος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ἀνεμοδέρνουν μέρα νύχτα ἀπάνου
    σὲ στύλους σταυροσήμαδα φτερά σου,
    νὰ γελιέσαι πὼς εἶν᾿ Ἑλλάδα ὁ τόπος.
    Μὰ δίπλα τ᾿ ἀγκαλιάζει νὰ τὰ σπάσει
    τοῦ ξένου ἡ ἀστερομάτισσα κατάρα.
    Ἂν φαρμάκωνε μόνη τὸν ἀέρα,
    ἴσως, ραγιᾶ νὰ ξύπναες κάποιαν ὥρα:
    «Στὴ χώρ᾿ αὐτὴ ποὺ τήνε λέω δικιά μου
    ξένος εἶμαι καὶ τυχερὸς ποὺ ζῶ!»

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Δὲ λυγᾶνε τὰ ξεράδια
    καὶ πονᾶνε τὰ ρημάδια!
    Κούτσα μία καὶ κούτσα δυὸ
    τῆς ζωῆς τὸ ρημαδιό!

    Μεροδούλι, ξενοδούλι!
    Δέρναν οὗλοι: ἀφέντες, δοῦλοι,
    οὗλοι: δοῦλοι, ἀφεντικὸ
    καὶ μ᾿ ἀφήναν νηστικό.

    Τὰ παιδιά, τὰ καλοπαίδια,
    παραβγαίνανε στὴν παίδεια
    μὲ κοτρόνια στὰ ψαχνά,
    φοῦχτες μῦγα στ᾿ ἀχαμνά!

    Ἀνωχώρι, Κατωχώρι,
    ἀνηφόρι, κατηφόρι,
    καὶ μὲ κάμα καὶ βροχή,
    ὥσπου μοῦ ῾βγαινε ἡ ψυχή.

    Εἴκοσι χρονῶ γομάρι
    σήκωσα ὅλο τὸ νταμάρι
    κι᾿ ἔχτισα, στὴν ἐμπασιὰ
    τοῦ χωριοῦ, τὴν ἐκκλησιά.

    Καὶ ζευγάρι μὲ τὸ βόδι
    (ἄλλο μπόι κι᾿ ἄλλο πόδι)
    ὄργωνα στὰ ρέματα
    τ᾿ ἀφεντὸς τὰ στρέμματα.

    Καὶ στὸν πόλεμ᾿ «ὅλα γιὰ ὅλα»
    κουβαλοῦσα πολυβόλα
    νὰ σκοτώνωνται οἱ λαοὶ
    γιὰ τ᾿ ἀφέντη τὸ φαΐ.

    Καὶ γι᾿ αὐτόνε τὸν ἐρίφη
    ἐκουβάλησα τὴ νύφη
    καὶ τὴν προῖκα της βουνό,
    τὴν τιμή της οὐρανό!

    Ἀλλὰ ἐμένα σὲ μία σφήνα
    μ᾿ ἔδεναν τὸ Μάη τὸ μήνα
    στὸ χωράφι τὸ γυμνὸ
    νὰ γκαρίζω, νὰ θρηνῶ.

    Κι᾿ ὁ παπὰς μὲ τὴν κοιλιά του
    μ᾿ ἔπαιρνε γιὰ τὴ δουλειά του
    καὶ μοῦ μίλαε κουνιστός:
    «Σὲ καβάλησε ὁ Χριστός!

    Δούλευε γιὰ νὰ στουμπώσει
    ὅλ᾿ ἡ Χώρα κι᾿ οἱ καμπόσοι.
    Μὴ ρωτᾷς τὸ πῶς καὶ τί,
    νὰ ζητᾷς τὴν ἀρετή!

    -Δὲ βαστάω! Θὰ πέσω κάπου!
    -Ντράπου! Τὶς προγόνοι ντράπου!
    -Ἀντραλίζομαι!... Πεινῶ!...
    -Σούτ! θὰ φᾶς στὸν οὐρανό!»

    Κι᾿ ἔλεα: ὅταν μίαν ἡμέρα
    παρασφίξουνε τὰ γέρα,
    θὰ ξεκουραστῶ κι᾿ ἐγώ,
    τοῦ θεοῦ τ᾿ ἀβασταγό!

    Κι᾿ ὅταν ἕνα καλὸ βράδυ
    θὰ τελειώσει μου τὸ λάδι
    κι᾿ ἀμολήσω τὴν πνοὴ
    (ἕνα ποὺφ εἶν᾿ ἡ ζωή),

    Ἡ ψυχή μου θὲ νὰ δράμῃ
    στὴ ζεστὴ ἀγκαλιὰ τ᾿ Ἀβράμη,
    τ᾿ ἄσπρα, τ᾿ ἀχερένια του
    νὰ φιλάει τὰ γένια του!

    Γέρασα κι᾿ ὡς δὲ φελοῦσα
    κι᾿ ἀχαΐρευτος κυλοῦσα,
    μὲ πετάξανε μακριὰ
    νὰ μὲ φᾶνε τὰ θεριά.

    Κωλοσούρθηκα καὶ βρίσκω
    στὴ σπηλιὰ τὸν Ἅη-Φραγκίσκο:
    «Χαῖρε φῶς ἀληθινὸν
    καὶ προστάτη τῶν κτηνῶν!

    Σῶσε τὸ γέρο κυρ Μέντη
    ἀπ᾿ τὴν ἀδικιὰ τ᾿ ἀφέντη,
    σὺ ποὺ δίδαξες ἀρνὶ
    τὸν κυρ λύκο νὰ γενῇ!

    Τὸ σκληρὸν ἀφέντη κᾶνε
    ἀπὸ λύκο ἄνθρωπο κᾶνε!...»
    Μὰ μὲ τὴν κουβέντα αὐτὴ
    πόρτα μοῦ ῾κλεισε κι᾿ αὐτί.

    Τότενες τὸ μαῦρο φίδι
    τὸ διπλό του τὸ γλωσσίδι
    πίσω ἀπὸ τὴν ἀστοιβιὰ
    βγάζει καὶ κουνάει μὲ βιά:

    «Φῶς ζητᾶνε τὰ χαϊβάνια
    κι᾿ οἱ ραγιάδες ἀπ᾿ τὰ οὐράνια,
    μὰ θεοὶ κι᾿ ὀξαποδῶ
    κεῖ δὲν εἶναι παρὰ δῶ.

    Ἂν τὸ δίκιο θές, καλέ μου,
    μὲ τὸ δίκιο τοῦ πολέμου
    θὰ τὸ βρῇς. Ὅπου ποθεῖ
    λευτεριά, παίρνει σπαθί.

    Μὴ χτυπᾷς τὸν ἀδερφό σου-
    τὸν ἀφέντη τὸν κουφό σου!
    Καὶ στὸν ἵδρο τὸ δικὸ
    γίνε σὺ τ᾿ ἀφεντικό.

    Χάιντε θῦμα, χάιντε ψώνιο
    χάιντε Σύμβολον αἰώνιο!
    Ἂν ξυπνήσεις, μονομιᾶς
    θά ῾ρτη ἀνάποδα ὁ ντουνιᾶς.

    Κοίτα! Οἱ ἄλλοι ἔχουν κινήσει
    κι᾿ ἔχ᾿ ἡ πλάση κοκκινήσει
    κι᾿ ἄλλος ἥλιος ἔχει βγῇ
    σ᾿ ἄλλη θάλασσ᾿, ἄλλη γῆς».

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση