GRID_STYLE

NONE

ΡΟΗ:

latest

Περιπέτεια στο Διάστημα για Μπούλοκ και Κλούνεϊ

Μαγικό το 3d του «Gravity», με τους δύο ήρωες να αιωρούνται 500 χιλιόμετρα πάνω από τη γη, ενώ ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ περιπλανιέται στη μέση...

Μαγικό το 3d του «Gravity», με τους δύο ήρωες να αιωρούνται 500 χιλιόμετρα πάνω από τη γη, ενώ ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ περιπλανιέται στη μέση του Ινδικού Ωκεανού στο «Ολα χάθηκαν»

Gravity
Του Αλφόνσο Κουαρόν
Σάντρα Μπούλοκ, Τζορτζ Κλούνεϊ
Σύμφωνα με τον Φρόιντ, κατάθλιψη και πένθος είναι ψυχικές εκδηλώσεις διαφορετικές μεταξύ τους. Ενώ βασικό σύμπτωμα του καταθλιπτικού ατόμου είναι η απώλεια της αυτοεκτίμησης που οδηγεί σε πλήρη απαξίωση του Εγώ, στην αντίληψη εκείνου που πενθεί είναι ο κόσμος που έχει χάσει το νόημά του, που φαίνεται εντελώς κενός.

Η ηρωίδα της νέας ταινίας του Μεξικανού σκηνοθέτη Αλφόνσο Κουαρόν, η δόκτωρ Ράιαν Στόουν, ανήκει στη δεύτερη κατηγορία. Εξακολουθεί να πιστεύει στην αξία της ως επιστήμονα, εργάζεται και είναι όσο το δυνατόν κοινωνική, όμως δεν έχει πάψει να κατατρύχεται από το πένθος για τον χαμό της κόρης της σε σχολικό ατύχημα πριν από χρόνια. Αυτό εκμυστηρεύεται στον συνάδελφό της, τον αστροναύτη Ματ Κοβάλσκι, ενώ οι δυο τους αιωρούνται 500 χιλιόμετρα πάνω από τη Γη μετά την καταστροφή της ακάτου τους από θραύσματα διαλυμένου ρωσικού δορυφόρου που έχουν μπει στη δική τους τροχιά.

Οι Στόουν και Κοβάλσκι είχαν αποστολή να επισκευάσουν ένα διαστημικό τηλεσκόπιο. Τώρα, με το σκάφος τους και το υπόλοιπο πλήρωμα αφανισμένα, αγωνίζονται να προλάβουν να φθάσουν «με τα πόδια» στον κοντινότερο διαστημικό σταθμό και να επιβιβαστούν σε ένα Σογιούζ διαφυγής, πριν τους τελειώσει το οξυγόνο. Υπό την παραπάνω φροϊδική έννοια, το «Gravity» συνιστά στη βάση του μια ψυχαναλυτική μελέτη. Την οποία ο ευφυής Κουαρόν δουλεύει με τους όρους μιας θεαματικής διαστημικής περιπέτειας επιβίωσης, τοποθετώντας τη στο «φυσικό» της, θαρρείς, περιβάλλον, πάνω και πέρα από την ατμόσφαιρα, εκεί όπου η κενότητα ζει και βασιλεύει στην απόλυτη σιωπή, όπου το «τίποτα» μοιάζει πιο απέραντο απ' οπουδήποτε αλλού. Η Στόουν, το υποκείμενο της μελέτης, θα μείνει από ένα σημείο κι έπειτα ολομόναχη.

Στα άδυτα της ελληνικής οικογένειας «βουτά» η «Μiss Violence» του Αλέξανδρου Αβρανά, που έχει βραβευτεί στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας
Αν η καταστροφή του σκάφους ήταν ο κύριος καταλύτης στη δράση, η εξαφάνιση του Κοβάλσκι ακολουθεί ως δεύτερος και διογκώνει την απροσμέτρητη κενότητα που βιώνει η Στόουν σε τέτοιο αφόρητο βαθμό που την οδηγεί στην απόφαση, δοθέντων και των ελάχιστων πλέον αποθεμάτων της σε οξυγόνο, να απορροφηθεί διά παντός σ' αυτή.

Ωσπου ένας τρίτος καταλύτης (χωρίς να συνεχίσουμε να μπαίνουμε σε λεπτομέρειες, ας πούμε απλά πως είναι ένας από μηχανής θεός, ούτε πραγματικός ούτε μεταφυσικός, αλλά προϊόν του ίδιου του υποσυνείδητου) έρχεται να της υπενθυμίσει την ανάγκη να επανακτήσει τη «βαρύτητά» της (άλλωστε, καθόλου τυχαία, λέγεται Στόουν, δηλαδή βράχος, πέτρα, χώμα, γη) και να αναγεννηθεί.

Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ υποδύεται έναν ηλικιωμένο ιστιοπλόο που χάνεται στον Ινδικό Ωκεανό στο «Ολα χάθηκαν»

Τα σημεία και τα σύμβολα είναι εκεί, αιωρούνται σε ρυθμούς χορευτικούς μαζί με τους χαμένους στο διάστημα ήρωες. Ομως ο Κουαρόν -μαγκιά του- δεν δείχνει πουθενά να ζητά από τον θεατή του να τα σκαλίσει.

Το φιλμ, πέρα ίσως από ορισμένες υπέρ το δέον επεξηγηματικές διαλογικές σκηνές στο πρώτο του μισό, λειτουργεί εξαίσια και στο εντελώς πρώτο του επίπεδο, σαν περιπέτεια φαντασίας και αγωνίας, με μια πρωτόγνωρη σε δημιουργικότητα, μάλιστα, χρήση του τρισδιάστατου φορμάτ.


Θα λέγαμε δε πως είναι από τις σπανιότατες φορές που μια 3D ταινία αξίζει με το παραπάνω το αντίτιμο του τσιμπημένου της εισιτηρίου (2013).

Oλα χάθηκαν
Του Τζέι Σι Τσάντορ

Ρόμπερτ Ρέντφορντ
Ιστορία επιβίωσης στην αγνότερη και πιο μινιμαλιστική της μορφή, η ταινία του Τζέι Σι Τσάντορ ξεδιπλώνει τις δοκιμασίες ενός ηλικιωμένου ιστιοπλόου στη μέση του Ινδικού Ωκεανού μετά την ανεπανόρθωτη ζημιά που υφίσταται το σκάφος του όταν προσκρούει σε ξέμπαρκο φορτίο κοντέινερ.

Oχι ότι δεν θα θέλαμε λίγες παραπάνω ενδείξεις για το ποιόν του χαρακτήρα (ενδείξεις μόνο, και όχι λόγο, ο οποίος ούτως ή άλλως, και σοφά, απουσιάζει παντελώς), πάντως από μόνα τους η (οπτική) αφηγηματική δεινότητα του σκηνοθέτη και το καθαρά σωματικό ερμηνευτικό σολάρισμα του 77χρονου Ρέντφορντ μας άφησαν άναυδους (2013, All is lost).

ΜΕ ΒΡΑΒΕΙΑ ΣΤΗ ΒΕΝΕΤΙΑ
Ενα παιδικό πάρτι καταλήγει σε τραγωδία

Miss Violence
Του Αλέξανδρου Αβρανά
Θέμης Πάνου, Ελένη Ρουσσινού, Ρένη Πιττακή, Σίσυ Τουμάση, Μηνάς Χατζησάββας
Ενα πάρτι γενεθλίων στιγματίζεται από την αυτοκτονία της εορτάζουσας.

Η 11χρονη Αγγελική πέφτει ξαφνικά από το μπαλκόνι του σπιτιού της, αφήνοντας μουδιασμένα -πάντως όχι τρομαγμένα ή πανικοβλημένα- τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας.

Ομως τι τύπου σύνθεση έχει τούτη η οικογένεια, όπου κυκλοφορούν επίσης μια 30άρα κόρη, μια μετέφηβη, και άλλα δύο ανήλικα παιδιά;

Είναι παππούς ή πατέρας τους ο 60άρης «κηδεμόνας»;

Ενόσω, αργά και μεθοδικά, υποβάλλονται οι πληροφορίες και συντελείται η ταυτοποίηση, αντιλαμβανόμαστε πως δεν έχουμε απλά να κάνουμε με το πορτρέτο ενός πατριάρχη που προβάλλει το πιο ήπιο και πολιτισμένο του πρόσωπο στην κοινωνία, την ίδια στιγμή που καταδυναστεύει το σπιτικό του ως τύραννος.

Με το ξεκαθάρισμα των σχέσεων κακοποίησης, αιμομιξίας και εκμετάλλευσης, το δράμα πυκνώνει ασφυκτικά και παίρνει τη μορφή της πιο ακραίας τραγωδίας.

Δοθέντων του θέματος και του ψυχρού σκηνοθετικού στυλ, οι συγκρίσεις με το σινεμά του Λάνθιμου προκύπτουν αυτόματα. Πράγματι, η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του Αλέξανδρου Αβρανά (μετά το απρόβλητο «Without») θυμίζει χονδρικά τον «Κυνόδοντα» του Λάνθιμου στον τρόπο που αποδομεί την ελληνική (και όχι μόνο) φαμίλια και ξεγυμνώνει τις σχέσεις εξουσίας εντός της.

Ακρότητες
Ωστόσο, παρότι ενίοτε ενθουσιώδης και πλατειαστική στις ακρότητές της, είναι λιγότερο αποστασιοποιημένα σκηνοθετημένη και, προπαντός, απλώνει την εντροπία της πέρα από την περίκλειστη οικογένεια, στο φάσμα της ευρύτερης αστικής κοινωνίας, κάνοντάς την τελικά συνένοχη στο υπό τέλεση έγκλημα.

Κάτι που από μόνο του δίνει στο διπλοβραβευμένο στη Βενετία φιλμ (Αργυρός Λέοντας Σκηνοθεσίας και Volpi Καλύτερου Ανδρικού Ρόλου για την έξοχη ερμηνεία του Θέμη Πάνου) μια ξεχωριστή θέση μεταξύ των ταινιών αμφισβήτησης της τρέχουσας ελληνικής παραγωγής (2013).



Εγώ κι εσύ
Του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι

Τέα Φάλκο, Τζάκοπο Ολμο Αντινόρι, Τομάσο Ράνιο
Μια δεκαετία σχεδόν μετά τους «Ονειροπόλους», ο Μπερτολούτσι επιστρέφει στα πλατό σε μια απόπειρα να ακτινογραφήσει τη νέα γενιά, μέσα από τα πρόσωπα ενός ακοινώνητου 14χρονου που απομονώνεται στο υπόγειο του σπιτιού του, έχοντας πει ψέματα στους γονείς του πως πάει εκδρομή με το σχολείο, και της 20άρας, ετεροθαλούς αδελφής του που τον υποχρεώνει εκβιαστικά να τη φιλοξενήσει. Αν και οξύς σε παρατηρήσεις σε ό,τι αφορά τον αποστειρωμένο έφηβο του σήμερα, ο βετεράνος κινηματογραφιστής κρίνεται ανίκανος τελικά να εντρυφήσει στον βαθύτερο ψυχισμό του ? ίσως, όμως, και να είναι αυτή ακριβώς η αδυναμία κατανόησης της σύγχρονης γενιάς από την πρεσβύτερη που θέλει εξ αρχής να καταδείξει (2012, Io e te)

10η ημέρα
Του Βασίλη Μαζωμένου

Αλι Χαϊντάρι, Μάχτι Γκορμπάνι, Βασίλις Κουκαλάνι

Τη λεπτή γραμμή ανάμεσα στη μυθοπλασία και το ντοκιμαντέρ επιχειρεί να διανύσει ο Βασίλης Μαζωμένος («Το χρήμα: Μια μυθολογία του σκότους») στο νέο του docu-drama, όπου παρακολουθούμε εικόνες από την αδυσώπητη καθημερινότητα ενός Αφγανού μουσουλμάνου στην Αθήνα, εμβολιασμένες με μνήμες από τη ζωή του στην πατρίδα και από τα βάσανα που πέρασε στη διάρκεια του ταξιδιού του προς την Ελλάδα μέσω Ιράν και Τουρκίας. Δυνατό στο αισθητικό του σκέλος, όπου συνδράμει τα μάλα και το ορμητικό μοντάζ, το φιλμ κουράζει, ωστόσο, με το αδιάκοπα επεξηγηματικό και μελοδραματικό σε τόνους voice over του ίδιου του υποκειμένου (2012).

ΡΟΜΠΥ ΕΚΣΙΕΛ
reksiel@pegasus.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια

ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση