GRID_STYLE

NONE

ΡΟΗ:

latest

Οι εκκρεμότητες που άφησε ο Μαντέλα

Ο Νέλσον Μαντέλα έζησε μια από τις μεγάλες ζωές τού εικοστού αιώνα: ήταν ένα διεθνές είδωλο που έφερε την δημοκρατία και τα ανθρώπινα δ...

Ο Νέλσον Μαντέλα έζησε μια από τις μεγάλες ζωές τού εικοστού αιώνα: ήταν ένα διεθνές είδωλο που έφερε την δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Νότια Αφρική. Αλλά για να ευδοκιμήσει στον εικοστό πρώτο αιώνα, η...
χώρα δεν χρειάζεται ελπίδα και ακτιβισμό, αλλά τεχνοκράτες και μηχανικούς, οι οποίοι να μπορούν να αναπτύξουν εφαρμόσιμες λύσεις για την σκληρή πραγματικότητα της αστικής παρακμής και της αγροτικής φτώχειας.

Ο Νέλσον Μαντέλα έζησε μια από τις μεγάλες ζωές τού εικοστού αιώνα. Ήταν ένας πολιτικός κρατούμενος κι έγινε ένας ελεύθερος άνθρωπος, ένας μαχητής υπέρ τής ελευθερίας που πέτυχε την συμφιλίωση και ένας πρόεδρος ο οποίος αγωνίστηκε για την ισότητα και την ανάπτυξη. «Ο Μαντέλα μάς έδειξε ότι το θάρρος ενός ανθρώπου μπορεί να κινήσει τον κόσμο», δήλωσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, στο πρόσφατο ταξίδι του στη Νότια Αφρική. Για πολλούς, η ζωή τού Μαντέλα είναι μια διαρκής υπενθύμιση ότι η ελπίδα και ο ακτιβισμός μπορούν να αλλάξουν την ιστορία προς το καλύτερο.

Ωστόσο, η Νότια Αφρική δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί μια απόλυτη επιτυχία. Το ποσοστό ανεργίας κυμαίνεται λίγο κάτω από 30%, και σχεδόν το ένα τέταρτο των Νοτιοαφρικανών ζουν στο -ή κοντά στο- όριο της φτώχειας. Μια έκθεση των Ηνωμένων Εθνών πρόσφατα αποκάλυψε ότι 1,4 εκατομμύρια παιδιά τής Νότιας Αφρικής ζουν σε σπίτια που βασίζονται για πόσιμο νερό σε βρώμικα ρέματα, 1,5 εκατομμύριο δεν έχουν πρόσβαση σε τουαλέτες, και 1,7 εκατομμύρια ζουν σε παράγκες, χωρίς εγκαταστάσεις για πλύσιμο και για μαγείρεμα. Σχεδόν έξι εκατομμύρια Νοτιοαφρικανοί φέρουν τον ιό HIV/AIDS, και ο νεαρός πληθυσμός τής χώρας αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς: σχεδόν το 40% του πληθυσμού γεννήθηκε μετά την απελευθέρωση του Μαντέλα από την φυλακή, το 1990.

Εξωτερικοί παρατηρητές συχνά προσπαθούν να διαχωρίσουν το παρελθόν τού Μαντέλα από το σήμερα της Νότιας Αφρικής. Αν τα πράγματα έχουν καταρρεύσει, λέει το επιχείρημα αυτό, δεν είναι μόνο επειδή το κόμμα τού Μαντέλα, το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο (ANC), απέτυχε να τον ακολουθήσει στην γη τής επαγγελίας. Ακόμη και στα μέσα τής ένατης δεκαετίας τής ζωής του, ο Μαντέλα ήταν απόμακρος αλλά πανταχού παρών: μια διαρκής υπενθύμιση της αριστοκρατίας τού αντι-απαρτχάιντ παρελθόντος τής Νότιας Αφρικής και ένα μέτρο σύγκρισης που εμμέσως μετρά τις ελλείψεις των σημερινών ηγετών τού ANC.

Θα μπορούσε ένας άλλος Νέλσον Μαντέλα να θεραπεύσει τη Νότια Αφρική από τα δεινά της; Αυτή η ερώτηση είναι στο επίκεντρο της συζήτησης για την κληρονομιά τού Μαντέλα και το μέλλον τής Νότιας Αφρικής. Αλλά αυτό είναι ένα λάθος ερώτημα. Αν και η ιστορία του Μαντέλα είχε πολλούς χρονικογράφους, η μεγάλη του στρατηγική - ειδικότερα, ο ρόλος του στον διεθνή αγώνα για να ορισθεί τι ήταν η Νότια Αφρική και τι θα μπορούσε να γίνει - ήταν περιέργως υποτιμημένη. Αυτό θέτει ένα θεμελιώδες και πιο σημαντικό ερώτημα: Τι είναι η Νότια Αφρική; Είναι αδύνατο να καταλάβουμε σήμερα τη Νότια Αφρική χωρίς να εκτιμήσουμε τις επιπτώσεις τής πολύπλοκης απάντησης του Μαντέλα.

Η ΜΕΓΑΛΟΦΥΙΑ ΤΟΥ ΜΑΝΤΕΛΑ

Η μεγαλοφυΐα τού Μαντέλα προκύπτει από τον τρόπο με τον οποίο μίλησε για τη Νότια Αφρική. Ως νεαρός ακτιβιστής στο ANC το 1950, ανήκε σε μια κοινότητα που ήταν γεμάτη με διαφωνίες. Οι Αφρικανοί εθνικιστές επιζητούσαν την υπεροχή των μαύρων στο πλαίσιο του αγώνα για την ελευθερία, οι κομμουνιστές ήθελαν το τέλος τού καπιταλισμού και οι φιλελεύθεροι την ελπίδα για πραγματική δημοκρατία. Ο Μαντέλα ελίχθηκε ανάμεσα σε αυτές τις ιδεολογικές νάρκες με ασυνήθιστη επιδεξιότητα. Με τα λόγια τού ιστορικού Tom Lodge, η προσέγγισή του ήταν «κατά κύριο λόγο προς την ενεργοποίηση της αφήγησης ... και μόνο δευτερευόντως προς το ιδεολογικό όραμα». Ο Μαντέλα δεν προσηλύτιζε τόσο σε μια άποψη όσο έχτιζε συνεργασίες μεταξύ των διαφόρων ομάδων που ήθελαν να τελειώσει το απαρτχάιντ.

Το να το κάνει αυτό δεν ήταν εύκολο στη Νότια Αφρική των μέσων τού εικοστού αιώνα. Ευρισκόμενη στο σημείο συνάντησης του Ατλαντικού και του Ινδικού Ωκεανού, η χώρα ήταν ένα ασυνήθιστα ποικιλόμορφο μέρος, διαμορφωμένο από την ιστορική ανάμιξη των αφρικανικών λαών, των Ευρωπαίων αποίκων και των Ασιατών μεταναστών. Αυτή η ποικιλομορφία έκανε την χώρα ένα μικρόκοσμο της ανθρώπινης κατάστασης για μερικούς, μια δυναμική επενδυτική ευκαιρία για άλλους, και μια αγορά που όξυνε την συζήτηση σχετικά με την αποικιοκρατία και τον εθνικισμό για κάποιους τρίτους.

Αντιμέτωπος με αυτήν την ποικιλομορφία, ο Μαντέλα ανάμειξε άψογα την αφήγηση και την πολιτική. Ήδη από το 1962, άρθρωσε μια στρατηγική που επικεντρώθηκε τόσο πολύ στην ψυχολογία όσο και στην μάχη. Ο δεδηλωμένος στόχος τού Μαντέλα δεν ήταν να τρομοκρατήσει την λευκή κοινωνία, αλλά να «καταστρέψει τη νομιμότητα της κυβέρνησης», κυρίως με την διαμόρφωση της συνείδησης των μαζών και την δημιουργία προγεφυρωμάτων στην διεθνή σκηνή. Ως μέσο προς τον σκοπό αυτό, όπως ο ίδιος έγραψε, το ANC έπρεπε να φτάσει να γίνει μια «παράλληλη διοικητική Αρχή [της Νοτιοαφρικανικής] δικαιοσύνης», κάτι που σήμαινε διαφορετικά πράγματα σε διαφορετικά ακροατήρια και απαιτούσε ένα μήνυμα που να λειαίνει τις διαφωνίες μεταξύ των επικριτών τού απαρτχάιντ.

Η επιδεξιότητα του Μαντέλα ήταν ιδιαίτερα εμφανής στο εξωτερικό. Κατά την διάρκεια των ταξιδιών του στις αρχές τού 1960, κήρυξε τον εθνικισμό σε όλη την απο-αποικιοκρατούμενη Αφρική, επεφήμησε τον Κουβανό επαναστάτη Φιντέλ Κάστρο σε συζητήσεις με ηγέτες τού Τρίτου Κόσμου και επαίνεσε τον φιλελευθερισμό στους ακροατές του στο Λονδίνο. Διατήρησε αυτή την ευελιξία και μετά την επιστροφή του στην πολιτική το 1990. Το αντι-απαρτχάιντ κίνημα του Μαντέλα ήταν ταυτόχρονα ένα προπύργιο ενάντια στον νεοιμπεριαλισμό (στην Αβάνα) και μια επέκταση του αμερικανικού κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα (στη Νέα Υόρκη). Η «νέα Νότια Αφρική» θα ήταν μια «ενωμένη, δημοκρατική, μη-σεξιστική και μη φυλετική χώρα», διαβεβαίωνε τους Σουηδούς το 1990. «Σταθερά ευθυγραμμισμένη με τις θεμελιώδεις και οικουμενικές αρχές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το δικαίωμα και την δυνατότητα του κάθε ατόμου για πλήρη και απρόσκοπτη ανάπτυξη, το δικαίωμα κάθε χώρας να καθορίζει το μέλλον της, την προστασία τού περιβάλλοντος και της ειρήνης σε έναν κόσμο που θα πρέπει να είναι ελεύθερος από περιφερειακές συγκρούσεις και την απειλή ενός πυρηνικού πολέμου». Ήταν ένα όραμα για να ικανοποιήσει τους πάντες - και μια παράσταση που καλλιεργούσε την διεθνή νομιμότητα του ANC.

Ο ΜΕΡΙΚΟΣ ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΤΟΥ ΜΑΝΤΕΛΑ

Η στρατηγική αυτή απαιτούσε ένα μεγάλο δίκτυο υποστήριξης. Και πράγματι, ο Μαντέλα στηρίχθηκε σε μια διευρυνόμενη ομάδα οπαδών σε όλη την πολιτική σταδιοδρομία του. Μετά την σύλληψή του το 1962, για παράδειγμα, ο εξόριστος πρόεδρος του ANC, Όλιβερ Τάμπο, συσπείρωσε το διεθνές κοινό με ομιλίες και ακτιβισμό, χρησιμοποιώντας προσεκτικά την ιστορία τού Μαντέλα για να ενισχύσει το πλουραλιστικό μήνυμα του ANC. Στη Νότια Αφρική, η δεύτερη σύζυγος του Μαντέλα, Γουίνι Μαντέλα, από μόνη της μια οργανωτική φυσιογνωμία με επιρροή, έπαιξε με την ψυχολογία των νέων αναμορφώνοντας την εικόνα τού συζύγου της ως υπέρμαχου της μαύρης συνείδησης στην δεκαετία τού 1970. Στις αρχές τής δεκαετίας τού 1990, καθώς ο Μαντέλα μαχόταν δημόσια με τον FW de Klerk, τον τελευταίο πρόεδρο του απαρτχάιντ τής Νότιας Αφρικής, οι υφιστάμενοί του στο εσωτερικό τού ANC, ο Σίριλ Ραμαφόζα και ο Τάμπο Μπέκι, διαπραγματεύτηκαν τις πρώτες πολυφυλετικές εκλογές τής Νοτίου Αφρικής με την εθνικιστική κυβέρνηση. Μέχρι τα μέσα τής δεκαετίας τού 1990, ο Μαντίμπα - το παρατσούκλι των φυλών που «κόλλησε» στον Μαντέλα στην δημόσια ζωή του - δεν ήταν παρά η εξωτερική όψη μιας επιχείρησης που κινείτο σε διάφορες κατευθύνσεις ταυτόχρονα.

Η στρατηγική αυτή οδήγησε σε αναπόφευκτα προβλήματα όταν ο Μαντέλα ανέλαβε τα ηνία τής κυβέρνησης το 1994. Όπως σημείωσε ο δημοσιογράφος Patti Waldmeir, οι τοπικές εφημερίδες δεν ήταν εντελώς αδικαιολόγητες όταν ρωτούσαν, «Θα εμφανιστεί ο πραγματικός Μαντέλα;». Ο ίδιος ο πρόεδρος έπεφτε συχνά σε αντιφάσεις στα μέσα τής δεκαετίας τού 1990, εν μέρει επειδή βρέθηκε αντιμέτωπος με μια αδύνατη αποστολή. Έχοντας σχεδιάσει μια στρατηγική η οποία αντικατόπτριζε σκόπιμα τις απόψεις τόσο πολλών διαφορετικών ομάδων, ο Μαντέλα έφθασε να προεδρεύει σε ένα εκλογικό σώμα που περιελάμβανε άνεργους καταληψίες, πλούσιους επιχειρηματίες, φιλελεύθερους διανοούμενους και νεαρούς εθνικιστές. Όπως μια εμπιστευτική έκθεση του ANC παραδέχτηκε το 1991, η οργάνωση διέτρεχε τον κίνδυνο να «γίνει σαν σουρωτήρι στα όρια της λαϊκίστικης ρητορικής και των αντίστοιχων κλισέ».

Το να μετατραπεί η πολυφωνία τού Μαντέλα σε ένα συνεκτικό κυβερνητικό δόγμα ήταν δύσκολο. Τον Μαντέλα τον θυμόμαστε σήμερα ως επί το πλείστον για τις συμβολικές πράξεις του, τις χειρονομίες που «έκαναν τους Νοτιοαφρικανούς να αισθάνονται καλά για τον εαυτό τους», σύμφωνα με τα λόγια τού ακτιβιστή Ντέσμοντ Τούτου, όπως ήταν το ότι αγκάλιασε την εθνική ομάδα ράγκμπι τής χώρας, τους Springboks, κατά την διάρκεια του Παγκόσμιου Κυπέλλου Ράγκμπι το 1995. Ο Μαντέλα ανέπτυξε πραγματική κυβερνητική πολιτική σιγά-σιγά καθώς διαπραγματευόταν το σύνταγμα της χώρας του μεταξύ 1994 και 1997, υιοθετώντας μια σκληρή γραμμή για την πολυπολιτισμικότητα ενώ παραιτείτο από την δέσμευσή του για αναδιανομή τού πλούτου. Σύμφωνα με τα λόγια τού Μαντέλα, ήταν σε ένα Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός τής Ελβετίας το 1992, όταν συνειδητοποίησε, «όπως ποτέ πριν, ότι αν θέλουμε επενδύσεις. . . θα έπρεπε να αφαιρέσουμε τον φόβο των επιχειρήσεων». Η αφήγηση μπορούσε να πάει μόνο μέχρι εκεί.

Η Νότια Αφρική σήμερα είναι μια αντανάκλαση της προεδρίας τού Μαντέλα και της μεγάλης στρατηγικής του που προηγήθηκε. Καλλιεργώντας μια τέτοια πλουραλιστική στάση απέναντι στον αντι-απαρτχάιντ ακτιβισμό, το ANC τού Μαντέλα τερμάτισε επιτυχώς τη νομιμότητα της διακυβέρνησης των μειονοτικών λευκών τής Νοτίου Αφρικής. Οι προσπάθειες αυτές, ωστόσο, καλλιέργησαν ασυνήθιστα υψηλές προσδοκίες στους οπαδούς οι οποίοι αγκάλιασαν το ANC για λόγους τόσο ποικίλους όσο η ίδια η Νότια Αφρική. Η προκύπτουσα ασυμφωνία έκανε τη Νότια Αφρική ένα παράδοξο: παρά το ότι είναι διαποτισμένη με ένα πλούσιο λεξιλόγιο για τα αστικά, πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και ανθρώπινα δικαιώματα, η χώρα εξακολουθεί να μαστίζεται από διάχυτη εισοδηματική ανισότητα, διαρθρωτική ανεργία και εκτεταμένη φτώχεια.

Ένας άλλος Νέλσον Μαντέλα δεν θα θεραπεύσει τη Νότια Αφρική από αυτά τα δεινά. Για να ευδοκιμήσει στον εικοστό πρώτο αιώνα, η χώρα δεν χρειάζεται ελπίδα και ακτιβισμό, αλλά τεχνοκράτες και μηχανικούς, οι οποίοι να μπορούν να αναπτύξουν εφαρμόσιμες λύσεις για την σκληρή πραγματικότητα της αστικής παρακμής και της αγροτικής φτώχειας. Αυτό θα μπορούσε ίσως να είναι το μήνυμα του Μαντέλα στην γενιά που γεννήθηκε μετά το 1990. «Υπάρχουν καλοί άνδρες και γυναίκες σε όλες τις κοινότητες», σκέφτηκε λίγο μετά την συνταξιοδότησή του το 1999. «Το καθήκον τού πραγματικού ηγέτη», διαβεβαίωσε, δεν είναι μόνο να φέρει αυτούς τους ανθρώπους μέσα στον κύκλο του, αλλά και να «τους δώσει καθήκοντα για να υπηρετούν την κοινότητά τους». Η σύγχρονη Νότια Αφρική χρειάζεται έναν ηγέτη που μπορεί να κάνει αυτό το τελευταίο.

Ο RYAN IRWIN είναι επίκουρος καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο στο Albany, του πολιτειακού Πανεπιστημίου τής Νέας Υόρκης. Είναι ο συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Gordian Knot: Apartheid and the Unmaking of the Liberal World Order [1].

Foreign Affairs
Greek Finance Forum

Δεν υπάρχουν σχόλια

ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση