GRID_STYLE

NONE

ΡΟΗ:

latest

Επίτιμος δημότης Ρεθύμνου ανακηρύχθηκε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας

"Μου περιποιεί εξαιρετική τιμή η σημερινή ανάδειξή μου ως Επίτιμου Δημότη του Δήμου Ρεθύμνης, ενός Τόπου με ανυπέρβλητες φυσικές κ...


"Μου περιποιεί εξαιρετική τιμή η σημερινή ανάδειξή μου ως Επίτιμου Δημότη του Δήμου Ρεθύμνης, ενός Τόπου με ανυπέρβλητες φυσικές καλλονές, μεγάλη προσφορά στους διαχρονικούς αγώνες του Ελληνισμού για Ελευθερία αλλά και μεγάλη Πνευματική Παράδοση στα γράμματα και τις τέχνες. Επιφορτίζομαι, με συγκίνηση αλλά και απόλυτη αίσθηση της ιστορικής μου ευθύνης, το ιερό χρέος να φανώ άξιος αυτής της τιμής που σήμερα επιδαψιλεύετε όχι στο πρόσωπό μου αλλά στον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας. Επιτρέψατέ μου να αιτιολογήσω την θέση μου αυτή με μια και μόνη αναφορά, φυσικά δίχως να υποτιμώ -όλως αντιθέτως- την μακραίωνη, όπως ήδη τόνισα, πορεία του Τόπου σας στην Ιστορία και τον Πολιτισμό.  Πρόκειται για την  αναφορά που συνδυάζεται με τον σημερινό εορτασμό της 150ης Επετείου του Ολοκαυτώματος του Αρκαδίου" τόνισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος κατά την τελετή ανακήρυξής του σε επίτιμο δημότη του Δήμου Ρεθύμνης.
"Το 1866 ήρθε η ώρα της Μεγάλης Κρητικής Επανάστασης που διήρκεσε έως το 1869. Οι Κρήτες πολέμησαν, με απαράμιλλο ηρωϊσμό και μοναδική φιλοπατρία, αλλά έμειναν σε μεγάλο βαθμό αβοήθητοι, οπότε τελικώς η Επανάσταση, ως γνωστόν, κατεστάλη. Το πιο σημαδιακό γεγονός αυτής της Επανάστασης, που συγκίνησε ολόκληρη την Ευρώπη, υπήρξε αναμφιλέκτως το Ολοκαύτωμα της Μονής Αρκαδίου. Το οποίο έλαβε χώρα στις 9 Νοεμβρίου 1866, ενώ η επίθεση των Τούρκων κατά της Μονής είχε ξεκινήσει την ακριβώς προηγούμενη μέρα.
 Η Ιερά Μονή Αρκαδίου, η οποία σύμφωνα με την παράδοση θεμελιώθηκε από τον αυτοκράτορα Ηράκλειο και ανοικοδομήθηκε, περί τον 5ο αιώνα, από τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα Αρκάδιο -ενώ κατ’ άλλους από κάποιον μοναχό ονόματι Αρκάδιο- αποτέλεσε, λόγω της στρατηγικής της θέσης, το επίκεντρο των αγώνων από την έκρηξη κιόλας της Κρητικής Επανάστασης. Σ’ αυτήν άρχισαν να συγκεντρώνονται, από την 3η Μαρτίου του 1866, εξεγερμένοι Κρήτες, μ’ αποτέλεσμα τον Μάιο ο αριθμός τους να έχει φθάσει τους 1500 πολεμιστές. Σκοπός τους ήταν να εκλέξουν πληρεξουσίους για τις διάφορες επαρχίες της Κρήτης.
Οι Τούρκοι ζήτησαν από τον Ηγούμενο Γαβριήλ Μαρινάκη να διώξει την Επαναστατική Επιτροπή από το Μοναστήρι με την απειλή ότι θα το καταστρέψουν, αλλά ο Ηγούμενος αρνήθηκε. Ο τουρκικός στρατός, αποτελούμενος από 15.000 τακτικό στρατό και υποστηριζόμενος από τριάντα κανόνια, υπό τον Μουσταφά Ναϊλή Πασά, εξεστράτευσε εναντίον της Μονής. Σ’ αυτήν υπήρχαν 964 ψυχές, 325 άνδρες και οι υπόλοιποι γυναικόπαιδα.
Η επίθεση ξεκίνησε την 8η Νοεμβρίου. Την δεύτερη όμως ημέρα κι ενώ οι πρώτες τουρκικές  επιθέσεις είχαν αποτύχει, ο Μουσταφά Ναϊλή Πασάς έφερε από το Ρέθυμνο τρία μεγαλύτερα πυροβόλα, τα οποία προσέθεσε σε όσα ήδη διέθετε ο στρατός του. Επέφερε έτσι πλήγματα στην θύρα και τα κάτω παράθυρα της Μονής.
Οι Κρητικοί αρχικώς απέκρουσαν την επίθεση που διέταξε ο επικεφαλής των τουρκικών στρατευμάτων. Η εξωτερική γραμμή άμυνας, όμως, τελικώς διασπάται, σκοτώνεται ο Ηγούμενος Γαβριήλ και οι τούρκοι εισέρχονται στον περίβολο της Μονής.
Εξαντλημένοι, και με βέβαιη την αιχμαλωσία και όλες τις συνακόλουθες ατιμώσεις, ο Κωνσταντίνος Γιαμπουδάκης από το χωριό Άδελε του Ρεθύμνου και ο γαριβαλδινός επαναστάτης, Εμμανουήλ Σκουλάς, από τ’ Ανώγεια του Ρεθύμνου, κλείνονται μαζί με άλλους πολεμιστές και γυναικόπαιδα στην πυριτιδαποθήκη. Η πυροδότηση των βαρελιών με το μπαρούτι προκάλεσε την καταστροφή της Μονής και τον θάνατο σχεδόν όλων των Ελλήνων που ευρίσκοντο στην Μονή –πλην ενός μοναχού και τριάντα περίπου γυναικοπαίδων- αλλά και περίπου τριών χιλιάδων Τούρκων.
Η Μονή Αρκαδίου κορύφωσε το αίτημα της κρητικής ελευθερίας και αναθέρμανε τα φιλελληνικά αισθήματα της Ευρώπης, αλλάζοντας σημαντικά τη νοοτροπία και την τακτική των ευρωπαϊκών δυνάμεων απέναντι στο Κρητικό ζήτημα.
Ενεργοποιήθηκε όλος σχεδόν ο ευρωπαϊκός και αμερικανικός Τύπος και πολλοί διάσημοι διανοούμενοι, όπως ο Βίκτωρ Ουγκώ και ο Τζουζέπε Γκαριμπάλντι, μ’ αποτέλεσμα την αλλαγή στάσης των κυβερνήσεων των ισχυρών της εποχής απέναντι στους απελευθερωτικούς αγώνες της Κρήτης. Έτσι άνοιξε ο δρόμος για την κατάκτηση της ελευθερίας και, τελικώς, την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, μετά από μερικές δεκαετίες.
Με την ανεξαρτητοποίηση της Κρήτης (1897), η πόλη του Ρεθύμνου άρχισε και πάλι ν’ αναπτύσσεται. Η άφιξη και εγκατάσταση χιλιάδων Ελλήνων Μικρασιατών προσφύγων που γλύτωσαν από την στυγερή Γενοκτονία, άνω των 6000, στο Ρέθυμνο και στα περίχωρά του, πραγματοποιήθηκε στο διάστημα 1922-1925, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την ανταλλαγή πληθυσμών. Παρ’ όλες τις δυσκολίες της εποχής, η ένταξη των προσφύγων έγινε ομαλά κι αρμονικά και εφεξής το ένα τρίτο του πληθυσμού του Ρεθύμνου έχει μικρασιατικές ρίζες. Ρίζες που μπόλιασαν ευεργετικά, ιδίως την επέκεινα οικονομική και πολιτισμική ζωή του Ρεθύμνου" ανέφερε ο κ. Παυλόπουλος και κατέληξε:
"Φεύγοντας από το Ιερό της Μονής Αρκαδίου παίρνω μαζί μου, εκτός από τις νοερές αποσκευές μου, τις άριστες εντυπώσεις της λαμπρής φιλοξενίας που μου επιφυλάξατε, κυρίως δε την πεποίθηση ότι εσείς, οι Ρεθυμνιώτες αλλά και όλοι οι Κρήτες, έχετε βαθιά χαραγμένη στην ψυχή και στον νου σας το αίσθημα της ευθύνης για τη μοίρα του Τόπου, όπως περιγράφεται από τ’ ακόλουθα λόγια του μεγάλου Νίκου Καζαντζάκη: «Εγώ, εγώ μοναχός μου έχω χρέος να σώσω την Γης. Αν δεν σωθεί, εγώ θα φταίω». Αυτά τα διδάγματα, να είσθε βέβαιοι, θα οδηγούν τη σκέψη μου κατά την άσκηση των καθηκόντων μου ως το τέλος της θητείας μου, και όχι μόνον".


Δεν υπάρχουν σχόλια

ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση