GRID_STYLE

NONE

ΡΟΗ:

latest

Πάει για "ιστορική νίκη" (πρώτη φορά μετά το 2007) η ΝΔ...

Στη μάχη της συσπείρωσης στρέφεται τώρα το ενδιαφέρον, τρεις εβδομάδες πριν από τις εκλογές της 7ης Ιουλίου. Από την έκβαση αυτής της μά...

Στη μάχη της συσπείρωσης στρέφεται τώρα το ενδιαφέρον, τρεις εβδομάδες πριν από τις εκλογές της 7ης Ιουλίου. Από την έκβαση αυτής της μάχης δεν θα κριθεί μόνο ο νέος συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων αλλά και η μορφή που θα πάρει ο δικομματισμός, κατ’ άλλους διπολισμός, την επόμενη περίοδο.

Αν επιβεβαιωθούν οι πρώτες καταγραφόμενες τάσεις στις μετρήσεις, σε ένα κλίμα που παραμένει πάντως ακόμη υποτονικό, τόσο η ΝΔ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ θα επιχειρήσουν να επικυρωθούν ως το νέο δίπολο με διαφορετικές στοχεύσεις ασφαλώς το κάθε κόμμα. Παράλληλα φαίνεται ότι φθάνει η ώρα της σχεδόν απόλυτης αλλαγής τοπίου για τους «μικρούς παίκτες» καθώς οι περισσότεροι από τους σημερινούς οδηγούνται στην πλήρη εξαφάνιση ενώ προβάλλουν ορισμένοι καινούργιοι. Το στοίχημα γι αυτούς είναι εάν θα αντέξουν στο χρόνο. Γενικότερα, φαίνεται ότι τα λεγόμενα κόμματα της κρίσης παύουν να έχουν λόγο ύπαρξης και μέσα από τις συμπληγάδες αυτής της δεκαετίας η μόνη δύναμη που βγαίνει όρθια είναι η ΝΔ.

Καθώς γίνονται για πρώτη φορά εθνικές εκλογές αμέσως μετά από ευρωεκλογές, μοιάζουν με «ενιαίο» σύνολο θυμίζοντας την περίπτωση του 2012 όταν η αναμέτρηση του Μαΐου συνεχίστηκε αμέσως μετά από ένα μήνα. Τότε παρατηρήθηκε εκτίναξη των ποσοστών των δύο μεγαλύτερων κομμάτων και η ΝΔ πήγε από το 18,85% στο 29,7% ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ από το 16,78% στο 26,9%.

Ο δικομματισμός αυτή τη φορά θα καθοριστεί από το άθροισμα των ποσοστών ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ αλλά και από την μεταξύ τους απόσταση. Στις ευρωεκλογές τα δύο κόμματα έφτασαν σχεδόν στο 57% την ώρα που στις άλλες χώρες της Ευρώπης σημειώθηκε μια αντίστροφη τάση απέναντι στα παραδοσιακά κόμματα ενώ αρκετοί προβλέπουν ότι στις 7 Ιουλίου το αντίστοιχο άθροισμα μπορεί να ξεπεράσει το 70%.

Είναι πρόωρο να πει κανείς πόσο σταθερός και ισχυρός θα αποδειχθεί ο νέος δικομματισμός. Άλλωστε θα έχει σημασία και η επιμέρους διάρθρωσή του. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον πάντως η ΝΔ εκτιμάται βάσιμα ότι μπορεί και να ξεπεράσει το 40%, ποσοστό που μέχρι πριν από λίγο καιρό χαρακτηριζόταν ανέφικτο και εξωπραγματικό. Θα είναι η πρώτη φορά από το 2007, οπότε είχε λάβει 41,8%, που θα σημειώνει τέτοια επιτυχία. Η ΝΔ κατάφερε όλα αυτά τα χρόνια, ακόμη και της μνημονιακής κρίσης, να αντέξει ως ο ένας βασικός πόλος του πολιτικού σκηνικού και να μην έχει την τύχη του ΠΑΣΟΚ αλλά τα ποσοστά της γνώρισαν μια σημαντική υποχώρηση καθώς από το 33,5% του 2009, πήγαν στο ιστορικό χαμηλό των πρώτων εκλογών του 2012 και «σταθεροποιήθηκαν» στα επίπεδα του 27,8% με 28,1% των δύο αναμετρήσεων του 2015. Φαίνεται λοιπόν ότι η ΝΔ υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη οδεύει προς μια νίκη που μπορεί να πάρει, ύστερα από μια μακρά περίοδο, ιστορικά χαρακτηριστικά διαθέτοντας την ηγεμονία της νέας πολιτικής περιόδου που ξεκινά μετά το κλείσιμο του οκταετούς μνημονιακού κύκλου.

Ανάλογα και με τον αριθμό των κομμάτων που θα μπουν στην Βουλή, ένα τέτοιο αποτέλεσμα θα εξασφαλίσει μαζί με την άνετη αυτοδυναμία και την πλήρη πρωτοβουλία των κινήσεων στο νέο πρωθυπουργό, τόσο στο ευρύτερο όσο και στο εσωκομματικό πεδίο. Θα δώσει τη δυναμική στην κυβέρνηση να εφαρμόσει άμεσα και χωρίς ταλαντεύσεις το δικό της πρόγραμμα, επιβεβαιώνοντας αφενός την κόπωση της ελληνικής κοινωνίας ύστερα από μια δεκαετία συμβιβασμών και ισορροπιών από τα διάφορα σχήματα ετερόκλητων και θνησιγενών συνεργασιών και αφετέρου την απαίτησή της να υπάρξουν καθαρές και αποφασιστικές λύσεις σε όλα τα μεγάλα ζητήματα. Με 165 και άνω, ίσως, βουλευτές για τη ΝΔ θα είναι εφικτός και ένας σημαντικός ακόμη στόχος που σχετίζεται με την αναθεώρηση του Συντάγματος. Υπό ευκολότερες προϋποθέσεις θα μπορεί να σχηματιστεί στη νέα Βουλή η απαιτούμενη πλειοψηφία των 180 για την αλλαγή κρίσιμων διατάξεων που θα καθορίσουν την πορεία της ελληνικής κοινωνίας τις προσεχείς δεκαετίες. Μένει να φανεί πόσο θα επηρεάσουν την ψήφο της 7ης Ιουλίου τα εθνικά θέματα ή εάν σημειώθηκε σημαντική εκτόνωση τις κάλπες της 26ης Μαΐου και τώρα θα υπερισχύσουν άλλες προτεραιότητες.

Μέσα από την εγκαθίδρυση του νέου δικομματισμού, τη σταθεροποίησή του και την είσοδο σε μια καινούργια πολιτική εποχή με διάρκεια, ο ΣΥΡΙΖΑ ελπίζει στην πολιτική εάν όχι εκλογική διάσωσή του. Το ιδανικό σενάριο για την Κουμουνδούρου, παρά τη ρητορική που αναπτύσσει για τις καθαρά προεκλογικές ανάγκες της, είναι η τάση αυτή να «συμπαρασύρει» και να βοηθήσει τον ΣΥΡΙΖΑ να ενισχύσει και τα δικά του ποσοστά. Ακόμη και εάν η διαφορά διευρυνθεί και ξεπεράσει αισθητά τις 9,3 μονάδες των ευρωεκλογών, οποιαδήποτε αριθμητική επίδοση πάνω από το 23,76% της 26ης Μαΐου θα μπορεί να ερμηνευθεί έστω και πρόσκαιρα ως επιτυχές. Για να συμβεί αυτό ποντάρει στην αύξηση της συσπείρωσης που είχε παραμείνει πολύ χαμηλή πριν από τρεις εβδομάδες, μέσω μιας τακτικής ενίσχυσης των διλημμάτων για την ατζέντα της ΝΔ κυρίως σε σχέση με τα εργασιακά θέματα και τις παρενέργειες από τις μεταρρυθμίσεις στο οικονομικό και κοινωνικό πεδίο που επαγγέλλεται ο κ. Μητσοτάκης. Αν στις ευρωεκλογές η θεωρία του «οριακού αποτελέσματος» κράτησε πολλούς δυσαρεστημένους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ μακριά από την κάλπη, τώρα υπό την απειλή της εδραίωσης της κυριαρχίας της ΝΔ επιχειρείται η ενεργοποίηση και η κινητοποίησή τους.

Αυτή η ελπίδα μπορεί όμως να αποδειχθεί και η μεγάλη αυταπάτη. Το στρατηγικής σημασίας ζητούμενο για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι εάν, ακόμη και σε μια τέτοια περίπτωση, το αποτέλεσμα της 7ης Ιουλίου θα αποτελέσει μια νέα αφετηρία ή θα καταγραφεί ως ένα στάδιο πριν ακολουθήσει η περαιτέρω υποχώρηση ύστερα από το φούσκωμα της τελευταίας επταετίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε από ένα μικρό κόμμα διαμαρτυρίας να απορροφήσει τις εκλογικές μάζες του ΠΑΣΟΚ λόγω του μνημονίου και να το αντικαταστήσει ως βασική δύναμη στον χώρο της κεντροαριστεράς. Δεν έχει όμως το ιστορικό και την παράδοση μεγάλου κόμματος και δεν έχει αποδείξει εάν και ποιες αντοχές διαθέτει σε περίπτωση ήττας. Ο φόβος αυτός ενυπήρχε και στην απόφαση του κ. Τσίπρα να μην περιμένει πια το φθινόπωρο λόγω του κινδύνου διάλυσης του κόμματός ακόμη κι ενόσω βρισκόταν στην κυβέρνηση. Ως κόμμα της κρίσης έγινε και ο ΣΥΡΙΖΑ μεγάλος και μπορεί το ΚΙΝΑΛ να μην αποτελεί πλέον γι αυτόν εκλογικό πονοκέφαλο αλλά η σοβαρότερη απειλή προέρχεται από τη γενικότερη αποσύνθεση και τα αδιέξοδα με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπη η κεντροαριστερά. Όσο και αν ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται μάλιστα ως «μετωπικό σχήμα» με την προσέλκυση παλαιών στελεχών του ΠΑΣΟΚ υπό την προμετωπίδα της «Προοδευτικής Συμμαχίας» αποτελεί κοινό μυστικό ότι στο εσωτερικό του βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη ακήρυκτος πόλεμος των διαφόρων ιδεολογικών τάσεων του που παραπέμπουν στις συγκρούσεις του παρελθόντος μεταξύ των συνιστωσών του. Η ομογενοποίηση υπήρξε σε μεγάλο βαθμό τεχνητή χάριν της κυβερνητικής εξουσίας και η συνύπαρξή τους δεν θεωρείται καθόλου δεδομένη όταν θα έχει χαθεί πια αυτή η εξουσία, οι φυγόκεντρες τάσεις θα μεγαλώνουν και η επόμενη ημέρα των εκλογών θα δώσει την ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία στο άλλο στρατόπεδο…

Ανδρέας Καψαμπέλης

Δεν υπάρχουν σχόλια

ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση