GRID_STYLE

NONE

ΡΟΗ:

latest

Δραπέτες στο γιορτινό χρόνο... Στην Αμφιλοχία του 1950...

ΔΡΑΠΕΤΕΣ ΣΤΟΝ ΓΙΟΡΤΙΝΟ ΧΡΟΝΟ… Δεν γίνεται… Δεν αντέχεται… Το μυαλό να είναι, συνέχεια κολλημένο στα...


ΔΡΑΠΕΤΕΣ ΣΤΟΝ ΓΙΟΡΤΙΝΟ ΧΡΟΝΟ…

Δεν γίνεται…
Δεν αντέχεται…
Το μυαλό να είναι, συνέχεια κολλημένο στα... τωρινά, οι σκέψεις μπερδεμένες, εναγώνιες για το σήμερα, το αύριο, με την βαριά, την ασήκωτη κληρονομιά του χτες…

Γίνεσαι ένα μ΄ αυτή την «κακομοιριά» και άντε να βγάλεις άκρη…
Άντε να εξασφαλίσεις γιατρό για να σου γράψει φάρμακα σε κουτάκι με κόκκινο σιρίτι…
Κάθε μέρα τα ίδια. Γαντζωμένοι στον τροχό, βλέπουμε το αίμα μας να τρέχει, τις σάρκες μας να ξεσχίζονται  και εμείς… ΕΚΕΙ…
Ρε, δεν πάνα έχει συρματοπλέγματα το μαντρί που μας έχουν βάλει, ας είναι μικρός ο φεγγίτης του κελλιού, εγώ έστω και για λίγο θα φύγω….
ΟΧΙ , μην σκεφτείτε ότι το σαρκίο μου θα φύγει… ΟΧΙ , με το μυαλό και την ψυχή μου θέλω να δραπετεύσω …
Εξ΄ άλλου μ΄ αυτά μπορείς να πας μακριά – πολύ μακριά, πίσω και μπροστά στον χρόνο.
Λοιπόν καλοί μου ρίχνω την ιδέα να την ¨κάνουμε ¨ από εδώ και να πάμε ….. τι λέτε, προς τα πίσω;
Ναι; ok  Φύγαμε!!!
Πάμε στην δεκαετία του 50;
Που; Μα στην μακρινή μας Αμφιλοχία, τον Καρβασαρά, προορισμό για κάθε Βαλτινό της εποχής, το Εμπορικό κέντρο της Επαρχίας. Τον Καρβασαρά της όμορφης ανάμνησης και θα πρότεινα, μάλιστα μέρες που είναι, να τις πάμε στον αντίστοιχο, εκείνο χρόνο….
Χριστούγεννα , Πρωτοχρονιά, Φώτα…
Για να δούμε…
Αν το μυαλό σας πάει σε μια ολοφώτιστη πόλη με τα αγγελάκια, τις καμπανούλες, κ.λ.π. κρεμασμένα σε κολώνες και τα σπίτια αστραφτερά με παλλόμενα φωτάκια, το αψηλό , γεμάτο φώτα δέντρο στο ¨στρογγυλό¨, ΧΑΣΑΤΕ!!!
Ούτε γιρλάντες, ούτε αγγελάκια , ούτε δέντρο… Και να θέλαμε να έχουμε , η ηλεκτρική εταιρεία(ως το 1959 ) δεν έδινε τέτοια ευχέρεια. Σκεφτείτε, από του Μάντζιου και πέρα οι λαμπτήρες έμοιαζαν με θνησιγενή κεράκια, (συνεχές ρεύμα γαρ) !!! την γιορταστική όψη (σε βιτρίνες)  την έδιναν μόνο καταστήματα παιχνιδιών κι αυτά , μετρημένα…
Οι προετοιμασίες για τις μεγάλες γιορτές, έφερναν στην πόλη όλο το Βαλτινό πληθυσμό και μεγάλο μέρος του Ξηρομέρου. Το Αγρίνιο τότε, ήταν κάτι σαν TERRA INGOGNITA και η Άρτα το ίδιο (εκεί μόνο για γιατρό πήγαινες). Η εμπορική ζωή της επαρχίας, έσφυζε εδώ.
Αχ, εκείνο το  ¨Σεϊτάν Παζάρ (οδός Χαβίνη) τι μαγικός χώρος ήταν...
Μαγαζιά , έτοιμα να δεχτούν κάθε ¨απαιτητικό¨ πελάτη, του κόσμου τα καλά – τηρουμένων των αναλογιών της εποχής, το εμπορικό τμήμα της, ως του ¨Μαυρανδρέα¨.
Από εκεί και πέρα, οι χώροι εξυπηρετούσαν κυρίως το ¨παρκινγκ¨ όλων των μεταγωγικών ζώων. Εκεί τα ¨παρκαρίζουν ¨ με κύριο ενδιαίτημα, το χάνι του Μπάρμπα Ανδρέα Σαρλή. Εκεί, επίσης ήταν ο χώρος επίδειξης και πώλησης κάθε οικόσιτου η κοπαδιάρικου ζώου.
Από το Σακαρέτσι (Περδικάκι) από το Σύντεκνο του κάτω Βάλτου, όλοι εκεί με την ζωική πραμάτεια και τα γαλακτοκομικά προϊόντα για να γίνουν η κινητήρια δύναμη αγοράς τόσων και τόσων αγαθών που είχαν ανάγκη. Στου Μαυρανδρέα , Αχιλλέα Παπαγιάννη, στον Χαρίλαο Τέλωνα, στον Λιάπη, Καραφασούλη – μαγαζιά χονδρικής – λιανικής, γινόταν το ¨έλα να δεις¨!!!
Στις πόρτες όλων αυτών και σε κάθε άλλου μαγαζιού κυριαρχούσαν ¨μπουκέτα¨ από αγριοπούλια (Φάσσες, παπιά, λούφες κ.λ.π.) απαραίτητες και μη εξαιρετέες λιχουδιές στα πιάτα της εποχής.
Λίγοι κυνηγοί, πολλά τα θηράματα, ακυνήγητοι οι τόποι. Τα καφενεία του δρόμου, διάσημα τότε, Κατσούλας, Μαργάρης, Φώτσας, γεμάτα (κυρίως) από τους επισκέπτες. Καφές ούζο λουκούμι και βανίλια  για τα παιδιά και τις γυναίκες) τσαγκάρικα μικρά μεγάλα έκαναν χρυσές δουλειές και ένα σωρό άλλα μικρομάγαζα, μανάβικα, μαγαζιά με μεταχειρισμένα ρούχα, το επιβλητικό χαλκουργείο του Μπάρμπα Νίκου του ¨Κυπρά¨ απόγονος του Ηφαίστειου εργαστήριου!!!
Για μαχαίρια, χατζάρια κ.λ.π. αιχμηρά, στον Μπάρμπα Βασίλη τον Μαχαιρά.
Στην διαδρομή να και ο Μπάρμπα Θωμάς ο Σταφυλάς, σκυμμένος στον μικρό του πάγκο (όταν δεν είχε ¨ντράβαλα¨ με τον έφορο καπνού). Ο Μπάρμπα Θωμάς και ο Μπάρμπα Βαγγέλης ο Μολώνης οι ¨πρώτες βοήθειες¨ των ταλαιπωρημένων υποδημάτων χωρικών και εντοπίων!!!
Στον αέρα της διαδρομής κυριαρχούσαν γαργαλιστικές οσμές εδεσμάτων από μικροψησταριές και τα μαγέρικα Σάλτη και Νακόπουλου. Το σουλάτσο συνεχίζεται προς την κεντρική αγορά, τα υποδηματοπωλεία  Διαμάντη – Ρούλια – Κουσαρή)  κυριαρχούσαν στις προτιμήσεις οι βιτρίνες τους είχαν μόνιμους θεατές και οι επισκέπτες ψώνιζαν.
Τα καταστήματα ¨Νεωτερισμών¨ το μαζί με τα υφασματάδικα συγκέντρωναν το ενδιαφέρον του γυναικείου [πληθυσμού εγχωρίων και περιφέρειας, Σαρλής , Αφοί Σιούνα, Καραγιώργος, Χρ. Λίντας, Μπαρτσώκας είχαν την τιμητική τους, επικρατούσε αδιαχώρητο.
Από τα υφασματάδικα γραμμή για τις πολλές και ονομαστές μοδίστρες. Με την ψυχή στο στόμα και το τιμ των βοηθών – μαθητριών να τρέχει ¨παλαβωμένο¨ για παράδοση, υλικά, πρόβα..
Αμ, στα ραφτάδικα.
Κοστούμια, Σακάκια, Παλτά (καινούρια) κοστούμια, (παλτά για γύρισμα), ναι καλά καταλάβατε, το από μέσα ύφασμα γινόταν εξωτερικό και έτσι ένα παλτό,  κοστούμι θα αποκτούσε διπλή διάρκεια ζωής.
Τι σας πέρασε στο μυαλό; Στερημένοι οι καιροί  αλλά και οι γιορτές – γιορτές.
Αναφέρθηκα στα καταστήματα υποδημάτων. Μεγάλος ανταγωνιστής τους ήσαν τα μεγάλα τσαγκάρικα όπου, σε μεγάλη κλίμακα κατασκευάζονταν παπούτσια ¨επί παραγγελία¨. Τέτοιες μέρες από Νοέμβρη κιόλας οι παραγγελίες στο φόρτε τους. Αδιάβροχα , σεβρό τα δέρματα που κυριαρχούσαν και ήταν πολλοί και άξιοι μάστορες και τα παπούτσια, για μια ζωή!!! Μονόσολα – δίσσολα – ανάλογα με την προτίμηση ίσως και την οικονομική επιφάνεια (τα μονόσολα, φυσικά, πιο φινετσάτα αλλά με τους φυσικούς καιρούς που επικρατούσαν τότε, με λιγότερη ζωή.
Συνωστισμός από το πελατειακό κοινό στα μεγαλομπακάλικα ΚΟΝΔΥΛΗ – ΤΡΟΜΠΟΥΚΗ – ΚΟΣΜΕΤΑΤΟΥ και ξεχωριστό τόνο το ¨εδωδιμοπωλείον¨ ΚΟΝΤΟΝΙΚΑ – ΤΣΙΚΝΙΑ.
Όλα τα παραπάνω καταστήματα με πλαισίωση και άλλων μακρότερων παρόμοιων αποτελούσαν τον κορμό της εμπορικής παρουσίας της πόλης και ο χώρος μεγαλύτερης επισκεψιμότητας τις γιορτινές μέρες.
Πάνω κάτω αυτό ήταν το σκηνικό της αγοράς της Αμφιλοχίας όλο τον καιρό και ιδιαίτερα , τούτες τις γιορτινές στιγμές.
“Του γρ΄ν  του γρ΄ν “ ήταν μια κραυγή που κράτησε σχεδόν ως τις μέρες μας και οι παλιότεροι, θυμούνται πρόσωπα και πράγματα.
Εκεί , προς το “Απάνω πηγάδι“ μια χρονιά – μέρες σαν τώρα – του γρ΄ν ξέφυγε από τα δεσμά του και …. Την έκανε!!!!
Ξεσηκώθηκε η γειτονιά για το γρ΄ν , γιατί το συμπαθέστατο οικόσιτο, ίσως διαισθάνθηκε ποιος ήταν ο λόγος που το “κανάκευαν“ και το “καλοτάιζαν“ όλη τη χρονιά!!!
Ο λόγος;
Η διά σφαγιασμού εκτέλεση του.
Η διατήρηση οικόσιτων προβατοειδών, χοιροειδών και αιγοειδών, δεν ήταν συνήθεια μόνο των κατοίκων των χωριών .
Η πόλη μας διατηρούσε επίσης μεγάλο αριθμό οικόσιτων (άλλωστε ένα μεγάλο χωριό ήταν και ο Καρβασαράς).
Έτσι , αυτές τις μέρες, ο αέρας έφερνε στ΄ αυτιά μας τα τα απεγνωσμένα “ σκουξίματα“ των χοιρινών καθώς δοκίμαζαν τις “περιποιήσεις “ των εκτελεστών τους.
Οι ερωτήσεις, πάντα, στερεότυπες: Παχύ τα΄ αρνί, μιγάλου του γρ΄ν ; Σήμερα , στους σκουπιδοτενεκέδες βρίσκεις υπολείμματα και περισσεύματα γευμάτων και κάθε άλλου φαγώσιμου είδους… τα παίρνει η σκουπιδιάρα και πάνε… Τότε, ούτε υποψία από τα παραπάνω, στο κάρο του συχωρεμένου Βαγγέλη. Ό,τι περίσσευε, στου γρ΄ν!!!
Στα “πατζαριά“ (γαλακτοκομεία) συνωστίζονταν οι κάτοχοι χοιρινών  για λίγο “καπέτι“ (τυρόγαλο) λιχουδιά – τροφή για τα ζώα.
Και τα οικόσιτα μεγάλωναν.
Μεγάλωναν πάχαιναν  προς αγαλλίασιν των ιδιοκτητών που εξασφάλιζαν το κρέας για τις γιορτές, κρέας για την υπόλοιπη χρονιά, λίπος για τις διατροφικές ανάγκες. Ποιος δεν έχει δοκιμάσει ξίγκι; Και τις εξαίσιες σε γεύση τσιγαρίδες!!!
Έτσι λοιπόν εξηγείται και η απόγνωση του ιδιόκτητη του δραπέτη χοιρινού.
“Του γρ΄ν του γρ΄ν “ , πόση αλήθεια και ουσία περιείχε αυτή η κραυγή…
Έλα , όμως , που το γρ΄ν είχε και τον μεγάλο ανταγωνιστή στο γιορτινό τραπέζι….
Ποιο;
Μα την κότα, ναι την κότα…
Εδεσματική συνήθεια – αντίβαρο  της γαλοπούλας (και πιο νόστιμη) των ημερών αυτών….
Ολόπαχη με το κίτρινο λίπος της να δίνει ξεχωριστή γεύση στην σούπα τωυ γιορτινού τραπεζιού!
Γουρούνι και κότα συμβίωναν…
Μοιράζονταν κάθε τι που η νοικοκυρά άδειαζε στην αυλή.
Παμφάγα και τα δύο.
Άραγε ένοιωθαν την κοινή μοίρα και το με τον ίδιο τρόπο τέλος τους;
Τα χοιρινά είχαν την “τιμητική “ τους  στα υποτυπώδη σφαγεία στον “Καπακλή“ στην αρχή και αργότερα στα συστηματικά (όπου σήμερα το ΚΑΠΗ).
Οι λάμες πέταγαν σπίθες.
Σφαγή , μάδημα και στο autocar  του ΤΣΙΚΝΙΑ για την Αδηφάγο Αθήνα.
Οι νοικοκυρές μέσα στον πυρετό της προετοιμασίας των ημερών , είχαν και το πρόσθετο “βάρος“ των μουσαφιρέων.
Οι προερχόμενοι από μακρινά σημεία της περιοχής αντιμετώπιζαν πρόβλημα της διαμονής (το Άκταιον και ο Διαμάντης, ήσαν υπεράνω των βαλαντίων του) και εν πάση περιπτώσει, όλοι δεν θα χωρούσαν εκεί.
Οπότε ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ!!!
Στενές συγγένειες, μακρινές , συμπεθεριά, κουμπαριές, έφερναν κόσμο σε όλα τα σπιτικά.
Τα σπίτια ίσα – ίσα να χωρούν τους ενοίκους αλλά, αφενός οι καλοί χωράνε παντού, αφετέρου ως εκείνες τις εποχές ο ξένιος ΔΙΑΣ ήταν κυρίαρχος στην λογική τις συνήθειες στις συμπεριφορές μας… Αλλά και οι μουσαφιρέοι… ΓΑΛΑΝΤΟΜΟΙ!!!
Μην νομίζετε..
Να. Τα τυριά , να τα βούτυρα, οι τραχανάδες.
Έτσι ήτανε τότε.
Τα χέρια και οι καρδιές , έδιναν , πρόσφεραν όχι για την ανταπόδοση αλλά από την ανάγκη της καρδιάς τους.
Κι άλλη “σκοτούρα“ για τις οικοδέσποινες.
Η σκοτούρα!!!
Οι σύζυγοι από την αρχή της Σαρακοστής (Αγ. Φιλίππου) έριχναν άγκυρα , ρίζωναν στις καρέκλες των καφενείων.
Οι τράπουλες άλλαζαν χέρια, έπαιρνα φωτιά, οι Φάντηδες , οι Ντάμες, οι Ρηγάδες είχαν την τιμητική τους, με κυριότερα παιχνίδια το 31 και το “Ραμί“ (πρόδρομος του κουμ καν , Θανάσης δεν υπήρχε).
Αυτό κρατούσε ως των Φώτων, οι τελευταίες παρτίδες, έτσι για να φωτίσουν τα χαρτιά!!!
Ο μαγικός χώρος  του καφενείου του Μπάρμπα Ντίνου (Βέλλιου) παλιός κινηματογράφος με πανέμορφη κλασσική (μεσοπολέμου) επίπλωση ήταν ο κεντρικός λατρευτικός χώρος της τύχης.
Η μεγάλη αίθουσα ο Μπάρμπα Ντίνος στην άκρη δίπλα, στον πάγκο να ψήνει καφέδες και τσάγια για τους θαμώνες και παίχτες και ο Γεράσιμος να τρέχει να σερβίρει.
Έπαιζαν νυχθημερόν!!!
Μικρές μπάνκες , μεγάλες μπάνκγες, τα χρήματα άλλαζαν αδιάκοπα χέρια  και λίγοι (ως συνήθως) οι κερδισμένοι και περισσότερο , το καφενείο με τις “πρώτες“, το καφενείο αυτό (στην θέση του εστιατορίου ΔΙΟΝΥΣΟΣ     στην παλιά κτιριακή κατάσταση δεν ήταν το μόνο. Πολλά άλλα , στέκια – καφενεία αποτελούσαν  χαρτοπαικτικές “κονίστρες“ των ημερών.
Όμως η θεά τύχη δεν λατρεύονταν μόνο στους καφενειακούς χώρους.
Τα σοκκάκια της πόλης φιλοξενούσαν τους παίκτες του “στριφτού“, το στριφτό, “ψιλό“ για τους Αγρινιώτες.
Δεν θα το περιγράψω, οι νεώτεροι ας ρωτήσουν και ας παίξουν.
Τα κύρια σημεία ήταν το στενό μπροστά στο φυσικοθεραπευτήριο Βαγγέλη Κουκοβίνη και το άλλο μπροστά στην παλιά ΔΕΗ που βγάζει στην παραλία.
Και η πιτσιρικαρία έπαιζε, μόνο σε μικρότερη ασφαλώς κλίμακα στοιχημάτων και ποσών.
Την θεά τύχη , επίσης την αναζητούσαν και στο πρακτορείο Λαχείων του Μπάρμπα Σπύρου Καμπάνα και (μόνο Συντακτών) στον Μπάρμπα Τάσο Τσοπολίδη,
Για τους μαθητές οι διακοπές η μεγάλη λαχτάρα και προσμονή.
Στην άκρη η σάκα και δρόμο, ολημερίς οι γειτονιές γέμιζαν από “σμάρια“ παιδιών σε κάθε είδους και επινόησης παιχνίδι.
Αλλά , εκεί που η προσμονή των διακοπών έπιανε “κόκκινο“ ήταν ο κινηματογράφος. Ναι , καλά, χαμογελάστε όσο θέλετε!!!
Το να πας κινηματογράφο εκείνους τους καιρούς ισοδυναμούσε με την περιπέτεια αναζήτησης του Άγ. Δισκοπότηρου!!!
Ούτε με τους γονείς δεν επιτρεπόταν να πας σινεμά στην διδακτική περίοδο.
Οι τολμηροί επινοούσαμε κάθε τέχνασμα να περάσουμε από το κατώφλι του μαγικού κόσμου “παρανόμως“.
Οι παραβάτες αντιμετώπιζαν στο Δημοτικό τη βέργα του ΑΛΕΣΤΑ (πόναγε πολύ η ριμάδα) και οι γυμνασιόπαιδες είχαν τιμωρία αποβολής 2 έως 5 ημερών!!!
Έτσι το 15θήμερο των εορτών ήταν η μυθική χρονική περίοδος για μας.
Ο Χριστόφορος (Μαρέττας) φρόντιζε να φέρνει κάθε ταινία με την ένδειξη “ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΝ ΔΙΑ ΜΑΘΗΤΑΣ“ κάθε δεύτερη μέρα και αλλαγή έργου με 2 πρωινές παραστάσεις. Τι Ταρζάν , τι Λάφιτ ο πειρατής, τι Σαρλώ, τι Χονδρός – Λιγνός, τι 3 Σωματοφύλακες , τι Ζορρό, τι , τι, οι τακτικοί των παραστάσεων , είχαμε μάθει απ΄ έξω τα έργα και μεταφέραμε τους ρόλους στους χώρους των παιχνιδιών μας!!!
Εισιτήριο τιμή 1 δραχμή, περάστε κόσμε, και τα στραγάλια σε μεγάλα χωνιά – πρόσθετη απόλαυση.
Σε αντίθεση με τις τωρινές εποχές η πορεία προς το 15μερο των εορτών, είχε και την βαθύτατη θρησκευτική διάσταση….
Τα “Σαρανταλείτουργα“ συγκέντρωναν, τότε, μεγάλο αριθμό πιστών ακόμα και μαθητών.
Στα “’άγρια“ χαράματα, οι μανάδες μας,  μας ξυπνούσαν να  πάμε στην εκκλησία. Ο παπάς σχόλαγε λίγο πριν φύγουμε για το σχολείο. Στο σπίτι μας περίμεναν οι τηγανίτες με ζάχαρη ή μέλι και η θρυλική …. “ΜΠΑΖΙΝΑ“ what is this?
Α, ρωτήστε αυτούς που ξέρουν για να σας εκθειάσουν την νοστιμάδα και την θρεπτική της αξία.
Η νηστεία, απαράβατος κανόνας των ημερών προκειμένου να αξιωθούν την θεία Μετάληψη ο παπά Ανδρέας , ο παπά Βασίλης, ο παπά Διονύσης, ο παπά Γιώργης Ναούμης, είχαν να το «λένε» για την προσήλωση των ενοριτών στις επιταγές των Ιερών ημερών…
Καθώς κοντεύαμε, από του Αγ. Ελευθερίου και μετά, οι προετοιμασίες γινόταν πυρετώδεις…
Οι νοικοκυρές σε κατάσταση συναγερμού!!!
Διπλάσιες οι δουλειές σε σχέση με το σήμερα.
Βλέπεις τώρα, η ηλεκτρική σκούπα αντί του κλασσικού “σαρώθρου“ του χεριού (στα σπίτια ήταν με την κοντή λαβή και άντε η γυναικούλα να μαζεύει την …. μέση της), το πλυντήριο αντί του εφιάλτη της μπουγάδας του σαπουνιού , της αλισίβας, το καθαριστήριο χαλιών αντί του “κόπανου“ στο ΠΕΛΑΓΑΚΙ ή στον ΠΕΤΡΟΝΙΚΟ.
Οι ηλεκτρικές κουζίνες εκτόπισαν την φωτιά με τα ξύλα και την πυροστιά, την γκαζιέρα, τα ηλεκτρικά ψυγεία, οι καταψύκτες δίνουν την ευχέρεια του άνετου εφοδιασμού τροφίμων πολλές μέρες πριν την κατανάλωση των εορτών.
Θυμάστε την κλασσική κλούβα ή φανάρι έξω από τα σπίτια με τα  “φαγώσιμα“ για να εξασφαλίσουν την  διατήρηση τους με την βοήθεια του ψυχρού καιρού….  ; και ήταν ψυχρός ο καιρός τότε και βροχερός , τουρτουρίζαμε από το κρύο, περπατούσαμε και τα βήματα μας, έσπαζαν το κοκκαλωμένο νερό ιδίως τα πρωινά.
Ο “Πεταλάς“ με μόνιμο χιόνι…. Και η βροχή (στρέιτ θρου κατά Ζαμπέτα). Βροχή – κρύο και τανάπαλιν.
ΗΣΑΝ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΕΙΜΩΝΕΣ
Ενώ, τώρα …. Χριστούγεννα στην παραλία και βολτούλα με μπουφανάκι.
Πάει , χάθηκε η μαγεία!!!
Κρύο, πολύ κρύο και το τζάκι μαζί με το ανήμπορης ουσιαστικής θέρμανσης, μαγκαλάκι δεν τα “έβγαζαν πέρα“, τα σπίτια στρωμένα με τα “καλά“ για τις μέρες στρωσίδια,  ηλίθινη  κατασκευή και το απαραίτητο ξύλινο πάτωμα, “καλύπτουν “ τις θερμικές ανάγκες.
Και η μεγάλη νύχτα, της Γέννησης, έφθανε.
Από την βαθειά – ακόμα – νύχτα οι καμπάνες έστελναν το χαρούμενο ηχητικό σήμα της Ενανθρώπισης.
Όλη η πόλη με μιας στο πόδι, τα παράθυρα των σπιτιών φωτίζονταν από το αμυδρό φως της λάμπας πετρελαίου και κάμποσα φωτεινότερα από ηλεκτρικούς λαμπτήρες, (μην ξεχνάμε ότι η πλήρης ηλεκτροδότηση έγινε το 1959).
Όλοι με τα καλά μας!!!
Βαριά παλτά, κουστούμια, τα επίσημα φορέματα, ο ενδυματολογικός , τύπος τις βραδιάς.
Όλοι με τα “καλά“ τους, το ίδιο και οι ιερείς με τα βαρύτιμα άμφια. Οι ψάλτες έδινα το καλύτερο εαυτό τους.
“ Η Παρθένος σήμερον“
Το έλεγε ο “ΠΟΝΗΡΟΣ“ επαναλάμβανε από το αριστερό ο νεόκοπος – ΤΟΤΕ – ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΡΚΑΣ, φωνές ψαλτικής με υψηλή αισθητική.
Η νηστεία … αρχικά και εκατοντάδες οι πιστοί να κοινωνήσουν.
Η μετάληψη θεοσεβής τιμή στην Αγία ημέρα.
Μετά την απόλυση.
Πρωί ακόμα, μέσ΄το τσουχτερό κρύο και όλοι για τα σπίτια.
Λίγο, μετά ετοιμασία για τις επισκέψεις.
Τηλέφωνα (σταθερά – κινητά) για ευχές;
Καλοί μου που ζείτε…
Στο 50-60 ζείτε!!!
Όλοι ανταλλάσαμε επισκέψεις.
Δεν ήταν απλά κοινωνική υποχρέωση.
Ήταν βαθειά πολύ βαθειά ανθρώπινη προσέγγιση, ήταν λογική και τρόπος ζωής.
Και έφθανε και η ώρα του Χριστουγεννιάτικου τραπεζιού .
Όλοι στο τραπέζι , αν είχαμε και “ξενιτεμένους“ η χαρά διπλή.
Πρώτα, λοιπόν  η σούπα αυτό το εξαίσιο έδεσμα, προϊόν καλής όρνιθας και μερακιού της νοικοκυράς.
Το ολόξυγκο κρέας της “εκτελεσμένης“ κότας ανάκατο με τη σούπα έδιναν στο ουρανίσκο υψηλούς τόνους γεύσης.
Στη συνέχεια, το άλλο (άλλοτε) ζωντανό, το χοιρινό.
Μαγειρεμένο με ένα σωρό τρόπους, ανάλογα με τις εμπνεύσεις της μαγείρισσας. Τα γαλακτοκομικά, συμπλέγματα της γευστικής πανδαισίας και μην φανταστείτε σαλάτα άλλη πλην αυτής της “κράμβης“ . Γλυκά; ΚΟΥΡΑΜΠΙΕΔΕΣ ΠΑΝΤΟΥ ΚΑΙ ΜΟΝΟ (τα μελομακάρονα ήρθαν λίγο αργότερα).
Δέντρο; Α, μπα!!!
Που και που κανένα κλωναράκι πεύκου με αρκετό βαμβάκι (για χιόνι) και αρκετές καρτ ποσταλ.
Δώρα; Μόνο για τα παιδιά.
Κυρίως την πρωτοχρονιά, όταν ο, πανανθρώπινος γεράκος, Αη Βασίλης – Σάντα Κλάους ή όπως αλλοιώς τον λένε, κατέβαινε από το “μπουχαρί“ και άφηνε δίπλα από τα κρεβάτια των μικρών τα δώρα των γονιών, όχι πάντα αυτά που τα παιδιά περίμεναν, αλλά στην θέα των παιχνιδιών τα παιδιά άφηναν κατά μέρος τις αρχικές προτιμήσεις και … απολάμβαναν.
Τα κάλαντα.
Ε, τι;
Ναι , μωρέ τα κάλαντα …. Οι λιχουδιές του τραπεζιού με πήγαν αλλού και ξέχασα τα κάλαντα…
Από την 1η μετά τα μεσάνυχτα, οι γειτονιές ζωντάνευαν από τον νεαρόκοσμο.
Παρέες – παρέες τα Αμφιλοχιωτόπουλα γύριζαν τα σπίτια (σ΄όλη την πόλη).
“Μπάρμπα ……. Να τα πούμε;“
“θεια ………. Να τα πούμε;“
“Πέστε τα“
Τα λαρύγγια έβγαζαν τις καλύτερες νότες στο “καλήν ημέρα….“ καθώς οι ανάσες σχημάτιζαν ατμούς στην παγωμένη ατμόσφαιρα.
Λίγα πολύ λίγα παιδιά “τ΄άλεγαν “ με το φως της μέρας.
Η αμοιβή, σχετικά φτωχή, όμως αμοιβή.
Χρήματα που ποτέ άλλοτε μέσα στην χρονιά δεν έμπαιναν στις τσέπες εκείνων των παιδιών.
Αν, όμως, μέσα από το σπίτι…… “τα ΄παν άλλοι“;
Αλλοίμονο…
Όλα ανάποδα…!!
Γλάστρες, τενεκέδες με λουλούδια και ό,τι άλλο υπήρχε έξω από το σπίτι, υφίστατο την “οργή“ των μελωδιών της γιορτινής παραμονής.
Ίδια κι απαράλλαχτα και στα Πρωτοχρονιάτικα κάλαντα.
Τα Φώτα , το ενδιαφέρον ήταν μειωμένο..
Τα σχολεία!!
Η συμβολή των σχολείων (ιδιαίτερα των δημοτικών και του κατηχητικού) στον εορτασμό των ημερών ήταν σημαντική.
Ποιήματα στα σχολεία, σκετς με αναφορές στη θεία Γέννηση.
Η αίθουσα του κατηχητικού ασφυκτικά γεμάτη από κοινό όλων των ηλικιών (νομίζετε ότι υπήρχαν κι άλλες ψυχαγωγικές δράσεις;)
Με καλή καρδιά λοιπόν και διάθεση, η εβδομάδα περνούσε και η πρωτοχρονιά “επί θύραις“.
Τα σπίτια, αποκλειστικά , οι χώροι της αναμονής της νέας χρονιάς.
Συγγενείς, φίλοι, γείτονες, μαζεύονταν σε ανάλογα σπίτια περιμένοντας την 12η και……
Εδέσματα, ποτά, ίσως και γραμμόφωνο, και τα μικρά να αδυνατούν να κρατήσουν τα μάτια τους ανοιχτά.
Ο Θωμάς ο Πατσόπουλος διέκοπτε  με την αλλαγή του χρόνου  τον ηλεκτροφωτισμό της πόλης δίνοντας τον, ανάλογα, χαρακτηριστικό τόνο στην βραδιά.
Ο Νοικοκύρης έσβηνε την λάμπα έτσι για το έθιμο, μετά οι ανταλλαγές ευχών και οι φίλοι της τσόχας αναχωρούσαν….. μαντέψτε για πού….
Η ημέρα της Πρωτοχρονιάς άνηκε κυρίως στα παιδιά.
Εκτός των δώρων  του Αη Βασίλη, υπήρχε και ο μπουναμάς ή μπουλαμάς όπως τον λέγαμε, χρηματικό ποσό από πατέρα, μητέρα, θείους , παππούδες, νονούς.
Μαζί με το νυχτοκάματο, των καλάντων και ένα μέρος στις τσέπες των πιτσιρίκων και το μεγαλύτερο στον πήλινο κουμπαρά και κυλούσε η πρώτη εβδομάδα του νέου έτους και να, τα Φώτα.
Η εορτή των Φώτων δεν διαφέρει μ΄ αυτήν των ημερών μας. Ίδια τοποθεσία κατάδυσης του Σταυρού. Ίδια διαδικασία ανάσυρσης, ο νικητής, η γνώριμη γύρα.
Η τελετή της κατάδυσης, όμως από το 1953 ως το 1966 δεν λάμβανε χώρα για τι ύστερα από διάφορα επεισόδια (το 1952 στον Αστακό πέταξαν το Ιερέα στη θάλασσα) ο , τότε Μητροπολίτης ΙΕΡΟΘΕΟΣ απαγόρευσε την εορταστική αυτή διαδικασία. Επαναλήφθηκε το 1967 με τον Βασίλη Καγιά να μονοπωλεί για αρκετά χρόνια στην ανάσυρση του Σταυρού.
Οι γιορτές στο τέλος τους.
Την άλλη μέρα (Αη Γιαννιού) η αγορά έπαιρνε την συνηθισμένη όψη και κίνηση οι κυνηγοί της τύχης “κρέμαγαν“ τις τράπουλες και απόμεναν μόνο οι “χρόνιοι και καθ΄ εξίν“ …., οι νοικοκυρές έπαιρναν βαθιές ανάσες.
Οι μόνοι που δεν ζούσαν την ατμόσφαιρα της “κάλμας“ ήσαν οι μαθητές.
Με βαριά πόδια, νωπές θύμησες του 15μέρου οι πιο πολλοί και αδιάβαστοι, ξεκινούσαμε γι το σχολείο.
Πάλι ο ΑΛΕΣΤΑΣ, μπροστά μας ο ΦΑΡΔΕΛΑΣ, ο ΚΟΝΤΟΣ.
Φτου , ρε και για τα διαγωνίσματα, 23 μέρες μόνο.
Που μυαλό για προετοιμασία, επαναλήψεις , όταν έχεις “στριφτό“ ΜΑΡΕΤΤΑ“ μπίλιες, τον Τζαρτζάνο και τον Τόγκα θα θυμάσαι;
“Άντε , αρκετά γυρίσαμε επιστρέφουμε, πήδα το συρματόπλεγμα, χώσου από τον φεγγίτη“
Τι λες ρε..
Εγώ θα μπαίνω, θα βγαίνω, θα γυρνάω, θα ξαναφεύγω, θα περνάω κι άλλα Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιές, Φώτα , θα ξαναβγαίνω για το Πάσχα, θα δραπετεύω για το καλοκαίρι, τώρα καλόμαθα!!!
Εγώ, άλλο τροχό και συρματόπλεγμα, ΔΕΝ…
Εσύ κάτσε, και μην αλλάζεις την μοίρα σου.
Τι; Και εσύ μαζί;
ΜΕΓΑΛΕ  ΣΕ  ΠΑΡΑΔΕΧΟΜΑΙ!!!

Θ. Κοντονίκας
Δημοσιεύτηκε 15/12/2011
στην έκδοση 112της εφημερίδας «Μαΐστρος»

Δεν υπάρχουν σχόλια

ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση