GRID_STYLE

NONE

ΡΟΗ:

latest

Ότο Ρεχάγκελ: ο δικός μας άνθρωπος...

Από τον Δημήτρη Καραπαναγιώτη Όπως όλα τα ωραία πράγματα στη ζωή κάποια μέρα τελειώνουν, έτσι έφτασε και το πλήρωμα του χρόνου για τον Ομ...

Από τον Δημήτρη Καραπαναγιώτη

Όπως όλα τα ωραία πράγματα στη ζωή κάποια μέρα τελειώνουν, έτσι έφτασε και το πλήρωμα του χρόνου για τον Ομοσπονδιακό μας προπονητή για να αποχωρήσει από την εθνική ομάδα της χώρας μας. Ο Ότο Ρεχάγκελ μετά από εννέα χρόνια γεμάτα επιτυχίες δεν θα βρίσκεται πια στο τιμόνι της εθνικής μας καθώς αποφασίστηκε από κοινού με τον πρόεδρο της ΕΠΟ κ. Σοφόκλη Πιλάβιο πως έφτασε η ώρα της αποχώρησης.
Είναι γνωστό ότι ο Ότο πέρα από φανατικούς υποστηρικτές είχε και πολλούς επικριτές. Πιο πολλοί ήταν αυτοί που τον...
 κατέκριναν θα έλεγα. Βλέπετε είναι πολύ εύκολο να ασκείς κριτική στην εθνική ομάδα διότι δεν έχει δικούς της οπαδούς όπως έχει ένας σύλλογος. Και με πρόφαση ότι δεν παίζει καλή μπάλα η ομάδα ο Ρεχάγκελ γινόταν το εξιλαστήριο θύμα. Ακούω πολλούς ανθρώπους γύρω μου να λένε «Δεν παίζουμε επιθετικά», «Τσούκου τσούκου μπολ» και διάφορες τέτοιες ανοησίες. Κι όλα αυτά επειδή ο Γερμανός προτίμησε να χτίσει μια σφιχτή ομάδα, με αγωνιστικό πλάνο μες στο γήπεδο, η οποία είχε την δική της ταυτότητα κι ήταν ανταγωνιστική σε όλα σχεδόν τα επίπεδα, από το να γίνεται η χαρά του κάθε «πικραμένου» και να τρώει τεσσάρες όπως στο Μουντιάλ του 94.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Μετά από κάποια ανεπιτυχή αποτελέσματα στο ξεκίνημα του και παρατηρώντας το υλικό που του πρόσφερε το ελληνικό ποδόσφαιρο, ο Ότο αποφάσισε πως το 4-3-3, με μικρές παραλλαγές ανάλογα με τις εκάστοτε περιστάσεις, είναι η κατάλληλη τακτική ώστε η Ελλάδα να εμφανιστεί ανταγωνιστική στις Παγκόσμιες και Ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Όπερ και εγένετο! Ο Γερμανός έβαλε τις βάσεις και μας δίδαξε πως παίζεται το σύγχρονο ποδόσφαιρο. Έχτισε δηλαδή ένα πολύ γερό άξονα τοποθετώντας στο κέντρο του γηπέδου μια τριάδα από χαφ (Μπασινάς, Καραγκούνης, Ζαγοράκης) οι οποίοι είχαν μέτρα με την μπάλα, έπαιζαν ενεργητική άμυνα κλέβοντας μπάλες και περνώντας έτσι στην αντεπίθεση ενώ παράλληλα διέθεταν κάθετα και διαγώνια τρεξίματα. Είναι φανερό άλλωστε ότι όλες οι μεγάλες ομάδες όταν καλούνται να παίξουν αγώνες σε υψηλό επίπεδο είτε σε νοκ-αουτ ματς χρησιμοποιούν την συγκεκριμένη τακτική.
Όλα τα παραπάνω σηματοδοτούσαν μια επιτυχημένη παρουσία στο Euro το 2004. Και αυτό διότι είχαμε ένα πολύ κάλο ρόστερ σε συνδυασμό με την ποδοσφαιρική λογική και πλάνο του Γερμανού. Κανείς όμως δεν μπορούσε να συλλάβει τον θρίαμβο που θα επακολουθούσε. Γίναμε πρωταθλητές Ευρώπης. Καθένας από τους παίχτες, όχι μονό ξεπέρασε το «ταβάνι» του, αλλά άγγιξε την τελειότητα. Πέρα από την προσωπική μαγκιά του κάθε παίχτη, ο Ότο ήταν αυτός ο οποίος πιστώνεται το μεγαλύτερο μέρος του θριάμβου. Πράγματι ο Ρεχάγκελ είχε άστρο αλλά προκάλεσε κι ο ίδιος την τύχη του. Δεν πας πουθενά χωρίς τύχη σε τέτοιο επίπεδο. Αλλά στην τελική ποιος δεν θέλει έναν τυχερό προπονητή στον πάγκο του; Είναι πολύ σημαντικό στις δύσκολες στιγμές να κοιτάς τον αρχηγό σου στα ματιά και να παίρνεις δύναμη. Είναι πολύ σημαντικό να σε κάνει κάποιος να παίζεις για «πάρτυ» του. Είναι πολύ σημαντικό εν τέλει να πορεύεσαι με τον δικό σου άνθρωπο. Και οι Έλληνες παίχτες είχαν βρει τον δικό τους άνθρωπο στα μάτια του Ότο Ρεχάγκελ.
Μετά απ’ αυτή την ανεπανάληπτη επιτυχία ακλούθησε ντελίριο ενθουσιασμού σε ολόκληρη την Ελλάδα, σε κάθε γωνιά της γης όπου υπήρχε το ελληνικό στοιχείο. Άκρως κολακεύτηκα σχόλια από τα ξένα ΜΜΕ βομβάρδιζαν τους διεθνείς μας. Ήμασταν πια στην κορυφή της Ευρώπης. Αποκτήσαμε την δική μας ποδοσφαιρική ταυτότητα και ο εκάστοτε αντίπαλος ήξερε από πριν ότι έπρεπε να ματώσει για να κάμψει την αντίστασή μας. Καμιά ομάδα πια στον πλανήτη δεν μπορούσε να μας ξευτιλίσει διασύροντάς μας με 3-4 γκολ. Και όλα αυτά χάρις στον προπονητή μας. Στο σημείο αυτό δεν θα μπορούσα να μην αναφέρω την απάντηση του Ότο στους ομοεθνείς του όταν του ζητήθηκε να αναλάβει τα ηνία της εθνικής Γερμανίας. «Θα μείνω με τους Έλληνες μου, είπε, γιατί αυτοί με πίστεψαν κι εγώ πιστεύω σ’ αυτούς». Και η δήλωση αύτη έγινε σε ένα σημείο που ο Γερμανός είχε φτάσει ήδη στην κορυφή, ήξερε ότι δεν μπορούσε να πετύχει κάτι παραπάνω και από κει και πέρα μονό να φθειρόταν η εικόνα του γινόταν. Προτίμησε όμως να συνεχίσει το έργο του και να απαρνηθεί την ίδια του την πατρίδα.
Στη συνεχεία δεν καταφέραμε να περάσουμε στα τελικά του Μουντιάλ το 2006 καθώς αποκλειστήκαμε στην προκριματική φάση. Σίγουρα επρόκειτο για μια σημαντική αποτυχία καθώς δεν ήταν δυνατόν να μην βρίσκεται η πρωταθλήτρια Ευρώπης σ’ αυτή την διοργάνωση. Αλλά αν σκεφτεί κάνεις ότι θεωρούμε αποτυχία το ότι δεν περάσαμε στο Μουντιάλ, που στην τελική μια φορά είχαμε πάει όλη κι όλη, καταλαβαίνουμε ότι είχαμε ανεβεί επίπεδο ως ομάδα και συζητούσαμε πλέον πάνω σε άλλη βάση. Μετά από δυο χρόνια συμμετείχαμε στο Euro 2008. Ο απολογισμός δεν ήταν κάλος. Μηδέν βαθμοί σε τρία ματς. Η αλήθεια είναι όμως ότι ήμασταν αρκετά ανταγωνιστικοί στο δεύτερο παιχνίδι με τους Ρώσους ενώ μας ακυρώθηκε κανονικότατο γκολ. Στο τελευταίο ματς με τους Ισπανούς παίξαμε για την φανέλα καθώς είχαμε αποκλειστεί και μαθηματικά. Χάσαμε όμως με γκολ που επετεύχθει στα τελευταία λεπτά του αγώνα. Τότε τέθηκαν δυο μεγάλα θέματα για την εθνική μας. Η παραμονή του Ρεχάγκελ και η ανανέωση του ρόστερ.
Ο Ότο παρέμεινε στον πάγκο της εθνικής μας ενώ έγινε η περίφημη ανανέωση. Μόνο οι Κατσουράνης, Καραγκούνης, Χαριστέας, Σεϊταρίδης παρέμειναν από τους παλιούς στο ράστερ. Έτσι φτάνουμε στο σήμερα όπου μετά από μια πολύ μεγάλη νίκη μέσα στο Κίεβο της Ουκρανίας καταφέραμε να περάσουμε στα τελικά του Μουντιάλ του 2010. Το ξεκίνημα στην διοργάνωση ήταν απογοητευτικό καθώς ηττηθήκαμε 2-0 από τη Ν. Κορέα. Το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης φέρει ο Γερμανός καθώς παρέταξε μια εντεκάδα η οποία δεν είχε ξαναπαίξει ποτέ μαζί αφήνοντας παράλληλα έξω παίχτες-κλειδιά της εθνικής. Το αποτέλεσμα σε συνδυασμό με την εικόνα που παρουσιάσαμε στο πρώτο ματς ταρακούνησαν τον Ομοσπονδιακό μας τεχνικό ο οποίος με ένα εξαιρετικό κοουτσάρισμα και με την γνώστη του ποδοσφαιρική λογική οδήγησε την Ελλάδα στην πρώτη της νίκη σε Παγκόσμιο Κύπελλο. Πιο συγκεκριμένα κερδίσαμε 2-1 τη Νιγηρία ανατρέποντας το εις βάρος μας 1-0 από το 15ο λεπτό. Με αυτή την νίκη καταφέραμε να ανατρέψουμε την όλη κατάσταση στο όμιλο μας και είχαμε την δυνατότητα να διεκδικήσουμε τις όποιες ελπίδες πρόκρισης είχαμε στο ματς με την Αργεντινή. Ένα ενενηντάλεπτο είχε απομείνει για να μάθουμε αν θα προχωράγαμε ή αν θα γυρνάγαμε «σπίτια» μας. Τελικώς «πέσαμε» με ψηλά το κεφάλι καθώς δεχτήκαμε δύο γκολ από τους Αργεντινούς στο τελευταίο δεκάλεπτο του αγώνα.
Τι αποκομίσαμε από αυτό το ταξίδι; Μάθαμε πως είναι να παίζεις μέχρι το τέλος με την ελπίδα ότι θα προχωρήσεις. Να ξέρεις ότι ένα ενενηντάλεπτο σε χωρίζει από την επιτυχία ή την αποτυχία. Οι Έλληνες διεθνείς έζησαν το πως είναι να φτάνουν το ποδοσφαιρικό τους «ταβάνι» και πολλές φορές να το ξεπερνάνε κιόλας. Το σπουδαιότερο απ’ όλα όμως είναι ότι παιδιά όπως ο Παπασταθόπουλος, ο Μόρας, ο Αβραάμ, ο Νίνης και άλλοι, οι οποίοι είχαν παρακολουθήσει τον θρίαμβο του 2004 από την τηλεόραση τους, έμαθαν να είναι ανταγωνιστικοί σε όλα τα επίπεδα. Και για αυτό πιστεύω πως αυτή η Εθνική έχει μέλλον μπροστά της. Δεν ξέρω αν ο Φερνάντο Σάντος είναι ο κατάλληλος διάδοχος του Ρεχάγκελ, διότι δεν θεωρώ ότι είναι καλός κόουτς και «ψυχολόγος», αλλά ένα είναι σίγουρο. Το υλικό υπάρχει! Και έχει γαλουχηθεί πλέον με την τεράστια μαγκιά των παλιών.
Εν κατακλείδι, για να φτάσουμε από την 62η δεύτερη θέση της κατάταξης της UEFA στην 13η χρειαζόμασταν έναν ηγέτη. Και όπως στο μπάσκετ αυτός ο ηγέτης ήταν ο Νίκος Γκάλης, ο οποίος άλλαξε την ιστορία του ελληνικού μπάσκετ, έτσι και στο ποδόσφαιρο ο οδηγός μας ήταν ο Ότο Ρεχάγκελ. Δεν λέω πως δεν έχει μειονεκτήματα. Όλοι οι άνθρωποι έχουν. Κι εγώ για παράδειγμα θα ήθελα τον Τζαβέλα στην εθνική ή να δινόταν περισσότερος χρόνος συμμετοχής στον Νίνη ή να αγωνιζόταν λιγότερο ο Χαριστέας. Αλλά αυτός μας έκανε αυτό που είμαστε τώρα. Και ο Ρεχάγκελ πέτυχε όχι μόνο επειδή «έγραψε» στα παλιά του υποδήματα όλους εκείνους τους ανίδεους που με τόση αφέλεια σχολίαζαν τον τρόπο παιχνιδιού της Εθνικής- μέχρι και γεροξεκούτη που τα χει χαμένα τον είπαν, το ακούσαμε κι αυτό!- αλλά επειδή έκανε τους παίχτες του να πιστέψουν σ’ εκείνον. Είναι μεγάλο πράγμα εκεί που οι δυνάμεις σου και κυρίως η πίστη σου σε εγκαταλείπουν να κοιτάς κάποιον ο οποίος σου αποπνέει ηρεμία και σιγουριά για τη νίκη. Και γι’ αυτό το λόγο οι Έλληνες παίχτες έπαιζαν για «πάρτυ» του Γερμανού είτε όταν είχαν κίνητρο είτε όταν δεν είχαν όπως για παράδειγμα σε κείνο το 2-2 μέσα στην Αγγλία το 2001.
Από την πλευρά μου, σαν Έλληνας, θέλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Ότο γιατί με έμαθε να ονειρεύομαι…

2 σχόλια

  1. Σ'ευχαριστούμε για τα όνειρα που μας προσέφερες Οτο Ρεχάγκελ. Κάθε ελληνική οικογένεια έχει για σένα μια θέση ανάμεσα στα μέλη της, χωρίς να το επιδιώξεις κατάφερες να γίνεις ένας από τους καλλίτερους από μας.
    Αν είχαμε και πολιτικούς της δικής σου επαγγελματικής ποιότητος, και όχι τους πολιτικάντηδες της καθημερινής μας συμφοράς, η πατρίδα μας θα κατείχε μια από τις υψηλότερες θέσεις μέσα στην κοινωνία των εθνών της Γης.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. "σαν Έλληνας, θέλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Ότο γιατί με έμαθε να ονειρεύομαι…"

    Αυτές οι λίγες γραμμές είναι μια μεγάλη αλήθεια που δυστυχώς πολλοί Έλληνες ξεχάσαμε να πούμε.

    Αγαπάμε τον Ότο και στα άσχημα.
    Όχι μόνο στα όμορφα.

    Ευχαριστούμε Ρεχάγκελ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΠΡΟΣΟΧΗ! Την ευθύνη για το περιεχόμενο των σχολίων φέρει αποκλειστικά ο συγγραφέας τους και όχι το site. Η ανάρτηση των σχολίων μπορεί να έχει μια μικρή χρονική καθυστέρηση