ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ. ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΣΥΓΚΥΡΙΑ. Ζούμε στιγμές πρωτοφανούς κοινωνικής αγριότητας . Ζούμε την απορρύθμιση των μεταρρυθμίσεων πο...
ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ. ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΣΥΓΚΥΡΙΑ.
Ζούμε στιγμές πρωτοφανούς κοινωνικής αγριότητας . Ζούμε την
απορρύθμιση των μεταρρυθμίσεων που το
ΠΑΣΟΚ επέβαλλε στην ελληνική κοινωνία από το 1981 και μετά. Ζούμε την απαξίωση
του κινήματος μας – ιδεολογική , στρατηγική, πολιτική, οργανωτική, εκλογική –
σαν αποτέλεσμα των πολιτικών που ακολουθήθηκαν τα τρία τελευταία χρόνια.
Είναι στιγμές κρίσιμες και για τη χώρα και για την κοινωνία
και για το ΠΑΣΟΚ.
Είναι στιγμές καθοριστικών αποφάσεων, αλλαγών και ανατροπών.
Η χώρα, η κοινωνία, η
οικονομία δοκιμάζονται από τη βαθειά κρίση.
Η κρίση του δημόσιου χρέους και η κρίση των δημοσιονομικών
ελλειμμάτων που άφησε πίσω της η ηττημένη κυβέρνηση Καραμανλή αποτέλεσαν το
υπόβαθρο για μια περαιτέρω κρίση δανεισμού.
Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ που προέκυψε από τις εκλογές του
2009, προκειμένου να αντιμετωπίσει τη
κρίση δανεισμού απεδέχθη την
επιβολή δημοσιονομικής κηδεμονίας από το διευθυντήριο της Ε.Ε. με τη συμμετοχή
και του ΔΝΤ. Προέβη σε πολιτικές και μέτρα νεοφιλελεύθερου μονεταρισμού όπως
και στην αποδοχή του μνημονίου, πράγμα
αντίθετο με τις αρχές και τις προγραμματικές μας θέσεις.
Οι προοδευτικές δυνάμεις του κινήματος ήταν αυτονόητο ότι θα
εκδήλωναν με το διάλογο και τη δράση τους την αντίθεσή τους σε αυτές τις
επιλογές.
Η συγκυρία στη χώρα χαρακτηρίζεται από την καταλυτική
επίδραση του μνημονίου συνεργασίας τρόικας και ελληνικής κυβέρνησης. Σε αυτή τη
συγκυρία κυριάρχησαν στο δημόσιο βίο οι
πολιτικές και τα νεοφιλελεύθερα μέτρα και πέραν του μνημονίου ή και με αφορμή ή
ακόμη και δικαιολογία του μνημονίου.
Όχι τυχαία το μνημόνιο εδράζεται σε τρεις πυλώνες: τη
δημοσιονομική προσαρμογή που αποτελεί και τον ακρογωνιαίο λίθο του, τις
πολιτικές για το χρηματοπιστωτικό τομέα και τις διαρθρωτικές πολιτικές.
Ο πρώτος πυλώνας, αυτός της δημοσιονομικής
προσαρμογής στοχεύει στη λεγόμενη αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των αγορών προς
τη χώρα μας, μέσω της δραστικής μείωσης του ελλείμματος και της σταδιακής
αποκλιμάκωσης του δημοσίου χρέους μετά το 2013. Περιλαμβάνει τις δραστικές περικοπές
των μισθών και των συντάξεων, τις περικοπές στην κοινωνική πολιτική και στο
πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, την αύξηση των έμμεσων φόρων- ΦΠΑ, ειδικός φόρος
καυσίμων κλπ.- τις μεταρρυθμίσεις στον κοινωνικό τομέα με δημοσιονομικό
προσανατολισμό, το φορολογικό νομοσχέδιο, η έκτακτη εισφορά σε κερδοφόρες
επιχειρήσεις και φυσικά το θέμα των ζημιογόνων ΔΕΚΟ.
Ο δεύτερος πυλώνας, που αφορά το χρηματοπιστωτικό τομέα
περιλαμβάνει τη δημιουργία του ταμείου χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και μια
σειρά ακόμα μέτρων ενίσχυσης του εγχώριου τραπεζικού συστήματος μέσω της
παροχής εγγυήσεων από το δημόσιο.
Ο τρίτος πυλώνας, οι διαρθρωτικές πολιτικές
περιλαμβάνουν τις συντηρητικές αναδιαρθρώσεις στα κοινωνικά και εργατικά
δικαιώματα- βλ. δυνατότητα απόκλισης προς τα κάτω των κατώτατων αμοιβών των
κλαδικών και επιχειρησιακών συλλογικών συμβάσεων σε σχέση με την εθνική γενική
συλλογική σύμβαση εργασίας, κατάργηση των αποφάσεων του Οργανισμού Μεσολάβησης
και Διαιτησίας που προβλέπουν αμοιβές μεγαλύτερες της Ε. Γ. Σ. Σ. Ε., «ευελιξία»
δηλαδή μείωση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα κατ’ αναλογία αυτών του δημοσίου
τομέα, χαμηλότερες αμοιβές για τους νεοεισερχομένους στην εργασία, διευκόλυνση
των απολύσεων, επέκταση της μερικής απασχόλησης, απελευθέρωση των κλειστών και
«κλειστών» επαγγελμάτων, αποκρατικοποιήσεις.
Από τους παραπάνω
πυλώνες συνάγεται σαφώς ένα σχέδιο πλήρως ενταγμένο στη συντηρητική διεθνώς και
πανευρωπαϊκά πολιτική στρατηγική του νεοφιλελευθερισμού:
Ακραία περιστολή σε ότι αφορά τα δημόσια οικονομικά,
με το βάρος να πέφτει στους μισθωτούς και συνταξιούχους που πλήττονται αφενός
λόγω των περικοπών, αφετέρου λόγω του αυξανομένου πληθωρισμού, εξαιτίας της
αύξησης των φόρων και της διατήρησης ανέπαφης της ισχύος των καρτέλ.
Επιπλέον, μείωση του
προγράμματος δημοσίων επενδύσεων, γεγονός που βαθαίνει την ύφεση και περικοπή των παροχών του
κοινωνικού κράτους που και πάλι πλήττει τα μεσαία και κατώτερα στρώματα.
Νεοφιλελευθερισμός σε ό,τι αφορά το τραπεζικό σύστημα
και τα κοινωνικά δικαιώματα.
Τα μεγέθη είναι
συγκλονιστικά, ορισμένα δε είναι εφιαλτικά.
- Από το 2008 μέχρι και το 2012 η χώρα βυθίζεται στην ύφεση
που αθροιστικά ξεπερνάει το -24% ! Το 2013 η βύθιση, -είναι παραδεδεγμένο απ΄
όλους-, θα συνεχισθεί κατά -4,5%. Οι εκτιμήσεις αντιστροφής της τάσης για το
2014 δεν στηρίζονται πουθενά, αποτελούν έναν ευσεβή πόθο, παρόμοια έχουμε
ακούσει δεκάδες φορές... Δηλαδή, η χώρα σε μία πενταετία θα έχει απολέσει σχεδόν το 1/3 του εθνικού της πλούτου. Που θα
στηριχθεί για την ανάκαμψη της ;
- Οι άνεργοι στη χώρα είναι : 1.350.000, με επίσημο ποσοστό
πάνω από 26% και με τάση νέας ανόδου σε συνθήκες ύφεσης για το 2013. Ένας (1)
στους δύο (2) νέους είναι άνεργος.
- 3.000.000 συμπολίτες μας ζουν κάτω από τα όρια της φτώχιας,
δεκάδες χιλιάδες σε ανθρωπιστική κρίση, στα συσσίτια, άστεγοι, χωρίς περίθαλψη,
περιθωριακοί...
- Δεκάδες χιλιάδες νοικοκυριά με διακοπή ρεύματος.
- 370.000 λουκέτα επιχειρήσεων ! Με απολύσεις μαζικές,
εξανέμιση κάθε στοιχείου τεχνογνωσίας και καταστροφή των υφιστάμενων
συντελεστών της παραγωγής και της εργασίας.
- Μέση υποτίμηση της μισθωτής εργασίας κατά : -34% !, με
πολλαπλές αρνητικές συνέπειες στη ζήτηση, στη συνοχή, αλλά και αναδιανομή υπέρ
των ισχυρών...
- Μαζική μετανάστευση νέων και ιδιαίτερα των επιστημόνων.
- Το φαινόμενο της φτώχειας, των αποκλεισμένων και της
περιθωριοποίησης έχει αντιστρέψει την πυραμίδα : 2/3 οι φτωχοί και
αποκλεισμένοι - 1/3 οι σχετικά αξιοπρεπώς διαβιούντες.
Οι τράπεζες ενισχύονται
αφειδώς και διαρκώς,
με κρατικές εγγυήσεις τις οποίες χρησιμοποιούν για να κερδοσκοπούν εις βάρος
του δημοσίου, καθώς βάσει των εγγυήσεων που το τελευταίο τους παρέχει
δανείζονται φθηνά από την ΕΚΤ και κατόπιν με τα χρήματα που λαμβάνουν δανείζουν
ακριβά το ελληνικό δημόσιο. Συνάμα αποφεύγουν «ενοχλητικά» ερωτήματα για τη
ρευστότητά τους και κρατούν τη στρόφιγγα του δανεισμού στην πραγματική
οικονομία κλειστή. Κοινώς ενισχύεται ο κερδοσκοπικός και ολιγοπωλιακός τους
ρόλος εις βάρος της πραγματικής οικονομίας.
Από την άλλη τα κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα κατεδαφίζονται με
πλήρη ανατροπή των εργασιακών σχέσεων και δικαιωμάτων, όπως και του συσχετισμού
ισχύος εργασίας- κεφαλαίου υπέρ του κεφαλαίου.
Μέσα από το μνημόνιο οι διεθνείς και ντόπιοι εκφραστές του
νεοφιλελευθερισμού επιμένουν σε μια σειρά από αντιαναπτυξιακές, καπιταλιστικές
αναδιαρθρώσεις. Με πρόσχημα το υπαρκτό, οξύτατο δημοσιονομικό πρόβλημα,
παραγνωρίζεται το κυριότερο, πρωταρχικό
πρόβλημα της χώρας, το παραγωγικό, ενώ ο παρασιτισμός παραμένει
ανέγγιχτος. Η πολιτική που επιβάλλει η νεοσυντηρητική ελίτ οδηγεί σε βίαιη «βαλκανιοποίηση»,
τύπου αρχών δεκαετίας ’90.
Παράλληλα, η εφαρμογή μιας πολιτικής είναι αντίθετη εκείνης
που πίστεψε ο ελληνικός λαός, η μεταφορά του κέντρου λήψης αποφάσεων σε κέντρα
με αποικιακή πρακτική και κουλτούρα επιβολής, η υιοθέτηση μέτρων που κινούνται
στα όρια της συνταγματικής τάξης ή και πέρα από αυτά συνιστούν συμπτώματα μιας
κρίσης που αφορά τα θεμελιακά χαρακτηριστικά της ταυτότητάς μας ως εθνικά
κυρίαρχης, δημοκρατικής χώρας.
Η πολιτική αυτή δεν
είναι μόνο κοινωνικά άδικη, εθνικά μειωτική και μη νομιμοποιημένη δημοκρατικά:
είναι και μη βιώσιμη, δημοσιονομικά και οικονομικά.
Προωθεί τη λεγόμενη
τριτογενοποίηση της οικονομίας και η υπερσυγκέντρωση της υπεραξίας που παράγει
η κοινωνία στους μη-παραγωγικούς κλάδους. Η διαδικασία αυτή όταν μάλιστα δεν
συμβαδίζει με αύξηση της παραγωγικότητας των παραγωγικών κλάδων και με ενίσχυση
της ποιότητας των παραγόμενων αγαθών – προϊόντων και υπηρεσιών – όχι μόνο δεν
μπορεί να αντιμετωπίσει το υπερδιογκωμένο δημόσιο χρέος, αλλά μπορεί να
οδηγήσει σε ένα φαύλο κύκλο ύφεσης- ελλειμμάτων και σε παρατεταμένη
δημοσιονομική κρίση.
Παγκοσμίως βιώνουμε την
τρίτη φάση κερδοσκοπικής και νεοφιλελεύθερης λεηλασίας του πλούτου των λαών από
τις καπιταλιστικές ελίτ, ως αντίδραση στην κρίση που οι ίδιες προκάλεσαν.
Αφού εδώ και 30 χρόνια ενισχύεται ο τραπεζοπιστωτικός τομέας
και η άυλη οικονομία εις βάρος της πραγματικής οικονομίας και της μισθωτής
εργασίας, συγκεντρώνοντας διαρκώς μεγαλύτερο πλούτο και βαθαίνοντας τις
κοινωνικές ανισότητες, αφού μετά το 2008 με το πρόσχημα της διάσωσης των “πολύ
μεγάλων για να αφεθούν να καταρρεύσουν” χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, χρήματα
των φορολογουμένων αξιοποιήθηκαν προς όφελος των ιδρυμάτων αυτών με τρόπους
αδιαφανείς και χωρίς δημοκρατικό έλεγχο, τώρα πλέον η κερδοσκοπική φύση του
παγκόσμιου καπιταλισμού τον ωθεί να ποντάρει στις χρεωκοπίες κρατών,
υφαρπάζοντας τον πλούτο τους και διαλύοντας τις εθνικές οικονομίες και
κοινωνίες. Ανακαλύπτεται έτσι για τις ελίτ μία νέα πηγή κερδοσκοπίας.
Στα παραπάνω προστίθενται οι ιδιαίτερες αντιφάσεις του
οικοδομήματος της ευρωζώνης, το οποίο
χωρίς θεσμούς ικανούς να γεφυρώσουν το ενδοευρωπαϊκό χάσμα Βορρά- Νότου και να
διασφαλίσουν μια δημοκρατική πολιτική και οικονομική διακυβέρνηση δοκιμάζεται
εσωτερικά από παραδοσιακούς κεντροευρωπαϊκούς εθνικισμούς, σφαίρες επιρροής,
στερεοτυπικές αναλύσεις και μια απόλυτη αδυναμία να πρωταγωνιστήσει στις
παγκόσμιες εξελίξεις.
Τη στιγμή που σχεδόν
όλα τα κράτη μέλη της ΟΝΕ παραβιάζουν αναγκαστικά τα ασφυκτικά όρια της
συνθήκης του Μάαστριχτ η γερμανική ελίτ με τη στήριξη και της γαλλικής
επιχειρεί να δομήσει ένα ακόμα ασφυκτικότερο σύστημα ελέγχου των πολιτικών των
επιμέρους κρατών- μελών.
Η ΕΕ και η ΟΝΕ
εξελίσσονται σε ένα δημοσιονομικό πειθαρχείο ύφεσης και κοινωνικής
οπισθοδρόμησης.
Οι νεοσυντηρητικοί της
ζώνης του Ευρώ έχουν κάνει την επιλογή τους: τεχνητή ύφεση και ανεργία με σκοπό την αναγέννηση της
κερδοφορίας και τη μεσοπρόθεσμη αναθέρμανση της επενδυτικής δραστηριότητας.
Καμία συζήτηση για ανάπτυξη με αναδιανομή εισοδήματος, για ενίσχυση του
κοινωνικού κράτους και της αποτελεσματικότητάς τους, καμία κίνηση προς όφελος
της παραγωγικής ανασυγκρότησης και της ισχυροποίησης των περιφερειακών
οικονομιών, παρά μόνο ζήλος για τη διασφάλιση της τοκογλυφικής αποπληρωμής των
πιστωτών και της διατήρηση των ενδοκοινοτικών σχέσεων εξάρτησης. Μια Ευρώπη των
τραπεζιτών που πνίγει την Ευρώπη των λαών.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η χώρα βρίσκεται σε κρίση εξαιτίας
του παρασιτικού και μεταπρατικού μοντέλου μεγέθυνσης που ακολούθησε. Η εγχώρια
(μεγάλο)αστική τάξη υπήρξε πάντοτε παρασιτική και μεταπρατική, επιβιώνοντας στη
βάση του υπερπλουτισμού και της μονοπωλιακής δομής της οικονομίας, απομυζώντας
το κράτος και ούσα εξαρτημένη από το πολυεθνικό κεφάλαιο που δρούσε και δρα στη
χώρα μας όπως και σε άλλες χώρες, με μεθόδους αποικιοκρατικές και
ιμπεριαλιστικές.
Παράλληλα, το σύνολο σχεδόν της εθνικής οικονομίας ελέγχεται
ολιγοπωλιακά, χάρη στη στρέβλωση κάθε έννοιας δυτικού τύπου ελέγχου της
επιχειρηματικής δραστηριότητας όπως και ανταγωνισμού. Η έλλειψη δε, ισχυρού
κοινωνικού κράτους πρόνοιας με κανόνες και αρχές οδήγησε σε αλλοτρίωση στη βάση
μίκρο- διευκολύνσεων τα κατώτερα και μεσαία κοινωνικά στρώματα
Στη μεταπολιτευτική
περίοδο οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ διαμόρφωσαν ένα ισχυρό για τα ελληνικά δεδομένα
κράτος πρόνοιας, προώθησαν τον εκδημοκρατισμό του κράτους και οδήγησαν σε μέτρα
εκσυγχρονισμού των κρατικών δομών και στη δημιουργία μιας εκτεταμένης μεσαίας
τάξης. Δεν ανετράπη
όμως ο παρασιτισμός και ο μεταπρατισμός της (μεγάλο) αστικής τάξης και στην
πορεία η παραγωγική βάση της εθνικής οικονομίας, ο πρωτογενής και ο
δευτερογενής τομέας συρρικνώθηκαν ως προς τη συμμετοχή τους στο ΑΕΠ, όπως και η
ανταγωνιστικότητά τους. Παράλληλα, το κοινωνικό κράτος δεν εξελίχθηκε
προκειμένου να καταστεί αποτελεσματικό και δεν οργανώθηκε περαιτέρω.
Η σύνδεση με το στενό πυρήνα του ευρωπαϊκού καπιταλισμού
έδωσε τη δυνατότητα του φθηνού χρήματος στην Ελλάδα αλλά και μείωσε τους
χρόνους αναγκαστικού συντονισμού της με τις προηγμένες δυτικές οικονομίες.
Παράλληλα, ειδικά από τη δεκαετία του ’90 και μετά ακολουθήθηκε η κυρίαρχη
παγκοσμίως συνταγή της οικονομίας της φούσκας στην ελληνική της εκδοχή, με
έμφαση στην οικοδομή, στο φθηνό δανεικό χρήμα και στην περίπτωσή μας στα μεγάλα
έργα.
Οι κυβερνήσεις της Νέας
Δημοκρατίας μετά το 2004, με εγκληματικό και ληστρικό τρόπο βάθυναν τις δομικές αδυναμίες της
εθνικής οικονομίας, προσθέτοντας και νέα προβλήματα, επανέφεραν μια σειρά
παλαιοκομματικών λογικών σε οξύτατο βαθμό στο δημόσιο τομέα, πριμοδότησαν τα
πιο παρασιτικά στρώματα της επιχειρηματικής τάξης, υποβάθμισαν το διεθνές κύρος
της χώρας και έσβησαν όλα τα επιτεύγματα των προηγούμενων κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ. Αναμφισβήτητα φέρουν την κύρια ευθύνη για
την κατάσταση στην οποία βρέθηκε σήμερα η χώρα.
Η ανάληψη της διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ προέκυψε καθώς η
πλειοψηφία του ελληνικού λαού καταδίκασε τα φαινόμενα που προκάλεσαν οι
συντηρητικές δυνάμεις της χώρας, αποστράφηκε των κηρυγμάτων του
νεοφιλελευθερισμού και, κυρίως, συστρατεύθηκε με την πρόταση του ΠΑΣΟΚ για μια
ρεαλιστική ριζοσπαστική διέξοδο.
Η νέα κυβέρνηση κλήθηκε πολύ γρήγορα να αντιμετωπίσει σκληρές
και συντονισμένες επιθέσεις του διεθνών χρηματοπιστωτικών κύκλων, οι οποίες
απείλησαν με στραγγαλισμό την ελληνική οικονομία.
Η καθυστέρηση και η αστοχία συγκεκριμένων κυβερνητικών
χειρισμών, σε σχέση: α) με το δανειακό πρόγραμμα και συγκεκριμένα την
καθυστέρηση στο δανεισμό και τη μη αξιοποίηση μεγαλύτερου τμήματος εκ των
δανεικών που μας δόθηκαν, β) τη διεθνή μας εικόνα και
γ) την αναζήτηση εναλλακτικών πιστωτών, όπως και η
ξεδιάντροπα υποκριτική στάση της ευρωπαϊκής συντηρητικής, νεοφιλελεύθερης
ηγεσίας, σε συνδυασμό με τη συσσώρευση των διαρθρωτικών αδυναμιών της χώρας και
τις συνέπειες της πρωτοφανούς λεηλασίας του δημοσίου κατά το προηγούμενο
διάστημα ενίσχυσαν τις επιθέσεις αυτές.
Η νέα κυβέρνηση υποχώρησε στις κάθε είδους πιέσεις, υιοθέτησε
τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που ως βάση τους είχαν το μηχανισμό στήριξης ΕΕ-
ΕΚΤ-ΔΝΤ.
Τα λάθη οδήγησαν σε νέο μνημόνιο, αλλά και σε πλήρη ρήξη του ΠΑΣΟΚ με τις κοινωνικές
δυνάμεις που παραδοσιακά το στήριζαν. Οι λογικές της «μοναδικής λύσης», του
«αγώνα για τη σωτηρία της χώρας», η κατασυκοφάντηση κάθε κοινωνικής ομάδας που
διεκδικούσε το δικαίωμα της στη διαφωνία, οι προκλητικές πολιτικές στάσεις και
ταυτόχρονα η αδυναμία του επιλεγμένου πολιτικού προσωπικού να ανταποκριθεί στην
κρισιμότητα της κατάστασης, οδήγησαν, με τη βοήθεια των γνωστών συμφερόντων
στην απώλεια της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και στην ομηρία της παράταξης.
Η Κυβέρνηση Παπαδήμου, υπηρέτησε με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των
ξένων δανειστών και οδήγησε το ΠΑΣΟΚ ηττημένο πολιτικά, φθαρμένο ηθικά και
απομονωμένο κοινωνικά στη διπλή εκλογική διαδικασία, όπου και γνώρισε πρωτοφανή
εκλογική συντριβή.
Μια εκλογική ήττα με στρατηγικά χαρακτηριστικά, καθώς στην ουσία μετέτρεψε το ΠΑΣΟΚ από πρωταγωνιστή
των εξελίξεων , για πρώτη φορά σε ένα μικρό κόμμα χωρίς κοινωνικές αναφορές. Το
ποσοστό του ΠΑΣΟΚ συγκρατήθηκε στα επίπεδα αυτά εξαιτίας της μεγάλης κοινωνικής
του προσφοράς τα χρόνια της πολιτικής του διαδρομής. Ήταν ψήφος «αναμνήσεων»
και όχι ψήφος συμφωνίας στις πολιτικές που επιλέχθηκαν το τελευταίο διάστημα.
Η συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ
στην Κυβέρνηση Σαμαρά, αποτέλεσε ένα ακόμη πολιτικό λάθος.
Η ταύτιση με τις δυνάμεις της συντήρησης, η συμφωνία στο
σχέδιο εξόδου από την κρίση ( με καθαρά συντηρητικά χαρακτηριστικά, η εμμονή
στην εφαρμογή του δόγματος του σοκ και στη διαχείριση μέρους της εξουσίας),
επιτείνουν την κρίση στο κίνημα, επιδεινώνουν τα διαλυτικά χαρακτηριστικά,
μεγεθύνουν τις συγκρούσεις ανάμεσα στις εφαρμοζόμενες πολιτικές και τις αρχές
με τις οποίες στρατεύτηκαν τα στελέχη του σε αυτό, συντηρητικοποιούν ακόμη
περισσότερο την πρόταση του και αυτό καταγράφεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις της
κοινής γνώμης, όπου κυριολεκτικά το ΠΑΣΟΚ εξαϋλώνεται!
Το ΠΑΣΟΚ σήμερα
ταλανίζεται από το δυϊσμό που προκύπτει από το γεγονός ότι η ασκούμενη κυβερνητική πολιτική
βρίσκεται στον αντίποδα του ιδεολογικού του χαρακτήρα και των αρχών του. Η
πραγματικότητα αυτή συνδυάζεται με την προϊούσα εδώ και χρόνια από-
πολιτικοποίηση του κινήματος, με την αποσύνδεσή του από τα κοινωνικά κινήματα,
με την υποχώρηση της εσωκομματικής δημοκρατίας και της αξιοκρατίας. Έτσι το
κίνημα ΠΑΣΟΚ συρρικνώνεται ως συλλογικό πολιτικό υποκείμενο, δοκιμάζονται οι
αρχές του, ο κόσμος του και το προοδευτικό του πρόγραμμα, σε μια κρίση όπου μεταξύ
των άλλων κρίνεται πολύ σοβαρά η συμμαχία προοδευτικών και πολιτικών δυνάμεων
που διαμόρφωσαν αυτό το κίνημα.
Και όμως όσοι θεωρούμε ότι ο ιδεολογικός χαρακτήρας του
ΠΑΣΟΚ, ως προοδευτικού και σοσιαλιστικού κινήματος είναι και ρεαλιστικός και
αναγκαίος, δηλώνουμε ότι δε χαρίζουμε το ΠΑΣΟΚ σε κανέναν. Το ΠΑΣΟΚ είναι η
προοδευτική του βάση, όχι οι μονεταριστικές και νεοφιλελεύθερες ομάδες που
αναιρούν το σοσιαλιστικό χαρακτήρα του κινήματος. Δεν μπορούν να δρουν στο
όνομά μας!
ΠΑΣΟΚ ΔΙΑΔΡΟΜΗ – ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ
Μέχρι σήμερα στην αγωνιστική πορεία του κινήματος μας, τόσο ο
πολυσυλλεκτικός του χαρακτήρας όσο και η κοινωνική του δυναμική είχαν ενοποιητικό ιστό την αντιδεξιά
στάση και πολιτική και τη σοσιαλιστική επαγγελία που εκφράζουν οι αρχές
μας.
Οι επιλογές και οι αποφάσεις σχεδόν πάντοτε αναδείκνυαν τη
ριζοσπαστική του φυσιογνωμία ιδιαίτερα σε κρίσιμες φάσεις της ιστορίας του.
Η κυβερνητική και κρατική εξουσία , σιγά αλλά σταθερά,
αποδυνάμωσε το κίνημα μας και απορρόφησε τη δυναμική του με αποτέλεσμα η σχέση
του με την κοινωνία και τις δυνάμεις της αλλαγής να πάψει να αποτελεί πηγή ανατροφοδότησης , ελέγχου και προοπτικής. Έτσι
η κοινωνική αναγκαιότητα υποχώρησε στο πολιτικά εφικτό, η κοινωνική δυναμική
άρχισε να εγκλωβίζεται στην κρατική διαχείριση και το Κίνημα άρχισε να
μετατρέπεται σε διαμεσολαβητικό μηχανισμό για τη νομή και τη διανομή της
εξουσίας.
Η αδυναμία σύνθεσης των
εσωτερικών του αντιφάσεων σε μια ενιαία αντίληψη και πρακτική ήταν γεγονός.
Το τελευταίο διάστημα αμφισβητήθηκε στο μέγιστο βαθμό όχι
μόνο η προοδευτικότητα του κινήματος αλλά και η αναγκαιότητα της ίδιας του της
ύπαρξης.
Το ΠΑΣΟΚ εγκλωβίστηκε
στην εφαρμογή πολιτικών, ξένων με τις αρχές του και ο συνδυασμός της πολιτικής
αναποτελεσματικότητας στην επίτευξη έστω αυτών των στόχων που τέθηκαν και της
σύγκρουσης με όλες τις κοινωνικές ομάδες που παραδοσιακά στρατευόταν μαζί μας
οδήγησε στην πλήρη απαξίωση του, αρχικά σαν πολιτική πρόταση και στη συνέχεια
λογικά στην εκλογική συντριβή.
Πίσω από τους αριθμούς και τα ποσοστά η σημερινή συγκυρία και
οι εξελίξεις αποδεικνύουν τον αδιέξοδο δρόμο στον οποίο οδηγείται το Κίνημα.
Δεν αρκεί να αναρωτιέσαι τι έφταιξε και ξεχάστηκε η
τεράστια συνεισφορά του Κινήματος στη
δημοκρατική μετεξέλιξη της χώρας μέσα σε δυόμιση χρόνια. Οφείλεις να απαντήσεις
αν είσαι διατεθειμένος να ανατρέψεις εκείνες τις πολιτικές που μηδένισαν την
πολιτική ακτινοβολία του κινήματος μας.
Δεν αρκεί να αυτοαναγορεύεσαι σε προοδευτικός , οφείλεις να το αποδεικνύεις με την καθημερινή πολιτική
σου πρόταση.
Δεν αρκεί να αναπαύεσαι στις δάφνες των περασμένων
χρόνων, οφείλεις να βλέπεις μπροστά
και να δημιουργείς τους όρους της πολιτικής παρέμβασης προκειμένου να
ανατρέψεις και όχι να μονιμοποιήσεις νεοσυντηρητικές στροφές.
Είναι προφανές και δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση ότι σήμερα
οφείλουμε να επαναπροσδιοριστούμε στη βάση των αρχών μας. Να σχεδιάσουμε με
βάση την προοδευτική μας καταβολή και όχι να προσαρμόσουμε τα πιστεύω μας στην
αναγκαιότητα πολιτικών που λίγοι επιλέγουν, χωρίς καμία συγκροτημένη πολιτική
διαδικασία.
Να επανακτήσουμε τη θέση μας στον
Προοδευτικό χάρτη των Πολιτικών Δυνάμεων
Η ΙΔΡΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ΚΑΙ ΤΟ ΝΕΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ
Η ιδρυτική διακήρυξη
της 3ης του Σεπτέμβρη αποτελεί ένα κείμενο ιστορικό και αξεπέραστο.
Οι στόχοι , οι ιδέες και τα μηνύματα του, οι επισημάνσεις ,
οι αρνήσεις και οι προτάσεις του έχουν το δικό τους αυτόνομο βεληνεκές και τη
δική τους ιστορική αξία. Μια τέτοια διακήρυξη δε λησμονιέται ΠΟΤΕ, γιατί σε μια καθοριστική συγκυρία
ενσάρκωσε τους πόθους και τους αγώνες γενιών και γενιών. Γιατί συμπύκνωσε τα
συμφέροντα των μη προνομιούχων. Γιατί
εξέφρασε αυθεντικά τις ελπίδες των πιο ζωντανών λαϊκών δυνάμεων. Γιατί
πυροδότησε την αυτοοργάνωση , τη λαογέννητη δημιουργική πρωτοβουλία.
Η ιδρυτική διακήρυξη
του ΠΑΣΟΚ δεν βρίσκεται σε αντιστοιχία μόνο με τη μεταπολιτευτική συγκυρία αλλά
πολύ πιο πέρα από αυτή. Ο υπερπροσδιορισμός και η υπέρβαση εκείνης της συγκυρίας ήταν μια πράξη
συνειδητή και όχι αυθόρμητη , όλων όσων είχαμε την τύχη να ιδρύσουμε το ΠΑΣΟΚ
και κυρίως του Α. Παπανδρέου.
Για αυτό η 3η του
Σεπτέμβρη , σαν
Λόγος της Γέννησης του ΠΑΣΟΚ είναι λόγος Διακηρυκτικός και Οραματικός με
στρατηγικούς στόχους και πολιτικές κατευθύνσεις, με γενικές αμφισβητήσεις και
αρνήσεις, με γενικές καταφάσεις και υποσχέσεις. Πέρα από αυτά η Διακήρυξη μας
είναι ταυτόχρονα ο πιο ρηξικέλευθος Λόγος Διαμαρτυρίας για τη συγκυρία του 1974
καθώς και ο πιο ελπιδοφόρος Λόγος με μια επαγγελία και υποθήκη για το μέλλον.
Η ιδρυτική μας
διακήρυξη δεν μπορεί να αλλάξει. Γιατί εκφράζει απλά τη χρονική περίοδο ίδρυσης
του ΠΑΣΟΚ. Νέα διακήρυξη, σημαίνει νέο κόμμα και άρα τον τεμαχισμό της
ιστορικής διαδρομής και πορείας του Κινήματος μας.
Από το 1974 μέχρι σήμερα έχει διαμορφωθεί μια καινούργια ,
μια διαφορετική πραγματικότητα με νέα εδραιωμένα δεδομένα. Υπάρχουν επισημάνσεις
και θέσεις της Διακήρυξης που είναι αναντίστοιχες με τη σημερινή πραγματικότητα.
Αυτό δε σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι η 3η του Σεπτέμβρη
χάνει στο σύνολο της τη διαχρονική και ιστορική της αξία. Είναι φυσικό τα
σημεία εκείνα που έχουν ξεπεραστεί από την ίδια τη ζωή να χρειάζονται
αναθεώρηση και επεξεργασία σε ένα νέο
ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ.
Αυτό δε σημαίνει άρνηση και παραγραφή της Ιδρυτικής μας
Διακήρυξης.
Είμαστε αρκετά ώριμοι., έχουμε πολλά βιώματα και διαθέτουμε
αρκετά παραδείγματα για να ξεπερνάμε τις «παιδικές ασθένειες» της πολιτικής.
Οφείλουμε να μετράμε τη συνέπεια μας με τις
απαιτήσεις του σήμερα, με τις προκλήσεις του αύριο. Με τη σθεναρή παρέμβαση μας
στις σύγχρονες αντιφάσεις της πραγματικότητας και της ζωής και όχι με
αφηρημένες και αναντίστοιχες επικλήσεις σε παλιές σωστές και σήμερα
ξεπερασμένες θέσεις.
Οφείλουμε να κοιτάμε μπροστά αν θέλουμε να
πάμε μπροστά και μακριά.
Οφείλουμε να το συνειδητοποιήσουμε πρώτα εμείς
και μετά όλοι οι άλλοι, φίλοι και αντίπαλοι, ότι τα οράματα μας, οι ιδέες οι
στόχοι και οι πολιτικές επιλογές του ΠΑΣΟΚ έρχονται με αγώνες από πολύ μακριά.
Αυτή η αγωνιστική πορεία και η εξέλιξη δεν πρόκειται να
σταματήσει ποτέ και από κανέναν.
Για αυτό οφείλουμε να είμαστε ένα Κίνημα με μνήμη και
συνείδηση, με ευθύνη και σεβασμό για την πορεία μας. Ταυτόχρονα είμαστε
υποχρεωμένοι να έχουμε φωτεινή προοπτική με νικηφόρες μάχες σε αυτή την
ατελείωτη πορεία.
Αποτελεί επιτακτική ανάγκη να αναρωτηθούμε ανοιχτά και
μεγαλόφωνα για το παρόν μας, ακονίζοντας τη γνώση , την οξυδέρκεια, την
αποτελεσματικότητα και την προσαρμοστικότητα μας, μέσα στη δίνη , την πολύμορφη
κρίση και τις δυσκολίες της σημερινής πραγματικότητας.
Είναι καιρός να σκεφτούμε, να κρίνουμε και να ελέγξουμε την
πορεία μας μαζί με όλους τους συμβολικούς και σημαντικούς σταθμούς της
αντλώντας πείρα και αυτοσυνείδηση, θάρρος και ευαισθησία.
Είναι καιρός να προβλέψουμε και να οραματιστούμε το μέλλον ,
εμπεδώνοντας μια σύγχρονη φυσιογνωμία και μια σύγχρονη στρατηγική με προοπτική
και ελπίδα.
Αυτά σημαίνουν ΥΠΕΡΒΑΣΗ
θετικά και τολμηρά προσδιορισμένη, που είναι «εκ των ουκ άνευ» για μια γόνιμη
συνάντηση μας με το μέλλον.
Για αυτό η ΥΠΕΡΒΑΣΗ,
σαν ώριμη και αναγεννητική πράξη, προϋποθέτει επανάσταση στη σκέψη, εμβάθυνση
στις ιδέες και στο πρόγραμμα και ανανέωση στο όραμα μας.
Αυτή η υπέρβαση δεν
αρνείται αλλά εμπλουτίζει , κλιμακώνει και ανατροφοδοτεί την 38χρονη πορεία
μας.
Αυτή η λυτρωτική διαδικασία μπορεί να είναι αποτελεσματική
μόνο όταν νοιώθει κανείς δικαιωμένος για το χθες, σίγουρος για το σήμερα και
αισιόδοξος για το αύριο.
Ο συνδυασμός των συμπερασμάτων από την 38χρονη πορεία μας,
των οραμάτων που προσδιορίζονται αυθεντικά στην ιδρυτική διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη, της
χειραφετημένης σκέψης με τη δύναμη και το ηθικό κύρος των ιδεών και της
ανάλυσης των νέων δεδομένων μπορεί να οδηγήσει το ΠΑΣΟΚ στην αναγκαία και
επιθυμητή αναγέννηση της φυσιογνωμίας, της πολιτικής, των ιδεών, των προτύπων
και των πρακτικών του.
Το ΝΕΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ
ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ πρέπει να ανιχνεύει την αναγέννηση του ΠΑΣΟΚ.
Αναγέννηση στη σκέψη και τις ιδέες μας, στη σύνθεση της
στρατηγικής, στα προγράμματα και τις προτεραιότητες μας, στις πολιτικές, στις
κοινωνικές σχέσεις του Κινήματος με τους πολίτες.
Αναγέννηση στα χαρακτηριστικά, στη φυσιογνωμία και τη
δημοκρατία της οργάνωσης, στις αξίες , στις ευαισθησίες, στο ήθος και το ύφος
όλων ανεξαιρέτως των στελεχών και των μελών του κινήματος.
Μπροστά στα μάτια μας συντελείται , είτε σχεδιάζεται μια
κοσμογονία που είτε το θέλουμε είτε όχι, είναι μια αφυπνιστική πρόκληση για
όλους μας.
Κανείς είτε έθνος είτε πολιτικός και κοινωνικός σχηματισμός,
είτε απλός άνθρωπος ΔΕΝ μπορεί να μεταθέσει τόσο την πρόκληση όσο και την
ευθύνη του.
Μπροστά στις νέες εξελίξεις δεν μπορούμε να εθελοτυφλούμε,
δεν μπορούμε να αφεθούμε στην τύχη.
Ένα κίνημα αν θέλει να μεγαλουργήσει οφείλει να μην
εφησυχάζει και να μη βολεύεται ποτέ. Ένα κίνημα σαν ζωντανός , σύγχρονος και
ακμαίος οργανισμός οφείλει να μην επαναπαύεται στις παλιές δόξες και να μην
υποτάσσεται στη μιζέρια της καθημερινότητας. Οφείλει να επανεξετάζει και να
διαφοροποιεί τα θεωρητικά και αναλυτικά του εργαλεία, ελευθερώνοντας τον εαυτό
του από δόγματα, ταμπού και προκαταλήψεις. Η καθήλωση και η εμμονή τόσο σε
σχηματικούς αρχαϊσμούς όσο και σε εφήμερους κώδικες μιας επιφανειακής
διαχείρισης της εξουσίας για την εξουσία, οδηγεί το κίνημα στο μαρασμό και στον
εκφυλισμό.
Βυθίζει το Κίνημα πότε σε μια εσωστρεφή αναζήτηση της
αλήθειας στις «ιερές γραφές» και πότε στην τυφλή διεκδίκηση προσωπικών
διαχειριστικών ρόλων στη νομή της εξουσίας. Όμως η περιοδική μετάπτωση από τη
μια κατάσταση στην άλλη, από τη δογματική εκδοχή της συνέπειας στη χωρίς αρχές
και ουσιαστικό περιεχόμενο διαχείρισης της εξουσίας συντηρεί έναν φαύλο κύκλο
επικίνδυνο. Συντηρεί την πολιτική αμορφία και την ιδεολογική ρευστότητα του
Κινήματος καθώς και τις προσωποποιημένες ενστάσεις και συγκρούσεις μέσα στο
κίνημα. Η επικράτηση αυτού του κλίματος βγάζει σταδιακά το Κίνημα μας έξω από
τη ζωή και έξω από την πραγματικότητα και έξω από τον προορισμό του.
Με αυτή την
αγκυλωμένη και αλλοτριωμένη συνείδηση για το ΠΑΣΟΚ βρισκόμαστε αντιμέτωποι
σήμερα.
Μια συνείδηση
αγκυλωμένη γιατί
προσπαθεί να δικαιολογήσει την ύπαρξη της και τη συνέπεια της είτε με την
παρασιώπηση είτε με την εξιδανίκευση της πραγματικότητας.
Μια συνείδηση αλλοτριωμένη και ψευδής γιατί απεγνωσμένα προσπαθεί
να εγκλωβίσει τη δυναμική ενός πολιτικού φορέα αλλαγής στα πλαίσια μιας
εφήμερης διαχείρισης.
Οφείλουμε να απαντήσουμε θετικά και επιθετικά.
Να μην υποταχθούμε μοιρολατρικά στη συγκυρία και την
καθημερινή φθορά.
Να ξεφύγουμε από τις συμπληγάδες του άκριτου δογματικού λόγου
και μιας λογικής που παγιδεύει, που αναγορεύει τη διαχείριση της εξουσίας , ως
αυτοσκοπό.
ΣΗΜΕΡΑ είναι
περισσότερο από ποτέ κατανοητό ότι :
Ο αγώνας για την
κατοχύρωση της Εθνικής μας Ανεξαρτησίας περνά μέσα από την αποδέσμευση της χώρας μας από τους
μηχανισμούς εξάρτησης του Δ.Ν.Τ. και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ξεπέρασμα του
μνημονίου και η αυτοδύναμη πορεία της χώρας σε μια διαφορετική Ευρώπη, μια
Ευρώπη ουμανιστικών ιδεών, ευαισθησιών και αξιών, κοινωνικών στρατηγικών, που
στηρίζονται στην ελευθερία, το διάλογο, στις ευρύτατες συναινέσεις και την
αλληλεγγύη των λαών, είναι
ΑΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΤΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ.
Ο αγώνας για τη Λαϊκή
Κυριαρχία
σηματοδοτεί τη δυνατότητα όχι μόνο της ελεύθερης έκφρασης των πολιτών και της
άμεσης σχέσης των επιθυμιών του λαού και των πρακτικών της εκάστοτε μορφής
εξουσίας αλλά και της ανατροπής ενός φαύλου, πελατειακού, αναποτελεσματικού και
εξαρτημένου πολιτικού συστήματος. Οι αλλαγές πρέπει να έχουν σαρωτικό
χαρακτήρα.
Ο αγώνας για την
Κοινωνική Δικαιοσύνη
συμβαδίζει με τη μάχη κατά της μεγαλύτερης κοινωνικής ανισότητας που αποκτά
τραγικά χαρακτηριστικά. Την αποτελεσματική μάχη κατά της ανεργίας, της
ανασφάλειας για τη ζωή των νέων ανθρώπων. Είναι η μάχη για την κατοχύρωση
δίκαιων κανόνων σε όλους τους τομείς της καθημερινής δραστηριότητας των πολιτών
της χώρας. Είναι ο αγώνας για αξιοκρατία, για ισότιμη αντιμετώπιση των
προβλημάτων ειδικά των ανίσχυρων που πολλαπλασιάζονται από την κρίση. Είναι ο
αγώνας για δίκαιο φορολογικό σύστημα και τη συμμετοχή του κάθε πολίτη ανάλογα
με τα εισοδήματα του και την περιουσία του στη λειτουργία του κράτους. Είναι ο
αγώνας για ίση, αξιοπρεπή αμοιβή και σύνταξη προς όλους όσους έχουν τα ίδια
προσόντα. Είναι η κατοχύρωση της απάλειψης των εξαιρέσεων για τους «υμετέρους»,
τους «έχοντες», τους «κραταιούς», που εκμεταλλεύτηκαν στο μέγιστο βαθμό την
εξαρτημένη σχέση που είχε μαζί τους το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού
συστήματος.
Η προσαρμογή των θεμελιακών μας αρχών και
αξιών στις απαιτήσεις του σήμερα, οι απαντήσεις στα ερωτήματα που θέτουν
αμείλικτα οι νέες κοινωνικές διεργασίες, δεν είναι εύκολη.
Δεν είναι εύκολες οι απαντήσεις κυρίως όταν θέλουν να είναι
υπεύθυνες και ουσιαστικές πέρα από μεταφυσικούς εξορκισμούς, πέρα από
φοβισμένες διαμαρτυρίες και πέρα από ανέξοδους αφηρημένους και ρητορικούς
δικολαβισμούς.
Οι αρχές μας όμως δεν
είναι είδος προς διαπραγμάτευση.
Οι αξίες μας δεν
κοστολογούνται στο πολιτικό παζάρι ανάλογα με τις εκλογικές επιδιώξεις.
Δεν είναι η εξουσία αυτοσκοπός ενός κινήματος παρά μόνο όταν
μπορεί και είναι σίγουρο ότι η πολιτική του μπορεί να υλοποιήσει τους στόχους
του.
Ταχθήκαμε να υπηρετούμε
το λαό και τα συμφέροντα του και όχι τις προσωπικές επιδιώξεις του κάθε
εμφανιζόμενου παράγοντα της πολιτικής μας σκηνής.
ΜΕ ΤΗ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ Ή ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ
Στην πολιτική ιστορία καταγράφονται και θα καταγράφονται δύο
τουλάχιστον συγκρουόμενα μεγάλα πολιτικά σχήματα, που εκφράζουν διαχρονικά
διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, στρώματα και συμφέροντα:
Από τη μία πλευρά τα κόμματα της συντήρησης, με τα όποια
ονόματα τους αλλά με συγκεκριμένες ιδεολογικές αναφορές που αποτελούν τους
διαχρονικούς πολιτικούς εκπροσώπους των συμφερόντων της άρχουσας τάξης και από
την άλλη εκείνα που εκφράζουν εκείνες τις κοινωνικές συμμαχίες που στέκονται
απέναντι σε αυτή και συνήθως με τη μαρξιστική θεώρηση αποτελούν τα αντικείμενα
της εκμετάλλευσης.
Μπορεί οι ονομασίες να είναι διαφορετικές στη διάρκεια των
χρόνων αλλά όλοι συμφωνούν ότι σε μια κοινωνία ταξικών αντιθέσεων η σύγκρουση
θα είναι πάντοτε ανάμεσα στο κεφάλαιο και τις δυνάμεις της εργασίας,
επαναλαμβάνω όπως και αν τα ονομάσει κάποιος, όποια δευτερεύοντα χαρακτηριστικά
και αν τους δώσει.
Συντήρηση και πρόοδος, συντηρητικές πολιτικές και
προοδευτικές πολιτικές σε μια αέναη σύγκρουση του χθες και του σήμερα.
Ο νεοφιλελευθερισμός αναγνωρίζεται από τον συντηρητισμό τον
οποίο αποπνέει: Δεν ζητά ποτέ αλλαγές, ζητά μόνο περιορισμό του χρήματος με
προκάλυμμα το μονεταρισμό, ζητά μόνο εξισορρόπηση χρηματιστική, αλλά όχι κατ’
ανάγκη δομικές μεταβολές του παραγωγικού συστήματος. Όραμα του Νεοφιλελευθερισμού
είναι η επιστροφή σε κάποιο φανταστικό παρελθόν , κάποια «χρυσή εποχή», στην
οποία οι αξίες ήσαν πραγματικές και δεν είχαν διαβρωθεί από την αφθονία του
χρήματος. Όμως αυτό βέβαια, σε τελευταία ανάλυση εξυπηρετεί αυτούς που έχουν
ήδη δικούς τους πόρους και δεν έχουν ανάγκη δανεισμού.
Ο μονεταρισμός είναι σε ανταγωνιστική σχέση απέναντι στη
δυνατότητα των δομικών μεταβολών και του καλώς εννοούμενου εκσυγχρονισμού.
Αυτές οι
επισημάνσεις , νομίζω ότι , είναι απαραίτητες για τη συνέχεια του συλλογισμού αλλά
και για την καλύτερη ανάγνωση των σημερινών δεδομένων.
Το αντίπαλο
στρατόπεδο των σοσιαλιστικών – σοσιαλδημοκρατικών ή εργατικών κομμάτων,
βρίσκεται σε μόνιμη, από τα μέσα της δεκαετίας του ’80, κρίση στρατηγικής και
προσανατολισμού.
Η ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Τα σοσιαλδημοκρατικά και σοσιαλιστικά κόμματα γεννήθηκαν ως
κόμματα του κόσμου της εργασίας και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Προσπαθούσαν να διαμορφώσουν ένα πρόγραμμα
διεκδικήσεων και στόχων για το εργατικό κίνημα ενώ συγχρόνως ο τελικός τους
σκοπός ήταν αυτός της ανατροπής του παρόντος συστήματος. Η συνεχής πάλη μεταξύ τελικού σκοπού
και καθημερινών στόχων, τα οδήγησε
σε τρεις μεγάλες αναθεωρήσεις.
Με την πρώτη εγκατέλειψαν ουσιαστικά τον στόχο της επανάστασης και
υιοθέτησε την πορεία προς τον σοσιαλισμό μέσα από μεταρρυθμίσεις, εντός
του καπιταλιστικού συστήματος και όχι ενάντιά του. Πρόκειται ουσιαστικά για
την γνωστή διαπάλη Μπερνστάιν και
Καούτσκι στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα
Με τη δεύτερη
αναθεώρηση εγκατέλειψαν
κάθε σχεδιασμό υπέρβασης του καπιταλισμού, επιδιώκοντας κυρίως να του δώσουν ένα περισσότερο
κοινωνικό και δίκαιο πρόσωπο. Η αναθεώρηση αυτή οδήγησε τα σοσιαλδημοκρατικά
κόμματα σε "συμφιλίωση με τον καπιταλισμό" σύμφωνα όμως με σοσιαλδημοκρατικούς όρους . Κλασικό
παράδειγμα αποτελεί το πρόγραμμα του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Γερμανίας
που υιοθετήθηκε στο συνέδριο που
πραγματοποιήθηκε το 1958 στο προάστιο της Βόννης, Bad Godesberg
. Στο συνέδριο αυτό εγκαταλείφθηκε επισήμως ο μαρξισμός.
Σήμερα, βρίσκονται σε
μια διαδικασία τρίτης αναθεώρησης, η οποία οδήγησε τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στη συμφιλίωση
με τον καπιταλισμό αυτή τη φορά με όρους νεοφιλελευθερισμού (στην εποχή της
παγκοσμιοποίησης). Οι σοσιαλδημοκράτες επιδιώκουν να εμφανιστούν ως οι
εκσυγχρονιστές και οι πιο αποτελεσματικοί διαχειριστές του καπιταλιστικού συστήματος.
Αυτός ο νέος
αναθεωρητισμός, τείνει, μετά την εγκατάλειψη των θέσεων της παραδοσιακής
σοσιαλδημοκρατίας, να εγκαταλείψει και τα σύμβολα, τις ιστορικές παραστάσεις
και εικόνες που την συνόδευαν από την ημέρα της εμφάνισής της στο ιστορικό
προσκήνιο. Η
αλλαγή των συμβόλων σηματοδοτεί την συνειδητή απόφαση εγκατάλειψης του
παρελθόντος . Σήμερα τα ιστορικά
εργατικά κόμματα της Δύσης βιώνουν μία ακόμα κρίση, που τώρα όμως αγγίζει τον
πυρήνα της ιστορικής τους ταυτότητας.
Συνολικά, ο νέος αναθεωρητισμός δείχνει να γνωρίζει τι θέλει
να εγκαταλείψει αποδεχόμενος πλήρως την οικονομική λογική του συστήματος , αλλά
δεν μπορεί να προσδιορίσει πού θέλει να πάει, δεδομένου ότι έχει εγκλωβιστεί
στις σημερινές δυνατότητες του καπιταλισμού και δεν μπορεί να σκεφτεί κάτι
πέραν αυτών.
Στην πραγματικότητα
παρακολουθούμε την αργή έκλειψη του σοσιαλδημοκρατικού / σοσιαλιστικού προτάγματος από την προοδευτική ευρωπαϊκή
πολιτική. Σήμερα το σοσιαλιστικό πρόταγμα
το συναντάμε ως ιδεοληψία, δημαγωγία ή νοσταλγία.
Η εμμονή στο
αποτυχημένο μοντέλο της σύγχρονης Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, δεν μπορεί παρά
να οδηγήσει σε αδιέξοδα το ΠΑΣΟΚ.
Όχι γιατί μόνο αυτό
το μοντέλο ωραιοποιεί τον καπιταλισμό, παρακάμπτοντας το πολιτικό και κοινωνικό
περιεχόμενο του Σοσιαλισμού.
Αλλά γιατί έχει
υποστεί οριστική μετάλλαξη.
Η αποδοχή του νεοφιλελευθερισμού από σοσιαλδημοκρατικές
ηγεσίες, σημαίνει ότι πλέον η σοσιαλδημοκρατία έχει γίνει ένα καθαρά αστικό
κόμμα και δεν έχει σχέση με την «παλιά» σοσιαλδημοκρατία, ούτε στο πρόγραμμα,
ούτε στις ιδέες ούτε ακόμα και στην κοινωνική της βάση, τον κόσμο που εκφράζει
δηλαδή.
Αυτή η άποψη φαίνεται να ταιριάζει με τις εμπειρίες
εκατομμυρίων εργαζόμενων και νεολαίας που έχουν υποστεί τις πιο σκληρές
επιθέσεις από «σοσιαλιστικές» κυβερνήσεις και βλέπουν τα κόμματα που ίσως
παλιότερα πίστευαν, τώρα να βρίσκονται συχνά στην απέναντι πλευρά όταν
παλεύουν.
«Απορρίπτουμε το
μοντέλο της Σοσιαλδημοκρατίας γιατί ωραιοποιεί τον καπιταλισμό , παρακάμπτοντας
το πολιτικό και κοινωνικό περιεχόμενο του Σοσιαλισμού» επέμεινε ο Ανδρέας
Παπανδρέου, πολλά χρόνια αργότερα το 1987!
Η ΚΕΝΤΡΟΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΛΛΟΘΙ ΤΟΥ ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΥ
Από το 1996 και μετά αρχίζει και αναπτύσσεται
ένα καινούργιο ιδεολόγημα, με κεντρικούς εκφραστές συντηρητικών αντιλήψεων
πολιτικούς, υπέρμαχους του λεγόμενου «εκσυγχρονισμού», σε μια προσπάθεια να
επενδυθεί με ιδεολογικά χαρακτηριστικά η δεξιόστροφη – συντηρητική πορεία του
ΠΑΣΟΚ.
Με το «Αριστερά»
προσπαθούν να ευνουχίσουν τις πραγματικά προοδευτικές καταβολές του Κινήματος,
ενώ με το «Κέντρο» δίνουν την
πραγματική διάσταση της νέας πολιτικής θεώρησης των πραγμάτων.
Πολιτική διαχείρισης
που περιορίζεται στα όρια ενός υποτιθέμενου κράτους ευημερίας, χωρίς
καμία αμφισβήτηση ιδιοκτησιακών και παραγωγικών σχέσεων, πάντοτε στα πλαίσια
του υπάρχοντος συστήματος, όπου ακόμη και ο αυτονόητος εξορθολογισμός των
δυσπλασιών του κράτους θεωρείται κάτι σαν επανάσταση! Η κατεύθυνση είναι η
πλήρης αποδοχή της κυριαρχία των νόμων της αγοράς στην πολιτική.
Το ιδεολόγημα της
Κεντροαριστεράς που προβάλλεται ακόμη και σήμερα από τους εραστές της
νεοσυντηρητικής μετάλλαξης του ΠΑΣΟΚ, αποτελεί ένα ανιστόρητο εφεύρημα, χωρίς καμία πολιτική
αναφορά, πλήρως αποιδεολογικοποιημένο , που δεν μπορεί να χαρακτηρίσει μια
πορεία αλλαγής παρά μόνο μια πορεία συναλλαγής με τους ρυθμιστές της κοινωνικής και πολιτικής
ζωής της χώρας.
Με απλά λόγια για όσους το εφεύραν είναι προφανές ότι αναζητούσαν και αναζητούν το
μεγάλο συμβιβασμό , γιατί έτσι εκτιμούν ότι θα μπορούν να συνεχίζουν να
αποτελούν στοιχεία της κρατικής διαχείρισης και της εξουσίας. Αναζητούν με
σύγχρονους όρους μια νέα Ένωση Κέντρου, που θα κλείνει το μάτι προς τα Αριστερά
ασκώντας όμως πολιτικές που θα είναι πλήρως αποδεκτές από τη συντηρητική τάξη
των αγαπητών, τραπεζιτών και Βιομηχάνων.
ΤΟ ΠΑΣΟΚ ΤΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗΣ
Η οριοθέτηση του τι
είναι και τι θέλει το ΠΑΣΟΚ είναι κάτι περισσότερο από αναγκαία.
Γιατί είναι προφανές ότι το Κίνημα πρέπει να
αυτοπροσδιορίζεται και όχι να ετεροπροσδιορίζεται σε σχέση με τους άλλους!
Κυρίως όμως το ΠΑΣΟΚ οφείλει οριστικά και αμετάκλητα να
επανατοποθετηθεί στον «πολιτικό χάρτη της χώρας», σημειώνοντας τα όρια μέσα στα
οποία μπορεί να κινηθεί.
Το ΠΑΣΟΚ σαν φορέας της
σύγχρονης, ρεαλιστικής, δημοκρατικής Ευρωπαϊκής Αριστεράς, δεν μπορεί να
αρνηθεί ούτε τον ιδιαίτερο πολιτικό του
χαρακτήρα – αποτέλεσμα των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της χώρας και της
κοινωνίας, ούτε τον σοσιαλιστικό του χαρακτήρα.
Υπάρχει μία και μοναδική προϋπόθεση ανάτασης, αναγέννησης και
επιβίωσης του ΠΑΣΟΚ. Και επειδή η ύπαρξη του σηματοδοτεί και μια αναγκαία
παράμετρο για την σωτηρία της χώρας,
επειδή η δημοκρατική παράταξη αποτελεί βασική συνιστώσα της πορείας της χώρας,
η επιβίωση της αποκτά διαφορετικά χαρακτηριστικά.
Ποια είναι αυτή;
Το ΠΑΣΟΚ ταυτίστηκε στη
συνείδηση του λαού σαν ένα κίνημα προοδευτικό, σαν φορέας αλλαγής και όχι
συναλλαγής, σα δύναμη ανατροπής και όχι συμβιβασμού.
Το ΠΑΣΟΚ όσο θα ταυτίζεται με τον γνήσιο εκφραστή της
συντήρησης στη χώρα, όσο θα βαδίζει με τα ίδια βήματα, όσο θα ασκεί πολιτικές
ενάντια στα συμφέροντα της κοινωνίας, όσο θα μετατοπίζεται στον πολιτικό χάρτη
προς τα δεξιά, όσο θα απομακρύνεται από τις ιστορικές καταβολές, όσο θα
προσβάλει τις μνήμες και τις παρακαταθήκες των αγώνων του, τόσο θα
απομονώνεται, τόσο θα μικραίνει , τόσο θα μετατρέπεται σε φορέα – καθρέπτη της
κρίσης, τόσο θα απαξιώνεται και τόσο θα γίνεται μισητό από εκείνους που το
πίστεψαν, το υπηρέτησαν, στρατεύτηκαν και αγωνίστηκαν για εντελώς διαφορετικά
ιδανικά.
Το ΠΑΣΟΚ αναδείχθηκε
σαν κυρίαρχη έκφραση ενός μαζικού και προοδευτικού ρεύματος με ριζοσπαστικό πατριωτικό ,
πολιτικό και κοινωνικό προσανατολισμό. Το ΠΑΣΟΚ από την ίδρυση του σαν σύγχρονο
και ριζοσπαστικό σοσιαλιστικό κίνημα, κατάφερε και να υπερβεί τις όποιες
δυσκολίες και να εκφράσει μια συγκεκριμένη προοπτική για το λαό και την
πατρίδα. Για αυτό ρίζωσε στις καρδιές του λαού. Για αυτό νίκησε.
Το ΠΑΣΟΚ δεν
συμβιβάστηκε με τις κεντρώες λογικές αλλά τις αφομοίωσε και τους έδωσε νέο πιο
ριζοσπαστικό περιεχόμενο.
Το ΠΑΣΟΚ για τον λαό αλλά και για εμάς έχει περιεχόμενο όσο μπορεί να
εκφράζει και να προωθεί ένα πρόγραμμα ΡΙΖΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ, που αφορά το Έθνος ,
τους θεσμούς, την οικονομία και την κοινωνία.
Το ΠΑΣΟΚ της δεξιάς
πολιτικής, της συγκυβέρνησης με το Σαμαρά, της λεηλασίας των εργαζομένων, των συντηρητικών
απόψεων, της αποϊδεολογικοποίησης, της οπισθοχώρησης και του εναγκαλισμού με
τις παρυφές της νέο-συντήρησης δεν μπορεί να ανακάμψει, δεν μπορεί να
αναγεννηθεί. Μπορεί μόνο να μετατραπεί σε κάτι άλλο. Πάντως δεν θα είναι ΠΑΣΟΚ.
Για αυτό το λόγο αντί να κατασκευάζονται ιδεολογήματα που δεν
μπορούν να σταθούν στην απλή λογική, που επιτείνουν την ιδεολογική σύγχυση και
συγκαλύπτουν την πραγματικότητα, οφείλει να πάρει σημαντικές αποφάσεις,
καθοριστικές για τη συνέχεια του.
Αποχώρηση από την
Κυβέρνηση Σαμαρά :
Για να σηματοδοτήσει μια διαφορετική πρόταση και να μπορεί να πείσει ότι
εκφράζει κάτι διαφορετικό.
Παραδοχή των
λανθασμένων επιλογών που
οδήγησαν στην Ελλάδα του μνημονίου. Θα είναι μια γενναία πράξη ύψιστης
πολιτικής ευθύνης απέναντι στο λαό και τους ανθρώπους που στρατεύτηκαν σε αυτό.
Συζήτηση, επεξεργασία
και κατάθεση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου εξόδου από την κρίση, με κεντρικούς άξονες την
αναγκαιότητα επαναδημιουργίας μιας κοινωνίας συνοχής, ανθρωπιάς και
αξιοπρέπειας για τον καθένα, την πολιτική διαπραγμάτευση για την οριστική λύση του προβλήματος που αντιμετωπίζει η χώρα
και τέλος τη συμμετοχή με αίσθημα κοινωνικής δικαιοσύνης όλων σε μια προσπάθεια
ανασύνταξης, δημιουργίας και βηματισμού προς το μέλλον. Όχι λαϊκισμός, όχι
υποσχέσεις, όχι ανεδαφικές προσεγγίσεις. Η αλήθεια γυμνή, καθαρή και ειλικρινής
για όλους. Όχι μόνο για τους φτωχούς και τους διαλυμένους από την κρίση.
Όποιος θεωρεί μονόδρομο τις μονεταριστικές πολιτικές δεν
μπορεί να μιλά στο όνομα του ΠΑΣΟΚ.
Επαναπροσδιορισμός και
οριοθέτηση της ιδεολογικής μας φυσιογνωμίας.
Οφείλουμε να απαντήσουμε θετικά και επιθετικά.
Για αυτό πιστεύουμε ότι το ΠΑΣΟΚ οφείλει να προχωρήσει εδώ
και τώρα, στην αναγκαία και επιθυμητή αναγέννηση της φυσιογνωμίας, της
στρατηγικής, της πολιτικής , των ιδεών, των προτύπων, των αξιών και των
πρακτικών του.
Αυτή η προσπάθεια
αναγέννησης είναι μια πορεία σύγκρουσης και αντιπαλότητας:
1. Σύγκρουση και
αντιπαλότητα με την ιδεολογική ανυποληψία που οδηγεί σε πολιτικό θάνατο.
Η ταύτιση του ΠΑΣΟΚ και του ιστορικού του ρόλου με την
πολιτική και τα προγραμματικά σχέδια κομμάτων της Βόρειας Ευρώπης , που έχουν
κατά καιρούς εφαρμόσει μια κλασσική σοσιαλδημοκρατική πολιτική είναι και
ανιστόρητη και επικίνδυνη καθώς ταυτίζει διαφορετικές ιστορικές, κοινωνικο –
οικονομικές συνθήκες , διαφορετικά μοντέλα σκέψης , θεσμών και συστημάτων.
2. Σύγκρουση και
αντιπαλότητα με την προσπάθεια μετατροπής ενός Κινήματος από δύναμη Αλλαγής σε
βοηθητικό υποστήριγμα ενός συστήματος που έχει σαν στόχο την υποταγή στις απαιτήσεις και τις
πολιτικές φόρμες, των συντηρητικών δυνάμεων της Ευρώπης.
3. Σύγκρουση και
αντιπαλότητα με τη λογική ενός ορισμένου τύπου πολιτικής και κοινωνικής διαπάλης, ενός
συγκεκριμένου τύπου οικονομικού προγραμματισμού, ενός συνηθισμένου τύπου σκέψης,
διαλόγου και δράσης, που έχει κλείσει τον κύκλο του.
Οφείλουμε να καταλάβουμε ότι το μέλλον έχει ανοίξει , χωρίς
να μας ρωτήσει, ένα λογαριασμό με το Έθνος, για την κοινωνία, για όλους τους
πολιτικούς σχηματισμούς, για όλους τους κοινωνικούς και παραγωγικούς φορείς ,
για όλα τα συνδικάτα, για όλους τους πολίτες.
Αυτό το λογαριασμό οφείλουμε να τον ξοφλήσουμε χωρίς καμία
δυνατότητα υπεκφυγής και άρνησης.
4. Σύγκρουση και
αντιπαλότητα με τις λογικές της αυθεντίας.
Σε αντίθεση με αυτές τις λογικές εμείς αντιλαμβανόμαστε ότι η
επιτυχής κατάληξη της προσπάθειας μας στηρίζεται στον ουσιαστικό διάλογο, σε
αποτελεσματικές μορφές πρωτοβουλιών και πράξης, σε συναινέσεις, σε αναζήτηση
και οικοδόμηση των αναγκαίων μίνιμουμ συγκλίσεων και κοινών στάσεων πάνω στη διαλεκτική
σύνθεση των αντιθέσεων.
5. Σύγκρουση και
αντιπαλότητα με τη λογική του κόμματος στελεχών.
Η νικηφόρα πορεία του ΠΑΣΟΚ οφείλεται και στην κινηματική του
μορφή. Όταν αυτή έπαψε να υπάρχει – η αλήθεια είναι ότι πολλοί προσπάθησαν για
αυτό – απομονώθηκε βίαια από την κοινωνία, πορεύτηκε ένα μοναχικό δρόμο, χωρίς
να μπορεί να ανατροφοδοτεί τις δυνάμεις του και κατέληξε σε ένα σχηματισμό,
πολιτικά και οργανωτικά απονευρωμένο, αδύναμο να παρέμβει στις εξελίξεις, πολύ
περισσότερο δε να τις καθορίσει.
6. Σύγκρουση και
αντιπαλότητα με τη λογική της υποταγμένης σοσιαλδημοκρατίας
Αξίζει ο κόπος να ξανασυζητήσουμε και να ξαναθυμηθούμε 5
λέξεις με νόημα και αξία, με σημασία και προοπτική και για τη θεωρητική μας
ανάλυση και για την καθημερινή μας πρακτική:
ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΣ
ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΙΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ.
Ελληνικός γιατί προσδιορίζουμε με αυτόν τον
τρόπο τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μιας περιφερειακής χώρας του ευρωπαϊκού
Νότου. Με συγκεκριμένη κοινωνική και οικονομική δομή, με συγκεκριμένη και ιδιαίτερη
πολιτική ιστορία και ιδιαίτερο συσχετισμό πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων.
Δημοκρατικός γιατί προσδιορίζουμε την ευαισθησία
μας στην αρχή της Ελευθερίας και την ιδέα της Δημοκρατίας. Κοινοβουλευτική
Δημοκρατία και Πλουραλισμός δεν είναι μια μικρή λεπτομέρεια αλλά συστατικό
στοιχείο της φυσιογνωμίας και της πορείας μας.
Ειρηνικός γιατί δεν έχουμε καμία σχέση με
στρατηγικές εφόδου και βίαιη επιβολή καθεστώτων. Προσδιορίζει τα Μέσα που
προκρίνουμε, υιοθετούμε και πιστεύουμε. Μοναδική πηγή εξουσίας είναι ο
Κυρίαρχος Λαός.
Δρόμος γιατί ανάμεσα στη σημερινή κοινωνία
και την αυριανή υπάρχει μια απόσταση που πρέπει να διανυθεί . Μια μεταβατική
φάση με κοινωνικές , πολιτικές, οικονομικές και ιδεολογικές αντιφάσεις, μια
διαδικασία σύγκρουσης ανάμεσα στο παλιό και το νέο.
Σοσιαλισμός γιατί προσδιορίζουμε και
σηματοδοτούμε μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση, χωρίς καταπίεση , χωρίς
αλλοτρίωση
Μια κοινωνία ανοιχτή και σύγχρονη, δημοκρατική και δίκαιη,
ελεύθερη και αυτοδιαχειριστική, μια κοινωνία πολιτών με ελευθερίες και
δικαιώματα, με αυτονομία και αυτοδιαχείριση.
Προσδιορίζει και σηματοδοτεί ταυτόχρονα την κλίμακα των
προτεραιοτήτων, των επιλογών και των αξιών.
Προσδιορίζει και σηματοδοτεί μια κοινωνία με επίκεντρο τον
άνθρωπο, δημιουργό, κριτή και παραγωγό γνώσεων, ιδανικών και αγαθών. Μια
κοινωνία για την οποία θα ισχύει το αυτονόητο:
« Η ελεύθερη ανάπτυξη κάθε ανθρώπου είναι προϋπόθεση για την
ανάπτυξη όλων»
Η λέξη ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ
σηματοδοτεί το πραγματικό όνομα και το πραγματικό νόημα στις ιδέες της
ελευθερίας και της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης και της ισότητας. Προσδιορίζει
τις πανανθρώπινες αξίες που δεν μπορεί να είναι φθαρμένες , ακρωτηριασμένες,
παραπλανητικές και απωθητικές.
Σηματοδοτεί τη λυτρωτική δύναμη των ιδεών σε όλες τους τις
πτυχές, την πολιτική, την κοινωνική, την οικονομική, την πολιτισμική και την
ηθική.
Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ
Είναι Δημοκρατική. Πιστεύει στην εξουσία του λαού, από
τον λαό, για τον λαό. Ωστόσο, εξουσία στον λαό δεν σημαίνει εξουσία στους
λαϊκιστές. Σε όποιους πιστεύουν πως μπορούν να νικήσουν απλουστεύοντας τα
προβλήματα, αφυπνίζοντας τα ένστικτα και πυροδοτώντας τα πάθη, απαντάμε ότι ο
λαός καταλαβαίνει την πολυπλοκότητα του πραγματικού.
Είναι Πατριωτική. Πιστεύει ότι η κατάκτηση της Εθνικής
Ανεξαρτησίας αποτελεί προϋπόθεση της λαϊκής κυριαρχίας. Γνωρίζει ότι η πορεία
της χώρας δεν μπορεί να καθοδηγείται από εξωτερικούς «προστάτες» και
οικονομικούς πατρόνους.
Είναι ευρωπαϊκή. Επειδή η Ευρώπη είναι το μέσο για να
ξεπεραστούν οι εθνικοί εγωισμοί στη Γηραιά Ήπειρο και για να υψωθεί στη συναυλία
των εθνών μια φωνή υπέρ μιας νέας παγκόσμιας τάξης, αλληλεγγύης και δικαίου.
Αυτό προϋποθέτει τη διαμόρφωση μιας στρατηγικής για τις δημοκρατικές
προοδευτικές δυνάμεις που θα υπερβαίνει τα σύνορα, χωρίς να χάνονται οι
ιδιομορφίες των χωρών και οι ιδιαιτερότητες των πολιτικών σχηματισμών.
Θέλει τον μετασχηματισμό. Θέλει να αλλάξει τη ζωή καταργώντας
το απαράδεκτο, κάθε φορά που αυτό είναι εφικτό. Αρνείται τη σύνδεση της
κοινωνικής δικαιοσύνης με την «οικονομική ευημερία», γιατί έτσι ακυρώνεται στην
πράξη η όποια αναδιανεμητική πολιτική.
Είναι διεθνιστική. Πιστεύει στο παλιό όνειρο μιας νέας
διεθνούς τάξης θεμελιωμένης στην ειρήνη, το δίκαιο και την ανάπτυξη. Πιστεύει
πως το καθήκον της μη επέμβασης συμβάλλει στην πρόοδο των πολιτισμών.
Είναι ρεαλιστική. Πιστεύει πως πρέπει να υπάρξει
διαπαιδαγώγηση για την αλλαγή, πως είναι ανάγκη να δίνονται εξηγήσεις.
Αρνείται τη μοιρολατρία, θέλει να φέρει την ελπίδα χωρίς να
σπείρει ψευδαισθήσεις
Πιστεύει στη νομιμότητα του κράτους δικαίου, στην
αποτελεσματικότητα των πρωτοβουλιών της κοινωνίας των πολιτών και στην
αναγκαιότητα των αντιεξουσιών.
Υποστηρίζει την
ολοκλήρωση. Πιστεύει
στην ελευθερία της συνείδησης και της γνώμης σε μια κοινωνία ισονομίας και ισοπολιτείας.
Υποστηρίζει ταυτόχρονα ότι η κοσμική ουδετερότητα του δημόσιου χώρου πρέπει να
είναι εγγυημένη.
Υποστηρίζει την εργασία, την οποία θεωρεί θεμελιώδη αξία για
την ολοκλήρωση. Γνωρίζει πως μια δυναμική οικονομία δεν είναι μια οικονομία που
δεν καταστρέφει θέσεις εργασίας, αλλά μια οικονομία που δημιουργεί περισσότερες
από όσες καταργεί. Η προτεραιότητα δεν είναι να υπερασπίζεται καθεμία θέση
εργασίας, αλλά να εξασφαλίζει κάθε εργαζόμενο, επιτρέποντας του να έχει
πρόσβαση σε μια εργασία, να αλλάζει δουλειά, αν θέλει, και να μη φοβάται να την
αλλάξει, αν πρέπει.
Υποστηρίζει τις
κανονιστικές ρυθμίσεις και πιστεύει στον ρυθμιστικό ρόλο των δημόσιων εξουσιών και στην
αποστολή τους να διορθώνουν τις κοινωνικές ανισότητες.
Υποστηρίζει την
αναδιανομή. Δεν
πιστεύει πως η συσσώρευση του πλούτου σε μερικούς είναι απαραίτητη προϋπόθεση
για την πρόοδο όλων. Αντιθέτως, πιστεύει πως η διαρκής μάχη για την ισότητα
είναι κοινωνικά δίκαιη και οικονομικά αποτελεσματική. Μάχη για ισότητα
ευκαιριών πρώτα, μέσω του αγώνα κατά της αναπαραγωγής του κοινωνικού χάσματος
στα σχολεία. Για διόρθωση των ανισοτήτων έπειτα, όσον αφορά το εισόδημα, αλλά
και την πρόσβαση στην εργασία, την κατοικία, τις μεταφορές, την υγεία.
Είναι το κόμμα της παιδείας. Θέλει ταυτόχρονα την ακαδημαϊκή υπεροχή και τον
εκδημοκρατισμό της πρόσβασης στη γνώση. Αρνείται να επιλέξει ανάμεσα σε μια
μέτρια μαζική παιδεία ή μια υψηλή παιδεία, που αποτελεί όμως προνόμιο της ελίτ.
Ο ακρογωνιαίος λίθος
της κοινωνικής προόδου βρίσκεται σ΄ ένα μαζικό εκπαιδευτικό σύστημα που
εκδημοκρατίζει την υπεροχή, προωθεί την πρόσβαση όλων στην κουλτούρα και
μάχεται εναντίον της αναπαραγωγής κοινωνικών ανισοτήτων, προετοιμάζοντας τους
σπουδαστές για απαιτητική και κινητική αγορά εργασίας.
Υποστηρίζει το δικαίωμα στην ασφάλεια, το οποίο αναγνωρίζει ως ουσιώδες στοιχείο του
κοινωνικού συμβολαίου. Θα είναι σκληρή εναντίον των εγκληματιών, αλλά θα είναι
επίσης σκληρή εναντίον των αιτιών του εγκλήματος
Είναι οικολογική. Υπερασπίζεται το δικαίωμα όλων των ανθρώπων σε ουσιώδη αγαθά, όπως η
ποιότητα του αέρα και η πρόσβαση στο νερό
Είναι ηθική. Πιστεύει πως οι ηγετικές τάξεις
είναι ανάγκη να δίνουν το παράδειγμα τόσο στον ιδιωτικό τομέα όσο και στη
διαχείριση των δημόσιων υποθέσεων. Σε αυτήν την Αριστερά δεν υπάρχει χώρος για
άτομα που έστω κατ’ ελάχιστο εκμεταλλεύτηκαν τη δημόσια θέση τους. Και αυτό
οφείλει να το αποδεικνύει καθημερινά.
Είναι η Αριστερά της
αλληλεγγύης και της ανεκτικότητας. Εκφράζει την αλληλεγγύη της σε κάθε πολίτη της χώρας και
αρνείται λογικές ρατσισμού και
ξενοφοβίας που οδηγούν στον εκφασισμό της κοινωνίας.
ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΕΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Σε αυτή την προσπάθεια δεν μπορούμε να είμαστε μόνοι μας. Πληρώσαμε ακριβά τη λογική της «αυθεντίας»
και της «αφ’ υψηλού» αντιμετώπισης όλων των άλλων δυνάμεων στον προοδευτικό
χάρτη.
Οφείλουμε να θεσμοθετήσουμε έναν ουσιαστικό διάλογο, με
αποτελεσματικές μορφές πρωτοβουλιών και πράξεων σε ένα πλαίσιο συναινέσεων, με
όλους εκείνους που θέλουν μια διαφορετική κοινωνία και μια καλύτερη Ελλάδα.
Είναι μια πρόταση και μια πρόκληση προς όλες τις προοδευτικές
πολιτικές δυνάμεις αλλά και όλες τις κοινωνικές δυνάμεις, προς όλους τους
πολίτες χωρίς αποκλεισμούς. Δεν είναι μια πρόταση ανεδαφική. Μπορεί και πρέπει
με επιμονή και υπομονή να προχωρήσει. Να προχωρήσει με δεδομένες τις διαφορές
και τις συγκρούσεις ανάμεσα στις πολιτικές και τις κοινωνικές δυνάμεις μιας και
επιζητεί να οικοδομήσει τις αναγκαίες μίνιμουμ συγκλίσεις και μίνιμουμ κοινές
στάσεις πάνω στη διαλεχτική σύνθεση των αντιθέσεων.
Το κίνημα μας , σαν μαχόμενη πολιτική και ιδεολογική έκφραση
ενός δυναμικού και σύγχρονου ρεύματος να αναλάβει την ευθύνη των πρωτοβουλιών.
Να επεξεργαστεί ένα
καινούργιο και αξιόπιστο πλαίσιο αναφοράς, διαλόγου, σχέσεων και εμπιστοσύνης με όλες τις
προοδευτικές πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις.
Να καταστεί σαφές ότι
κάθε κόμμα διατηρεί την αυτοτέλεια του, την ιδιαιτερότητά του και τις δικές του θέσεις. Ταυτόχρονα
οφείλει να επιδιώκει, σύμφωνα με τα λόγια και τις διακηρύξεις του, με πράξεις
να δίνει κάθε φορά συγκεκριμένη υπόσταση στις απαραίτητες minimum συναινέσεις στα μικρά και τα μεγάλα
θέματα.
Να ανοίξουμε ένα νέο
κεφάλαιο της πολιτικής και κοινωνικής ζωής, που θα κριθεί κυρίως από την ωριμότητα , τη
συνείδηση και την ετοιμότητα των πολιτικών δυνάμεων.
Να ανοίξουμε ένα
καινούργιο κεφάλαιο με μοναδικό ορίζοντα τις ανάγκες του σήμερα και τις απαιτήσεις
του αύριο, χωρίς
μικροκομματικούς υπολογισμούς και σκοπιμότητες.
Να ανοίξουμε και να
δοκιμάσουμε μια νέα φάση στην πολιτική και την κοινωνική ζωή με πλήρη συναίσθηση , ότι έτσι
αρχίζει να σηματοδοτείται μελλοντικά μια διαφορετική θεώρηση της στρατηγικής
μας και μια εναλλακτική θεώρηση της πρότασης μας.
Να προτείνουμε προς
όλες τις προοδευτικές πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις:
Α) Ένα κοινό κώδικα για την κατοχύρωση
και την προοπτική των δημοκρατικών θεσμών, για τις κατακτήσεις, τις ελευθερίες
και τα δικαιώματα των πολιτών και των εργαζομένων.
Β) Να αναβαθμίσουμε το Κοινοβούλιο.
Γ) Να ξαναζωντανέψουμε και να δώσουμε
νέα προοπτική στους κοινωνικούς και στους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς της λαϊκής
συμμετοχής και του κοινωνικού ελέγχου( αυτοδιοίκηση, εκπαίδευση, Συνδικαλιστικό
κίνημα κ.τ.λ.). Έτσι θα αντιμετωπίσουμε σαν κόμματα και σαν κοινωνία και τα
φαινόμενα του ακροδεξιού λαϊκισμού. Με περισσότερη δημοκρατία, με λειτουργία
των θεσμών, με διεύρυνση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων.
Δ) Να δημιουργήσουμε συνείδηση για την
ανάπτυξη, την παραγωγικότητα, την έρευνα, την τεχνολογική αναβάθμιση, το
καταναλωτικό πρότυπο, την ανεργία, τη λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης. Με
νηφάλιο και ειλικρινή διάλογο και όχι με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου να
μπορούμε να πούμε τα πράγματα με το όνομα τους, να διεκδικήσουμε και να
δημιουργήσουμε.
Ε) Να προωθήσουμε ουσιαστικά και όχι
συνθηματολογικά ένα πατριωτικό και διεθνιστικό κίνημα.
Να προτείνουμε προς
όλες τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις , προς όλους τους πολίτες, που δεν
προβληματίζονται μόνο για την έξοδο από την κρίση αλλά συνειδητοποιούν και
ψάχνουν και ελπίζουν για την έξοδο από το σύστημα που γεννά την κρίση και
κριτική και Διάλογο και Συνεργασία και Κοινή Δράση σε όλα τα καθημερινά μέτωπα
πάλης.
Να δοκιμάσουμε και
να προβάλλουμε μια μακρόπνοη και αλληλέγγυα στάση και δημιουργική δράση για μια
Ελλάδα ακέραιη και κυρίαρχη, ανεξάρτητη και σοσιαλιστική, για μια κοινωνία
ανθρώπινη, χωρίς εκμετάλλευση και δίχως αλλοτρίωση.
ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
Η Ελλάδα της κρίσης και των μνημονίων ταυτίζεται με την
Ελλάδα της μεγάλης και δομικής πολιτικής κρίσης.
Το μεταπολιτευτικό πολιτικό σύστημα, πληρώνοντας τις
τεράστιες ευθύνες του, για τη συμμετοχή του στη διαμόρφωση των συνθηκών που
οδήγησαν σε αυτή, βρίσκεται σε φάση
πλήρους κοινωνικής απαξίωσης.
Η κρίση του πολιτικού προσωπικού μετατρέπεται σε κρίση θεσμών και κρίση Δημοκρατίας.
Ο πολιτικός χάρτης μετατρέπεται σε «κινούμενη άμμο», καθώς
από τη μία τα παραδοσιακά κόμματα υποχωρούν κάτω από την κοινωνική αντίδραση
και νέα σχήματα προσπαθούν να ανδρωθούν όχι στηριζόμενα σε διακριτές πολιτικές
θέσεις αλλά στη βάση της εκμετάλλευσης του κλίματος λαϊκισμού που έντεχνα
καλλιεργείται και βρίσκει πρόσφορο έδαφος να αναπτυχθεί.
Ταυτόχρονα η συνεχιζόμενη και εντεινόμενη κρίση αξιοπιστίας
που καταγράφηκε και στις τελευταίες εκλογές, με υποσχέσεις και θέσεις που
γρήγορα ξεχάστηκαν από τα κόμματα που στηρίζουν τη σημερινή Κυβέρνηση, οδηγεί
στην δημιουργία κατάλληλων συνθηκών για να αναπτυχθούν ακραίες πολιτικές
εκφράσεις.
Νέα Δημοκρατία
Ο κεντρικός εκφραστής της Συντήρησης στη χώρα, πέρασε γρήγορα
από τη θέση του ενόχου για την σημερινή κατάσταση στη θέση του τιμητή και του
εγγυητή του συμβολαίου «θανάτου» που υπογράφηκε για τον ελληνικό λαό.
Η πλήρης υποταγή στις επιλογές των ξένων πατρώνων του,
οδήγησε στη μεταστροφή του από κόμμα
«αντιμνημονιακό» στον πιο σκληρό εκφραστή των μνημονιακών πολιτικών στη χώρα.
Είναι όμως προφανές ότι η άσκηση αυτών των πολιτικών δεν
απέχει από τις ιδεολογικές αρχές της. Η θεοποίηση της αγοράς, η υπερτίμηση των
παραγόντων του πλούτου, οι σκληρές μονεταριστικές πολιτικές, η αποδιάρθρωση των
εργασιακών σχέσεων, ο περιορισμός των δημοκρατικών δικαιωμάτων και αντιστάσεων,
είναι σύμφωνες με τα ιδεολογικά της προτάγματα.
Η προσπάθεια ανασύστασης της ισχυρής κεντροδεξιάς στη χώρα
αποτελεί την επιλογή των συμφερόντων που παραδοσιακά στήριζαν το κόμμα της ΝΔ.
Οι πολιτικές που ασκούνται και που θα ασκηθούν στο άμεσο
μέλλον απαιτούν ακόμη πιο σκληρές συνθήκες ακόμη πιο υπάκουους πολιτικούς
πρωταγωνιστές.
ΣΥΡΙΖΑ
Η εκλογική εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί συγκυριακό φαινόμενο που είναι άμεσα συνδεδεμένο με την αδυναμία
του ΠΑΣΟΚ να εκφράσει τις παραδοσιακές δημοκρατικές δυνάμεις της χώρας.
Αποτελεί ταυτόχρονα την
επιβεβαίωση της ύπαρξης των «δύο πόλων» στη χώρα μας. Σε μια κοινωνία που βρίσκεται σε
διαρκή «διωγμό», το δίπολο των εκφραστών των διαφορετικών συμφερόντων θα
παραμένει δυνατό, όσο οι κοινωνικές εξελίξεις το δικαιολογούν.
Το ΠΑΣΟΚ υποχώρησε εξαιτίας των πολιτικών που άσκησε τα
τελευταία χρόνια και στην ουσία δημιούργησε ένα νέο πολιτικό εκφραστή των
κοινωνικών δυνάμεων που το ίδιο εξέφραζε διαχρονικά.
Η «δαιμονοποίηση» του ΣΥΡΙΖΑ και η γενική και αόριστη
φραστική επίθεση εναντίον του δεν θα είναι αποτελεσματική, όσο οι ασκούμενες
πολιτικές σε επίπεδο Κυβέρνησης θα δικαιολογούν την παρουσία του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αποτέλεσε την
εκλογική διέξοδο των θιγμένων από τις πολιτικές του ΠΑΣΟΚ κοινωνικών στρωμάτων. Η στάση τους αυτή δεν είναι στάση
πολιτικής συμφωνίας ,ούτε δημιουργεί
συνθήκες ρεύματος εξουσίας. Είναι η πολιτική έκφραση ενός ρεύματος αντίδρασης
απέναντι στις μονόπλευρα επιλεκτικές και άδικες πολιτικές που εφαρμόζονται.
Αυτές οι πολιτικές θα ενδυναμώνουν την εκλογική και όχι την
οργανωτική του βάση.
Η προσπάθεια να
μετεξελιχθεί σε κόμμα εξουσίας είναι βέβαιο ότι θα δημιουργήσει φυγόκεντρες
δυνάμεις, οι οποίες σε σύντομο διάστημα θα εκδηλωθούν. Η ετερόκλητη συμμαχία
των τάσεων στο εσωτερικό του δεν θα μπορέσει να βρει ενοποιητικό λόγο και
πρόγραμμα εκτός και αν πραγματοποιηθεί ένας μεγάλος ιστορικός συμβιβασμός.
Είναι επίσης σχεδόν βέβαιο ότι ο επαναπροσανατολισμός του
ΠΑΣΟΚ σε προοδευτική κατεύθυνση θα οδηγήσει στα πραγματικά πολιτικά του μεγέθη
το ΣΥΡΙΖΑ. Όσο όμως αυτός ο
επαναπροσανατολισμός δεν υπάρχει, το ίδιο το ΠΑΣΟΚ θα επιβεβαιώνει το ΣΥΡΙΖΑ ως
το αντίπαλο δέος σε μια ασκούμενη συντηρητική πολιτική.
Κ.Κ.Ε.
Το Κ.Κ.Ε είναι ένας
πολιτικός φορέας που μέχρι και σήμερα είναι συνεπές στις αρχές του, τις θέσεις
του και την ιδεολογία του. Παρόλα αυτά βρίσκεται σε φάση ιστορικής συρρίκνωσης.
Η εμμονή του όμως στις «ιερές γραφές» του ξεπερασμένου
αρχαϊκού μαρξισμού, η αδυναμία του να προσαρμοστεί πολιτικά στις σύγχρονες
εξελίξεις και η αποτυχία του να περιχαρακώσει τον άλλοτε χώρο επιρροής του, το
οδηγεί σε πορεία πλήρους απαξίωσης.
Η προσπάθεια της ηγεσίας του να αντιμετωπίσει με
οργανωτισμούς (Συνέδριο) τα υπαρκτά πολιτικά αδιέξοδα, εμμένοντας όμως στην
ίδια θεώρηση των εξελίξεων απλά θα επιτείνει το πρόβλημα.
Με καθυστέρηση κάποιων χρόνων το Κ.Κ.Ε. ακολουθεί τη μοίρα των «ομογάλακτων» κομμουνιστικών κομμάτων
της Ευρώπης.
ΔΗΜ.ΑΡ.
Είναι προφανές ότι αποτελεί από τους υπάρχοντες πολιτικούς
φορείς εκείνον με τον οποίο το ΠΑΣΟΚ μπορεί να συμπορευτεί σε αρκετά θέματα.
Επί της ουσίας αποτελεί μια σοσιαλδημοκρατική έκφραση της λεγόμενης
«παραδοσιακής Αριστεράς».
Δεν μπορεί να εκφράσει τίποτα περισσότερο από αυτό που είναι
σήμερα, ούτε υπάρχουν οι πολιτικές και κοινωνικές δυνατότητες για να
διαδραματίσει ένα διαφορετικό ρόλο.
Η συμμετοχή της στην Κυβέρνηση Σαμαρά, μπορεί να επιχειρήθηκε
να προσδώσει μια εικόνα «ευθύνης» αλλά στην ουσία θα της χρεώσει τη συνευθύνη
για τις πολιτικές που ακολουθούνται.
ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ
Το δεξιό λαϊκίστικο δημιούργημα του Καμμένου, βιώνει ήδη την
πρώτη μεγάλη του κρίση, με άγνωστα ακόμη αποτελέσματα. Ένα κόμμα που
δημιουργήθηκε χωρίς σαφές ιδεολογικό στίγμα, χωρίς αρχές και χωρίς δυνατότητα
κομματικής λειτουργίας, που στηρίχτηκε απλά και μόνο στον άκρατο και επικίνδυνο
λαϊκισμό, πολύ δύσκολα θα καταφέρει να διαδραματίσει κάποιον ουσιαστικό ρόλο
στα πολιτικά πράγματα της χώρας.
Είναι καταδικασμένο να εξαφανιστεί , όπως αντίστοιχες
κινήσεις τα προηγούμενα χρόνια και γιατί ο υποτιθέμενος αντιμνημονιακός οίστρος
δεν πείθει και γιατί η πολιτική διαχείριση των πραγμάτων θα αποδεικνύουν τις
τεράστιες πολιτικές αδυναμίες του επικεφαλής τους.
Η απορρόφηση των περισσοτέρων στελεχών του από τη ΝΔ είναι
ένα πιθανό σενάριο.
Σε κάθε περίπτωση αποτελεί μια από τις πιο επικίνδυνες φωνές
και παρουσίες στην πολιτική ζωή της χώρας.
ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ
Η εκλογική καταγραφή
των νοσταλγών της Χούντας και του Χίτλερ αποτέλεσε την πιο δυνατή προειδοποίηση
για το υπάρχον πολιτικό σύστημα.
Η παρουσία της,
συνδέεται άμεσα με τις συνθήκες – κοινωνικές και οικονομικές – που δημιούργησε
η κρίση αλλά και η διαχείριση της στη χώρα μας.
Η συσπείρωση των ακροδεξιών δυνάμεων αλλά και η νομιμοποίηση
τους στη συνείδηση του κόσμου, με την παρουσία τους στα συλλαλητήρια των
«αγανακτισμένων» και την αδυναμία του κράτους και των κυβερνήσεων να
αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά προβλήματα υπαρκτά στην καθημερινότητα του
κόσμου, επώασαν το αυγό του φιδιού.
Ο νεοναζισμός αποτελεί μια παράμετρο της καθημερινότητας των
Ελλήνων την οποία κανείς δεν πρέπει ούτε να αγνοήσει ούτε να υποβαθμίσει.
Η αντιμετώπιση του φαινομένου δεν μπορεί να γίνει με
διαφημιστικά τρυκ, με γενικόλογες αναφορές, με γραφικές κινήσεις. Αποτελεί ένα
πολιτικό φαινόμενο που πρέπει να αντιμετωπιστεί πολιτικά, με ανατροπή των
παραμέτρων εκείνων που τροφοδοτούν την ανάπτυξή του.
Η διεύρυνση των
δημοκρατικών θεσμών και όχι η διάλυση τους, η ενίσχυση της Δημοκρατίας και όχι
η καταστρατήγηση βασικών αρχών του Συντάγματος, η αξιοπιστία των λόγων των
πολιτικών και όχι η διαρκής αυτοδιάψευση τους, η αντιμετώπιση με όρους
σύμφωνους με το ευρωπαϊκό δίκαιο του προβλήματος της λαθρομετανάστευσης, η
δημιουργία ξανά του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών της χώρας, είναι οι αναγκαίοι όροι για την
αντιμετώπιση του φαινομένου που απειλεί
την ίδια τη Δημοκρατία.
Θεωρούμε θετική την πρωτοβουλία του ΠΑΣΟΚ και του Προέδρου
του ενάντια στο νεοναζιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής. Επισημαίνουμε ωστόσο ότι
τα ίδια τα αποτελέσματα των κυβερνητικών πολιτικών αναιρούν κάθε θετικό αυτής
της προσπάθειας. Η περισσότερη φτώχεια, η εκτίναξη της ανεργίας, η ξενοφοβία
που επιτείνει η κρίση, η αδυναμία του οργανωμένου κράτους να απαντήσει στις
επιθέσεις των οργανωμένων ομάδων της Χ.Α., η λογική της καταστρατήγησης του
Συντάγματος και άρα της δημοκρατικής διαδικασία με πράξεις νομοθετικού
περιεχομένου και η οικονομική εξαθλίωση όλων των εργαζομένων δημιουργούν έφορο
έδαφος για την καλλιέργεια του ακροδεξιού λαϊκισμού.
Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ
Η αναγέννηση του ΠΑΣΟΚ
δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι ένα πυροτέχνημα. Δεν μπορεί και δεν πρέπει να
ικανοποιεί μόνο την ανάγκη επιβίωσης του με κάθε τρόπο. Μπορεί και πρέπει να
είναι μια επιλογή με βάθος χρόνου και πολιτικές προεκτάσεις που θα ξεπερνούν
τις σημερινές ισορροπίες, που θα βλέπει το αύριο και όχι μόνο το σήμερα, που θα
δημιουργεί τις κατάλληλες προϋποθέσεις να επανακτήσει και πάλι την πρωτοπορία
και την δύναμη ανατροπής του.
Η αναγέννηση του
ΠΑΣΟΚ οφείλει να στηριχθεί και στην ιστορία του και στην σοσιαλιστική του
επαγγελία και στην ορθή ανάγνωση των 38 χρόνων παρουσίας στην πολιτική σκηνή.
Δεν κρύβουμε την καταγωγή μας, δεν αλλάζουμε τα πιστεύω μας,
δεν πουλάμε τις ελπίδες μας.
Η αναγέννηση του ΠΑΣΟΚ οφείλει να απαντήσει οριστικά και
ουσιαστικά στο ποιοι είμαστε, που πάμε και με ποιους βαδίζουμε στον ίδιο δρόμο.
Πρέπει να προχωρήσουμε
ΑΜΕΣΑ και ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΑ σε μια πορεία ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ, ώστε αυτό:
Να μετατραπεί σε συλλογικό κέντρο ανάλυσης, σχεδιασμού και
απόφασης που να απαντά και να προωθεί τις σύγχρονες και διαρκώς εξελισσόμενες
ανάγκες της κοινωνίας.
Να συνδεθεί άμεσα και δυναμικά με την ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΓΚΥΡΙΑ και
τις κοινωνικές διεργασίες και προβληματισμούς.
Να εμπνεύσει και να ενεργοποιήσει το απλό μέλος, το φίλο, τον
ψηφοφόρο, τον κοινωνικό και πολιτικό μας περίγυρο, να ανανεώσει και να
εμπλουτίσει την ιδεολογία μας και τις αξίες που μας καθοδηγούν.
Για να το πετύχουμε
αυτό απαιτείται μια ΕΣΩΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ με ιδεολογικό πολιτικό και
οργανωτικό ταυτόχρονα χαρακτήρα.
Τα αρνητικά χαρακτηριστικά του ΠΑΣΟΚ, όπως αυτά διαμορφώθηκαν
αυτά τα χρόνια με την αποϊδεολογικοποίηση, τον εναγκαλισμό με την εξουσία, με
τη νομή και τη διαχείριση της είναι γνωστά:
Α) Αντίληψη και
λειτουργία με μορφή «κατεστημένων εξουσιών» σε διάφορες εκφράσεις και επίπεδα.
Έγινε καθημερινό το φαινόμενο της αλαζονείας, της διεκδίκησης
«Υπουργικού
θώκου», της πολυπραγμοσύνης των στελεχών, της μυθοποίησης της
«συνδικαλιστικής ηγεσίας», του εγγυητή της «κομματικής νομιμότητας», του τιμητή
των πρακτικών της εκάστοτε ηγετικής ομάδας.
Β) Αυτή η λειτουργία συνδέεται με κάθετες συστοιχίσεις και συσχετισμούς
που εξαντλούνται σε μια εσωκομματική πάλη χαρακωμάτων στο όνομα ανύπαρκτων
πολιτικών αντιθέσεων και μέσα από πρακτική «δημοσίων σχέσεων» και «προβολής».
Πρακτικές που διασπούν την ενότητα του κινήματος και διαλύουν την ενιαία
πολιτική γραμμή, όταν αυτή υπήρχε!
Γ) Η
ταύτιση θεσμών με πρόσωπα που δουλεύουν σε αυτούς είναι μια άλλη όψη της
ίδιας εικόνας. Έτσι, όπου δεν υπήρχαν πολιτικές στήνονταν «όργανα», όπου
υπήρχαν θεσμοί γεννιούνταν «ειδήμονες», όπου υπήρχε αδυναμία άσκησης εξουσίας
εμφανίζονταν «διαδικασίες». Έτσι
δημιουργήθηκαν φαινόμενα πολιτικού κορεσμού και ανακόλουθης ιδεολογικής και
πολιτικής αυτονόμησης στελεχών.
Δ) Όταν η αφηρημένη αναφορά στο λαό
υποκατέστησε την έλλειψη ευδιάκριτης πολιτικής απέναντι σε τάξεις και στρώματα
του πληθυσμού, η όποια στρατηγική συμμαχία κοινωνικών στρωμάτων μετατράπηκε σε
ένα εκλογικό σώμα, χωρίς στόχους, χωρίς πολιτικό περιεχόμενο και άρα εύκολα μετακινούμενο.
Έτσι η θεωρία του
«πολιτικού κόστους» από τη μία ή η θεωρία του μοναδικά σωστού, των μονόδρομων
και του «μόνο εμείς γνωρίζουμε» όρθωσε φραγμούς στην πορεία του κινήματος.
Ε) Ο
διαμεσολαβητικός ρόλος του Κινήματος προς το Κράτος αποϊδεολογικοποίησε την
πολιτική πράξη, με αποτέλεσμα να ενσωματωθεί σε διαχειριστικές πρακτικές και
δεξιόστροφες λογικές που οδήγησαν στη σημερινή κατάρρευση.
Η νέα πορεία για να είναι πραγματικά αναγεννητική, θα πρέπει
να αναιρεί από την οργάνωση και το κίνημα αυτά τα χαρακτηριστικά.
Στις «κατεστημένες
εξουσίες» να
απαντήσουμε με κατοχύρωση αρχών ανακλητότητας, εναλλαγής και συλλογικού
ελέγχου.
Στις «απολίτικες
αντιπαραθέσεις» να
απαντήσουμε με πραγματική πολιτικοποίηση της οργάνωσης και των διαδικασιών της,
με ουσιαστική σύνθεση και ενιαία δράση.
Στην «ταύτιση θεσμών με
πρόσωπα» να
απαντήσουμε με συλλογικές διαδικασίες που διαμορφώνουν πολιτική την οποία τα
πρόσωπα καλούνται να υλοποιήσουν.
Στη «θεωρία του
πολιτικού κόστους» ή «στη θεωρία των μονόδρομων» να απαντήσουμε με προβολή της
κοινωνικής αναγκαιότητας και των απαιτήσεων μιας πολιτικής που στοχεύει στην
αλλαγή της κοινωνίας.
Στην
«αποϊδεολογικοποίηση της πολιτικής» να απαντήσουμε με την κατοχύρωση της ουσιαστικής
αντιπαράθεσης των ιδεών, απόψεων και πρακτικών, που ξαναφέρνουν την πολιτική
στο προσκήνιο σαν ζωντανή και δημιουργική πράξη αλλαγής.
Σήμερα πρέπει να υπερβούμε τον αρνητικό μας εαυτό. Να
εκφράσουμε και πάλι το κοινωνικά επιθυμητό, αλλά να μπορούμε να ξεχωρίσουμε το
πραγματικά αναγκαίο και να προσδιορίσουμε το εφικτό.
Αυτό σημαίνει ότι
απαιτείται να αποκτήσουμε και πάλι την πολιτική μας αυτονομία σαν σύγχρονος θεσμός κοινωνικής
αλλαγής αρνούμενοι το διαμεσολαβητικό χαρακτήρα και ρόλο, που άλλοι ετοίμασαν
για εμάς.
Αυτό επίσης σημαίνει
ότι πρέπει να αποκτήσουμε την αναγκαία αυτογνωσία. Να μπορέσουμε να ανατρέψουμε και να
μετασχηματίσουμε δομημένες σχέσεις εξουσίας. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς
τη μετάβαση από το προσωπικό – ατομικό στο συλλογικό, στη λήψη των αποφάσεων.
Σήμερα πρέπει να
στρατευτούμε όχι σε πρόσωπα αλλά σε πολιτικές προτάσεις.
Όχι με τους εαυτούς μας
αλλά με την κοινωνία.
Όχι με τη συντήρηση
αλλά με την πρόοδο και ότι βοηθά να κρατηθεί όρθια και η χώρα και η κοινωνία.
Για να δώσουμε στο κίνημα και την οργάνωση μας τα νέα
αναγκαία χαρακτηριστικά, πρέπει να συμφωνήσουμε ότι:
Θέλουμε:
Οργάνωση με ισχυρό
ιδεολογικό και πολιτικό λόγο στην κοινωνία συνολικά και στους μαζικούς χώρους ιδιαίτερα. Αυτό
σημαίνει οργάνωση που μπορεί να επιβάλλεται και να διαμορφώνει πολιτική, να
συμμετέχει στις αποφάσεις, να ασκεί εξουσία στο χώρο της με αναφορά στο λαό και
όχι στο κράτος.
Οργάνωση με ουσιαστική
αντιστοίχηση με της κοινωνικές δυνάμεις που θα εκφράσουν το νέο σύνθημα της αλλαγής. Οργάνωση με
πολιτική αυτονομία, ανάλογη ταξική σύνθεση και ουσιαστικό κοινωνικό λόγο. Η
κοινωνική ανασύνθεση του κινήματος δεν αφορά καμία οργάνωση «παραγόντων».
Οργάνωση με ουσιαστική
παρέμβαση στο διαρθρωμένο μαζικό κίνημα.
Οργάνωση με διάταξη
μαχόμενου λαϊκού κινήματος και όχι διαχείρισης τμημάτων κρατικής εξουσίας.
Δεν θέλουμε ένα άλλο
ΠΑΣΟΚ . Θέλουμε την αποκατάσταση της φυσιογνωμίας και της έκφρασης του ΠΑΣΟΚ
στην κοινωνία και την αναγκαία ανασύνθεση της κοινωνικής του βάσης.
Κεντρική μας κατεύθυνση:
Ανανέωση στις Ιδέες,
στα Όργανα, στα Πρόσωπα στις Πολιτικές.
Αλλαγή στις πρακτικές
Αναβάπτιση του ΠΑΣΟΚ
στις λαϊκές δυνάμεις
ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ της
πολιτικής ταυτόχρονα με την οριοθέτηση της νέας μας στρατηγικής.
Η διαδικασία αυτή δεν
μπορεί να έχει σαν στόχο ένα «άλλο ΠΑΣΟΚ» ούτε ένα «παράλληλο ΠΑΣΟΚ».
Μοναδικός στόχος πρέπει να είναι η αποκατάσταση της
φυσιογνωμίας και της έκφρασης του ΠΑΣΟΚ στην κοινωνία και η αναγκαία για αυτό
ανασύνθεση της κοινωνικής μας βάσης.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΤΗΣ ΕΠΟΜΕΝΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Το ΠΑΣΟΚ της
δεξιόστροφης μετάλλαξης, των συντηρητικών πολιτικών, του σφικτού εναγκαλισμού
με τα μνημόνια και της συγκυβέρνησης με τη Ν.Δ. έχει ηττηθεί.
Βρίσκεται απομονωμένο και αδύναμο να παίξει το ρόλο του
πρωταγωνιστή των εξελίξεων.
Βυθίζεται δημοσκοπικά
και απαξιώνεται πολιτικά, γιατί συγκρούεται με την ιστορία του και τις διαχρονικές αξίες που
υπηρέτησε.
Αυτές οι πολιτικές δημιούργησαν ένα «άλλο ΠΑΣΟΚ», που στο
όνομα μιας αμφισβητούμενης σωτηρίας και της αδυναμίας του να λειτουργήσει
αυτόνομα και να παράξει πολιτικές λύσεις, επέλεξε τη συμπόρευση με δυνάμεις που
πολιτικά, ιδεολογικά και στρατηγικά είναι απέναντί του.
Ο επαναπροσδιορισμός
μας στον προοδευτικό χάρτη της χώρας αποτελεί άμεση αναγκαιότητα όχι μόνο για
το ΠΑΣΟΚ αλλά και για τη χώρα, γιατί μόνο μέσα από ένα προοδευτικό ΠΑΣΟΚ
μπορούν να δοθούν λύσεις στα σημερινά αδιέξοδα.
Μπορούμε να το κάνουμε.
Με γενναία αυτοκριτική
και κριτική της πορείας μας τα τελευταία χρόνια. Με ειλικρινή διάθεση να
αναδείξουμε και να διδαχθούμε από τα λάθη μας. Με αίσθημα σεβασμού όχι σε
προσωπικές πορείες αλλά στην κοινωνία που σήμερα υποφέρει εξ αιτίας και δικών
μας επιλογών.
Με αναθεώρηση των λογικών που μας οδήγησαν και μας
ενέταξαν στον πυρήνα της κρίσης.
Με αλλαγή των πολιτικών των μνημονίων, της
φτώχειας και της κοινωνικής διάλυσης.
Με αποχώρηση από την
Κυβέρνηση Σαμαρά.
Είναι άλλο ψήφος ανοχής για την αναγκαιότητα αποφυγής εκλογών σε αυτή τη
συγκυρία και άλλο ενεργή συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων που συνεχίζουν να
πληγώνουν την κοινωνία και τους πολίτες.
Με συγκρότηση ενός
πραγματικά οργανωμένου, πολιτικοποιημένου και στρατηγικά καθορισμένου κόμματος δράσης και πρότασης, ανατροπής και
αλλαγής.
Μπορούμε…
Αν ανατρέξουμε στις πηγές της
συγκρότησης του Κινήματος. Η αποκατάσταση της φυσιογνωμίας μας και η νέα
έμπνευση για την πορεία μιας νέας ΑΛΛΑΓΗΣ, έχει συγκεκριμένους φορείς και
δυνάμεις, που μπορούν με τη στράτευση τους να την πραγματώσουν. Ένα σημαντικό
δυναμικό με πλούσια , κοινωνική, πολιτική και μαζική δράση είναι στο περιθώριο
της κομματικής δραστηριότητας και πρέπει να ξαναβρεθεί στο προσκήνιο της
πολιτικής δράσης.
Αν απευθυνθούμε και πάλι στο ζωντανό
περίγυρο των αγωνιστών της παράταξης και της κοινωνικής αλλαγής, αυτή τη φορά
όχι με αόριστες υποσχέσεις αλλά για πραγματική στράτευση.
Αν συσπειρώσουμε σε νέα βάση ολόκληρο το
σημερινό δυναμικό, το ενεργό στέλεχος και μέλος, για να γνωρίζουμε ποιοι είμαστε
και τι θέλουμε αλλά και τι μπορεί ο λαός να προσδοκά από εμάς.
Αν αποδείξουμε ότι η
φλόγα της νέας ΑΛΛΑΓΗΣ υπάρχει και αντέχει στο συντηρητικό χειμώνα.
Είσαστε εκτός πραγματικότητας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν εξαιρέσουμε μερικούς, η συντριπτική πλειοψηφία δεν πρόκειται να διαβάσει τόσο μεγάλο κείμενο.
Ουκ εν τω πολλώ το ευ.
Λιγότερα και σαφέστερα λόγια παιδιά.